Αμετάβλητη στη βαθμίδα “ΒΒ” με θετική προοπτική διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας ο οίκος αξιoλόγησης Fitch. Στο 3,5% εκτιμά την ανάπτυξη το 2022

Σύμφωνα με τελευταία εκτίμηση της Fitch, τα επιτόκια στο τέλος του τρέχοντος έτους θα παραμείνουν πολύ πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα.

Στο 3,5% αναθεωρεί την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας η Fitch, από 4,1% προηγουμένως, εκτιμώντας ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί πέσει στο δεύτερο εξάμηνο του έτους για να διαμορφωθεί στο 7,3% κατά μέσο όρο για το 2022.

Για το 2023, η Fitch αναμένει ανάπτυξη 3,2% έναντι προηγούμενων προβλέψεων για 4%, με τον πληθωρισμό στο 1,8%. Για το 2024 οι προβλέψεις του οίκου μιλούν για ανάπτυξη 2,8% και πληθωρισμό 1%.

Στο μεταξύ την Παρασκευή το βράδυ, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης διατήρησε αμετάβλητη στη βαθμίδα “ΒΒ” την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, ενώ παράλληλα κράτησε σε “θετικό επίπεδο”, την προοπτική της ελληνικής οικονομίας.

Η Fitch επισημαίνει ότι η μακροοικονομική προοπτική της χώρας μας έχει επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τον οίκο, η Ελλάδα εξαρτάται από την Ρωσία για το 40% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της και είναι ευάλωτη σε περαιτέρω αυξήσεις των τιμών και πιθανή διακοπή της προσφοράς ενέργειας.

Οι κύριοι παράγοντες αξιολόγησης της Fitch

Θετικό outlook: Η Ελλάδα έχει υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα που ξεπερνά κατά πολύ το διάμεσο των χωρών που είναι στις βαθμίδες “ΒΒ” και “BBB”. Οι δείκτες διακυβέρνησης και ανθρώπινης ανάπτυξης είναι από τους υψηλότερους των χωρών που βρίσκονται επίσης. κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Αυτά τα πλεονεκτήματα έρχονται σε αντίθεση με τα ακόμη πολύ υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και τα πολύ μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, σημειώνει ο οίκος.

Οι θετικές προοπτικές αντανακλούν τη συνεχή αναμενόμενη μείωση του χρέους του δημόσιου τομέα, στο πλαίσιο του ακόμη χαμηλού μέσου κόστους δανεισμού, παρά την απότομη αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων φέτος. Οι ελληνικές τράπεζες, τονίζεται στην έκθεση, έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού, μειώνοντας σημαντικά το επίπεδο των μη NPLs στον τραπεζικό κλάδο.

Υψηλό δημόσιο χρέος και ελαφρυντικά: Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο 193,3% έως το τέλος του 2021 και προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω στο 171,6% έως το 2024, λόγω της βελτίωσης των πρωτογενών ισοζυγίων και της ευνοϊκής δυναμικής της ανάπτυξης και τους κόστους των τόκων. Παρά τη μείωση αυτή, ο δείκτης χρέους το 2024 εξακολουθεί να προβλέπεται ότι θα είναι μεταξύ των υψηλότερων των κρατών που αξιολογούνται από την Fitch και πάνω από το τριπλάσιο του μέσου όρου των χωρών στην βαθμίδα “BB”. Παράλληλα, υπάρχουν μετριαστικοί παράγοντες που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Το απόθεμα ρευστού διαθέσιμου της Ελλάδας είναι σημαντικό (προβλέπεται να ανέλθει στο 14,5% του ΑΕΠ στο τέλος της χρονιάς). Ο ευνοϊκός χαρακτήρας της πλειονότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους σημαίνει ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους είναι χαμηλό και τα χρονοδιαγράμματα εξόφλησης διαχειρίσιμα.

Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν απότομα φέτος, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να αυξάνεται από περίπου 1,3% στο τέλος του 2021 σε μέσο όρο περίπου 4% τον Ιούνιο του 2022. Ωστόσο, ο λόγος τόκων προς έσοδα αναμένεται να αυξηθεί συγκρατημένα (στο 6% το 2024) και να παραμείνει πολύ κάτω από τη διάμεσο των χωρών που βρίσκονται στη βαθμίδα “ΒΒ” (που προβλέπεται στο 10% το 2024). Η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους είναι από τις μεγαλύτερες από κάθε άλλο κράτος, περίπου 20 έτη. Επιπλέον, το χρέος είναι ως επί το πλείστον σταθερού επιτοκίου, περιορίζοντας τον αντίκτυπο των αυξήσεων των επιτοκίων της αγοράς.

Οι επόμενες αξιολογήσεις

Μετά τη Fitch, οι επόμενες προγραμματισμένες αξιολογήσεις των οίκων για την Ελλάδα είναι οι εξής: η ετυμηγορία των Moody’s και DBRS στις 16 Σεπτεμβρίου, η τρίτη αξιολόγηση της Fitch στις 7 Οκτωβρίου και η δεύτερη αξιολόγηση της S&P στις 21 Οκτωβρίου.

Καμία δημοσίευση για προβολή