Ανάλυση: Οι επενδύσεις που χρειαζόμαστε και που σχεδιάζουμε ή θα είναι «στρατηγικές» ή δεν θα ωφελήσουν τη χώρα και την οικονομία της

Οι επενδύσεις που χρειαζόμαστε πρέπει να είναι στρατηγικές

 

Του Κώστα Μποτόπουλου 

Με την προσπάθεια εισόδου της χώρας μας σε μια περίοδο «οργανωμένης ανάπτυξης», με αιχμή φυσικά τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και τις προβλέψεις του εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0», η έννοια, και κυρίως η υλοποίηση, των «στρατηγικών επενδύσεων» αποκτά ξεχωριστή σημασία. Οι επενδύσεις που χρειαζόμαστε και που σχεδιάζουμε ή θα είναι «στρατηγικές» ή δεν θα ωφελήσουν τη χώρα και την οικονομία της.

Πρόσφατα είχαμε μια σχετική νομοθετική παρέμβαση, προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά όχι με πλήρη λήψη υπόψη των «διδαγμάτων της επιστήμης». Όλα πάντως θα κριθούν στην πράξη.

Τι είναι ο «Στρατηγικός Σχεδιασμός»

Κατά τη θεωρία, αλλά και στην πράξη προηγμένων χωρών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο «στρατηγικός σχεδιασμός», ιδίως στο πεδίο της οικονομίας, είναι μια διαδικασία:

  • «τυποποιημένη» -όχι τυχαία, που εκτελείται σύμφωνα με κανόνες,
  • «διαβουλευτική» -όχι επιβαλλόμενη εκ των άνω αλλά με δυνατότητα έκθεσης απόψεων εκ μέρους όλων των εμπλεκόμενων φορέων και προσώπων- και
  • «συμπεριληπτική» -δεν λειτουργεί απομονωμένα αλλά εντός ενός γενικότερου σχεδιασμού που περιλαμβάνει όλα τα κρίσιμα πεδία της οικονομίας.

Στόχος αυτής της σύνθετης διαδικασίας, αντίστοιχης με την εγγενή πολυπλοκότητα των σκοπούμενων έργων/επενδύσεων, είναι να δοθεί μορφή και κατεύθυνση σε αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας που επηρεάζουν την οικονομία και το κοινωνικό σύνολο.

Ο στρατηγικός σχεδιασμός πρέπει να εκτελείται στη βάση του γενικότερου πλαισίου/συγκυρίας (πώς είναι η κατάσταση και οι ανάγκες της ελληνικής, εν προκειμένω, οικονομίας σήμερα), στόχων και μάλιστα «οριζόντιων» (με λειτουργία επί πολλών οικονομικών δραστηριοτήτων και εκπορευόμενων από πλαίσια ευρύτερο του εθνικού, όπως είναι, στην προκείμενη περίπτωση, το ευρωπαϊκό/ενωσιακό) και συμμετοχή σε μια γενικότερη «ατζέντα» (την οποία, στην παρούσα συγκυρία, για την Ελλάδα αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκροτούν η «πράσινη ανάπτυξη», η «ψηφιοποίηση» και η κοινωνική συνοχή).

Το «Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας»

Με τον εντελώς πρόσφατο νόμο 4799/2021 (Μέρος Δ, «Συμβάσεις Στρατηγικής Σημασίας», άρθρα 125-130) γίνεται μια προσπάθεια να τεθεί σε εφαρμογή, υπό την παραπάνω λογική, ένας μηχανισμός για την έγκριση και ένταξη επιμέρους συμβάσεων/επενδυτικών προτάσεων στο χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση εθνικό σχέδιο.

Κεντρικό μοχλό αποτελεί το πενταετούς διάρκειας «Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας» (το Πρόγραμμα), που έχει στόχο την «παραγωγική ανάταξη και κοινωνική συνοχή». Την έγκριση των επιμέρους συμβάσεων για ένταξη στο Πρόγραμμα επιτελεί η «νέα» «Κυβερνητική Επιτροπή Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας», που αποτελεί απλώς μετονομασία της ήδη συσταθείσας από το 2019 «Κυβερνητικής Επιτροπής Μεγάλων Έργων Υποδομής».

Οι βασικές κατηγορίες συμβάσεων που μπορούν να ενταχθούν στο Πρόγραμμα είναι αφενός όλες όσες χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους (Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης/Next Generation EU, Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία)  και αφετέρου συμβάσεις συνολικού προϋπολογισμού άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ.

Τα κριτήρια των στρατηγικών επενδύσεων

Στρατηγικές, συνεπώς, είναι οι επενδύσεις βάσει (ευρωπαϊκής) προέλευσης και (μεγάλου) μεγέθους. Με το άρθρο 128 τίθενται και επιμέρους κριτήρια:

  • η συνάφεια των προτεινόμενων σχεδίων με «τις εθνικές στρατηγικές και τους στόχους των δημοσίων πολιτικών»,
  • η συμμετοχή τους στην «κατεύθυνση εκπλήρωσης βασικών αναπτυξιακών στόχων» της Ελλάδας,
  • ο βαθμός ωριμότητας των έργων (ο νόμος κάνει διάκριση ανάμεσα σε «ώριμα» και «υπό ωρίμανση» έργα),
  • οι τεχνικές απαιτήσεις και το εν γένει χρονοδιάγραμμα των έργων. Πρόκειται για ρήτρες «στρατηγικής λειτουργικότητας», που προσφέρουν σχετική ευελιξία στο αρμόδιο όργανο να θέσει προτεραιότητες και να προωθήσει έργα.

Στο άρθρο 130 προβλέπεται μια περίεργη και, κατά τη γνώμη μου, αχρείαστη κάμψη της σύμφυτης τόσο με τις στρατηγικές επενδύσεις όσο και με την απλοποίηση σύνθετων διοικητικών διαδικασιών «αρχής του ενός φορέα», με την (δυνητική) ανάθεση στο ΤΑΙΠΕΔ, κατόπιν απόφασης της Επιτροπής ή αίτησης δικαιούχων, έργου «φορέα ωρίμανσης», δηλαδή προώθησης της ωριμότητας των υποβαλλόμενων προτάσεων.

Τα μεγάλα ζητούμενα

Σε γενικές γραμμές φαίνονται να πληρούνται οι «στρατηγικοί όροι» της εθνικής σημαντικότητας των επενδύσεων, της ένταξης τους σε συνολικό σχεδιασμό (εθνικό και ευρωπαϊκό) και της «κεντροποίησης» της διαδικασίας επιλογής και προώθησης των επενδύσεων. Μεγάλα ζητούμενα είναι, κατά τη γνώμη μου, τα ακόλουθα:

  1. η συγχρόνως ανεξάρτητη «ειδικών συμφερόντων» και «στρατηγική» ματιά της συγκεκριμένης Κυβερνητικής Επιτροπής. Η ανάθεση του έργου σε ήδη λειτουργούσα (και με μέλη αμιγώς κυβερνητικής επιλογής) Επιτροπή έχει τη λογική της συνέχειας και της τεχνογνωσίας, αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι πληροί τα εχέγγυα του πρωτότυπου, του ευφάνταστου και του υπεράνω σκοπιμοτήτων,
  2. η γρήγορη και αποτελεσματική υλοποίηση όχι των πιο «εύκολων» αλλά των «στρατηγικών» και «προωθητικών» επενδύσεων. Ως προς αυτό, η κατά προτεραιότητα προώθηση των «ώριμων» έργων δεν είναι αναγκαστικά σοφή επιλογή,
  3. η (αδήριτη) προσθήκη στον παραπάνω μηχανισμό δύο τουλάχιστον εργαλείων, που χρησιμοποιούνται σε ενωσιακό επίπεδο και συμπληρώνουν το αντίστοιχο «Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων» (EFSI, που από φέτος θα λειτουργεί εντός της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων/ IEB): ενός «μοναδικού σημείου επαφής» (Hub) για οδηγίες και κατευθύνσεις και μιας ειδικής πλατφόρμας (Portal) για τη «συνάντηση» προτεινόντων και επενδυτών. Η πρόοδος που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στις δημόσιες ψηφιακές υπηρεσίες αλλά και η ενίσχυση τους μέσα ακριβώς από το ελληνικό Πρόγραμμα, βάζουν ισχυρές βάσεις, χρειάζεται όμως –και εδώ- φαντασία και απλότητα.

Εντέλει, όπως είπα και στην αρχή, το πόσο «στρατηγικές» θα είναι οι επενδύσεις, θα κριθεί στην πράξη. Οι αγκυλώσεις και τα προβλήματα δεν λείπουν και δεν εξαφανίζονται με τη μόνη εκφορά των μαγικών λέξεων «στρατηγικός σχεδιασμός».

Στην πρώτη γραμμή θα έβαζα, με βάση και την εμπειρία από προηγούμενες προσπάθειες (όπως το ΕΣΠΑ) την τάση αποσπασματικότητας και κατακερματισμού των έργων με τοπικά και συντεχνιακά κριτήρια, σπατάλες και επικαλύψεις, απομάκρυνση από τους βασικούς στόχους, δυσχέρειες στην πρακτική και διοικητική υλοποίηση. Για πρώτη ίσως φορά, πάντως,  η ελπίδα γεννιέται από κάτι απτό και όχι μόνο από το ένστικτο επιβίωσης.

Κώστας Μποτόπουλος

Καμία δημοσίευση για προβολή