Aναβιώνει, μετά από πολλά χρόνια, η στεγαστική πίστη. Φτηνά στεγαστικά, με σταθερό επιτόκιο τα 8 στα 10 νέα δάνεια

αγορά κατοικίας

Με ρυθμό 40% αυξήθηκαν το 2021 οι εκταμιεύσεις νέων στεγαστικών δανείων, προοιωνίζοντας την αναβίωση της στεγαστικής πίστης με αντίστοιχο ρυθμό και το 2022.

Σύμφωνα με στοιχεία της «Καθημερινής της Κυριακής», η αγορά των στεγαστικών δανείων αυξήθηκε στα 930 εκατ. ευρώ την περασμένη χρονιά έναντι 660 εκατ. ευρώ το 2020 και οι εκτιμήσεις για το 2022 ανεβάζουν το ύψος των νέων χορηγήσεων στο 1,2 δισ. ευρώ περίπου.

Η ανοδική ζήτηση αποτυπώνεται και στον αριθμό των αιτημάτων για τη λήψη στεγαστικού δανείου, που σύμφωνα με τα συνολικά στοιχεία της αγοράς ανήλθαν στα 60.000 από 42.000 το 2020, υποδηλώνοντας μια σαφή ανάκαμψη της αγοράς μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας.

Ευνοϊκή η συγκυρία για την απόκτηση ακινήτου 

Σύμφωνα με αρμόδια τραπεζικά στελέχη η συγκυρία τόσο για την απόφαση αγοράς κατοικίας όσο και για τη χρηματοδότηση της απόκτησης ακινήτου με δανεισμό είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για τους εξής λόγους:

• Τα χαμηλά επιτόκια και δη τα σταθερά επιτόκια μακροχρόνιας διάρκειας που βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα
• Η αξία των ακινήτων που παρά την ανάκαμψη των δύο τελευταίων ετών, παραμένει κάτω από τα επίπεδα του 2019 και καθιστά ακόμη την αγορά κατοικίας προσιτή για το μέσο νοικοκυριό
• Η άνοδος των τιμών στα ενοίκια που οδηγεί τη δόση ενός στεγαστικού δανείου σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με ένα μέσο μίσθωμα
• Τα φορολογικά κίνητρα που μπορούν να αξιοποιηθούν για την αγορά κατοικίας, όπως η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών και δωρεών έως του ποσού 800.000 ευρώ, η μείωση ΕΝΦΙΑ, τα κίνητρα για ενεργειακή αναβάθμιση κοκ.

Πόσο μπορεί να εξοικονομήσει ένα νοικοκυριό από την αγορά κατοικίας 

Με βάση τους υπολογισμούς των τραπεζών η αγορά κατοικίας με τραπεζικό δανεισμό μπορεί να οδηγήσει σε εξοικονόμηση 800 ευρώ το χρόνο για ένα ακίνητο χαμηλής εμπορικής αξίας 100.000 ευρώ περίπου, που μισθώνεται με ενδεικτικό ενοίκιο 450 ευρώ το μήνα ή 5.400 ευρώ ετησίως.

Στην περίπτωση της αγοράς του για ιδιοκατοίκηση στην τρέχουσα αξία, το συνολικό κόστος διαμορφώνεται στα 106.000 ευρώ, εάν συνυπολογιστούν και έξοδα 6.000 ευρώ περίπου (μεσιτικά, συμβολαιογραφικά, δικηγόρου, φόρο μεταβίβασης, δικαιώματα υποθηκοφυλακείου κλπ.).

Αν η αγορά χρηματοδοτηθεί με δάνειο ύψους 80.000 ευρώ με επιτόκιο 3% και διάρκεια 30 ετών, η μηνιαία δόση διαμορφώνεται στα 340 ευρώ (-24% του μισθώματος) ή 4.080 ευρώ ετησίως ενώ μαζί με την ετήσια επιβάρυνση του ΕΝΦΙΑ (περίπου 500 ευρώ το χρόνο) το κόστος φτάνει κοντά στις 4.580 ευρώ.

Έτσι το ποσό ελάφρυνσης που προκύπτει αν από το ενοίκιο αφαιρέσει κανείς τη δόση του δανείου και τον επιμερισμό του ετήσιου ΕΝΦΙΑ είναι περίπου 820 ευρώ το χρόνο.

Τα σταθερά επιτόκια 

Η επιλογή σταθερού επιτοκίου είναι συμφέρουσα καθώς τα επιτόκια βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό επίπεδο και επομένως συμφέρει κάποιος να «κλειδώσει» χαμηλό επιτόκιο και δόση , ειδικά αυτή την περίοδο όπου τα ενοίκια αυξάνουν.

Επιπλέον το στεγαστικό δάνειο είναι μακροχρόνια δέσμευση και είναι σημαντικό να μην υπάρχουν «εκπλήξεις» στον οικογενειακό προϋπολογισμό.

Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, ο μέσος όρος του εμβαδού κατοικίας που αναζητείται για αγορά είναι τα 95 τ.μ. και ο μέσος όρος της ανώτατης τιμής που θέτουν οι υποψήφιοι αγοραστές στην προσπάθεια εύρεσης κατοικίας παρουσίασε αύξηση για το 2021 και διαμορφώθηκε κοντά στα 160.000 ευρώ έναντι 147.000 ευρώ του αντίστοιχου μέσου όρου το 2020.

Η αναγκαία προϋπόθεση για τραπεζικό δανεισμό 

Αναγκαία προϋπόθεση για την χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας με τραπεζικό δανεισμό είναι η ύπαρξη αρχικού κεφαλαίου από την πλευρά του δανειολήπτη, ικανού να καλύψει το ποσό που απομένει από δανεισμό της τάξεως  του 70% ή  80% της αξίας αγοράς του ακινήτου.

Έτσι αν ένα ακίνητο έχει αξία αγοράς 100.000 ευρώ, το δάνειο δεν μπορεί να ξεπεράσει τις 70.000 ή τις 80.000 ευρώ στην καλύτερη περίπτωση και εφόσον ο δανειολήπτης είναι καλός πελάτης, δηλαδή δεν έχει καθυστερήσει οφειλές στο παρελθόν και εφόσον διατηρεί μια συνολικότερη σχέση με την τράπεζα, όπως το λογαριασμό μισθοδοσίας του, ένα καταθετικό ή επενδυτικό προϊόν κ.α.

Από την άλλη οι τράπεζες έχουν διευρύνει τις ευελιξίες των στεγαστικών προγραμμάτων και η βασικότερη σύμφωνα με τον κ. Κουτεντάκη είναι η δυνατότητα πρόωρης αποπληρωμής του δανείου ακόμη και για τα δάνεια σταθερού επιτοκίου χωρίς πέναλτι.

Οι ευελιξίες που προσφέρουν οι τράπεζες 

Στις ευελιξίες που προσφέρουν οι τράπεζες είναι επίσης και η δυνατότητα μετατροπής του επιτοκίου – από κυμαινόμενο σε σταθερό ή αντίστροφα – χωρίς κόστος, ενώ όπως σημειώνει ο κ. Γιαννακλής οι τράπεζες παρέχουν πλέον στους πελάτες τους εξατομικευμένη τιμολόγηση βάσει της οποίας προβλέπονται ειδικές εκπτώσεις ανάλογα με το πιστωτικό προφίλ του πελάτη, τη συνεργασία του με την Τράπεζα και το είδος της εξασφάλισης.

Εκτός από την ευελιξία στην αποπληρωμή του δανείου, ευελιξία υπάρχει ακόμη έναντι έκτακτων συνθηκών με δυνατότητα αύξησης ή μείωσης δόσεων ή και παράλειψη μιας δόσης, σε ετήσια βάση.

Τα παραδείγματα των τραπεζών αναδεικνύουν την αγορά κατοικίας με τραπεζικό δανεισμό ως συμφέρουσα επιλογή που προκρίνεται ακόμη και ως επενδυτική πρόταση με δεδομένο και το μηδενισμό των αποδόσεων στις προθεσμιακές καταθέσεις αλλά και τις προοπτικές ανόδου της αγοράς ακινήτων.

Οι αναλύσεις των τραπεζών ανεβάζουν την καθαρή απόδοση της επένδυσης σε ακίνητο μέσω των ενοικίων στο 3% – 4% κατά μέσο όρο ετησίως χωρίς να συνυπολογίζεται η αναμενόμενη άνοδος της αξίας του, που αποτελεί επίσης ένα ισχυρό κίνητρο ενόψει της αύξησης των τιμών των ακινήτων.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή