Αρνητικά επιτόκια για τις καταθέσεις εξετάζουν οι ελληνικές τράπεζες για το 2022

Σημαντικά περιθώρια ανάκαμψης των μετοχών των ελληνικών τραπεζών βλέπει η Morgan Stanley

Αρνητικά επιτόκια για τις καταθέσεις εξετάζουν οι ελληνικές τράπεζες για το 2022,  καθώς η νομισματική πολιτική που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δυσχεραίνει την προσπάθειά τους για ενίσχυση της οργανικής τους κερδοφορίας.

Ο λόγος είναι ότι για την υπερβάλλουσα ρευστότητα που τηρούν από καταθέσεις, πληρώνουν «πρόστιμο» 0,50%. Κι αν έως τώρα το κόστος αυτό καλύπτεται από την επιδοτούμενη χρηματοδότησή τους από το Ευρωσύστημα, από την Τράπεζα της Ελλάδος στην προκειμένη περίπτωση, με ποσοστό 1%, αυτό δεν θα συμβαίνει για πολύ ακόμη.

Το θέμα λοιπόν είναι ότι οι καταθέσεις που δεν μετατρέπονται σε δάνεια επιβαρύνουν εις διπλούν τους συστημικούς ομίλους, μέσω των τόκων που καταβάλλονται τόσο στην εγχώρια νομισματική αρχή, όσο και στους ίδιους τους καταθέτες.

Ήδη οι τράπεζες έχουν σχεδόν μηδενίσει τους τόκους στη συντριπτική πλειονότητα των καταθετικών προγραμμάτων. Αυτό όμως δεν μοιάζει να είναι αρκετό. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η επιβολή αρνητικών επιτοκίων από την ερχόμενη χρονιά, τουλάχιστον στις επιχειρήσεις.

Δηλαδή οι τελευταίες θα πληρώνουν τόκο στην τράπεζα για τα χρήματα που έχουν κατατεθειμένα, όπως συμβαίνει εδώ και αρκετούς μήνες στην Κύπρο.

«Δεν πρόκειται για μία εύκολη απόφαση»

Σύμφωνα με όσα είπε τραπεζική πηγή, στον Οικονομικό Ταχυδρόμο (ρεπορτάζ Αγης Μάρκου) «κάθε ευρώ αύξησης των καθαρών εσόδων έχει τη σημασία της πλέον. Μπορεί οι διοικήσεις των συστημικών ομίλων να μην επιβεβαιώνουν ότι η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων θα εφαρμοστεί του χρόνου, ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο. Οι σχετικές ασκήσεις για το όφελος που θα προκύψει έχουν ήδη γίνει, δεδομένης και της σημαντικής ενίσχυσης της καταθετικής βάσης μετά το ξέσπασμα της πανδημίας».

Συμπληρώνει πάντως ότι «δεν πρόκειται για μία εύκολη απόφαση, καθώς πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος οι τράπεζες να βρεθούν ξανά στο στόχαστρο της κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται εναλλακτικές. Η επιδιωκόμενη άνοδος των εσόδων θα μπορούσε να προέλθει με άλλης μορφής παρέμβαση, όπως η αύξηση των προμηθειών που επιβάλλονται στους λογαριασμούς των επιχειρήσεων σήμερα ή η επιβολή νέων».

Κι αυτό διότι «είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη επικοινωνιακά η επιλογή των χρεώσεων, σε σχέση με την εφαρμογή αρνητικών επιτοκίων. Το ζητούμενο είναι να ενισχυθούν τα έσοδα, ανεξάρτητα από τον τρόπο που θα επιλεγεί» υπογραμμίζει η ίδια πηγή.

Ταυτόχρονα, θα συνεχιστεί και του χρόνου με αμείωτη ένταση η προώθηση επενδυτικών προγραμμάτων στους ιδιώτες αποταμιευτές, ώστε να μειωθούν τα υπόλοιπα στους λογαριασμούς τους.

Το παράδειγμα της Κύπρου

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Κύπρου, όπου ήδη πολλές τράπεζες επιβαρύνουν τους πελάτες τους, ιδιώτες και νομικά πρόσωπα, με διάφορους τρόπους.

Συγκεκριμένα:

– Στους ιδιώτες επιβάλλονται χρεώσεις για την τήρηση κάθε λογαριασμού, που μπορεί να φτάνουν ανάλογα με τον τύπο του, έως και 7 ευρώ μηνιαίως

– Ειδικά στις επιχειρήσεις, εκτός από τα έξοδα τήρησης ενός λογαριασμού (έως 30 ευρώ μηνιαίως), για ποσά άνω των 100.000 ευρώ πληρώνουν επιτόκιο, που μπορεί να φτάνει ακόμη και στα επίπεδα του 0,50%.

– Αυστηρές είναι οι τράπεζες και με λογαριασμούς που βρίσκονται σε ακινησία για κάποιο χρονικό διάστημα. Σε κάποιες η χρέωση ακινησίας διαμορφώνεται στα 15 ευρώ ανά εξάμηνο.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή