Ανησυχία προκαλούν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και οι αναλύσεις των τραπεζών για τις εξαγωγές

Προβληματισμός επικρατεί στην ελληνική αγορά, λόγω της προβλεπόμενης μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης στις χώρες που παραδοσιακά αγοράζουν τα ελληνικά προϊόντα, με την πτωτική τάση που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται στο διεθνές εμπόριο, να απειλεί κυρίως τους μικρότερους εξαγωγείς.

Τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά, ενώ ανησυχίες προκαλούν και οι αναλύσεις των Τραπεζών για τις εξαγωγές.

Μπορεί τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές να γνωρίζουν άνθηση και δημοσιεύματα να φέρουν τίτλους με συχνές αναφορές σε “ρεκόρ εξαγωγών” ή να παρουσιάζονται οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις ως η “ατμομηχανή της ανάπτυξης”, αλλά η προσγείωση στην πραγματικότητα μπορεί να είναι για πολλούς απότομη.

Όταν έχεις πιάσει “πάτο” η μικρή άνοδος είναι συγκριτικά εύκολη, αφού επανακτάς μέρος των απωλειών που κατέγραψες τα προηγούμενα χρόνια. Δεν σημαίνει ότι έχεις λύσει τα σημαντικά προβλήματα που ταλανίζουν για δεκαετίες την ελληνική Οικονομία.

Οι παραδοσιακοί ελληνικοί “δράκοι” της γραφειοκρατίας και των διαπλεκόμενων συμφερόντων παραμένουν και κάνουν πολλούς, γνωστούς παίκτες της ελληνικής αγοράς, να αναζητούν λύσεις και εκτός συνόρων. Από την άλλη πλευρά, πρόοδος έχει γίνει στα νεότερα εμπόδια που είχαν μπει στο διεθνές εμπόριο, όπως η οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων.

Τα Capital Controls, που επιβλήθηκαν στις 28 Ιουνίου του 2015 είχαν ως άμεσο αποτέλεσμα την καθίζηση στις πωλήσεις της ελληνικής βιομηχανίας, προκαλώντας έμφραγμα στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Μόλις δύο μήνες μετά την επιβολή τους η Ελληνική Στατιστική Αρχή έδινε στοιχεία που έδειχναν μείωση 18,3% στις πωλήσεις της βιομηχανίας, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Η καλή πορεία των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια, έχει αναβαθμίσει τον ρόλο τους για την συνολική εικόνα της ανάκαμψης. Με λίγα λόγια, αν μειωθούν οι εξαγωγές τώρα, το χτύπημα για την ελληνική Οικονομία θα ήταν πολύ ισχυρότερο από ότι τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό, γιατί η ποσοτική επίδραση από μια επιβράδυνση των εξαγωγών στην ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με αυτή που θα είχε το 2010 ή το 1995.

Ενδιαφέρον έχει το τί συνέβη το 2018. η ονομαστική αξία των ελληνικών εξαγωγών εμπορευμάτων αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 15,8% ή 4,56 δις από 13,3% ή 34 δις ευρώ το 2017. Το 52,8% ή 2,4 δις ευρώ της αύξησης προήλθε από εμπορικούς εταίρους εκτός των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 μελών και το υπόλοιπο 47,2% ή 2,2 δις ευρώ, από εξαγωγές εντός Έ.Ε.

Αν δούμε ακόμα πιο πίσω, σύμφωνα με τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ έφτασαν το 33,0% το 2017 (17,8% αγαθά και 15,2% υπηρεσίες) από 22,1% το 2010 και . Το αντίστοιχο μέγεθος των ελληνικών εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών ήταν 34,0% το 2017 (28,1% αγαθά και 5,9% υπηρεσίες).

Αυτό το αρνητικό ρίσκο για την πορεία των ελληνικών εξαγωγών, είναι που στρέφει τις ελπίδες της αγοράς στο εσωτερικό. Αν πέσει η εκτός συνόρων ζήτηση, οι ζημιές μπορεί να αντισταθμιστούν με την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθούν οι αναπτυξιακοί στόχοι για την ελληνική Οικονομία.

Αυτό προϋποθέτει όμως την επίτευξη της προβλεπόμενης για φέτος ενίσχυσης της εγχώριας ζήτησης (π.χ. λόγω της προγραμματισμένης δημοσιονομικής επέκτασης κατά 0,5% του ΑΕΠ και της σημαντικής αύξησης του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή).  Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, εκτιμάται ότι η εξέλιξη αυτή μπορεί  να οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών και να έχει αποτέλεσμα τη διεύρυνση του εξωτερικού ελλείμματος εμπορευμάτων και σε συρρίκνωση του εξωτερικού πλεονάσματος υπηρεσιών.

Σε κάθε περίπτωση, οι μεγάλοι παραγωγικοί όμιλοι δεν μπορούν να στηριχθούν σε δύο “αν” και ένα “ίσως”…

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: [home]

΄

Καμία δημοσίευση για προβολή