Χαμηλοί οι δείκτες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, κραδασμοί και υψηλή ανασφάλεια

    Το Μνημόνιο λήγει τέλη Αυγούστου. Όμως μαζί με αυτό δε λήγει η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα ότι η Ελλάδα έχει βρει τους μηχανισμούς να ενδυναμώσει την οικονομία της.

    Μάλιστα, παρά τους βελτιωμένους δείκτες (σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια) για την οικονομία και  τις τράπεζες, οι επενδύσεις προς τη χώρα μας είναι φειδωλές.

    Αυτό απεικονίζεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών και δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της έλλειψης αξιοπιστίας για το οικονομικό σύστημα της χώρας, όπως μας ενημερώνει η Ελευθερία Κούρταλη από το Capital.gr, αλλά και αποτελέσμα της πολιτικοοικονομικής εικόνας της Ιταλίας που έχει κάνει εντύπωση.

    Το κλίμα για το ΧΑΑ

    Το κλίμα γύρω από το Ελληνικό Χρηματιστήριο και τα ελληνικά assets έχει αλλάξει εντελώς από τον περασμένο μήνα, με τη σταθερότητα και την αισιοδοξία να παραχωρούν τη θέση τους στη μεταβλητότητα, την επιφυλακτικότητα και την αμφισβήτηση που προκάλεσαν η υπόθεση της Folli Follie, τα σύννεφα πάνω από τις ελληνικές τράπεζες –παρά την επιτυχία των stress tests– αλλά και η επιδείνωση του διεθνούς κλίματος και, εσχάτως, τα σεισμικά κύματα που έστειλαν στις αγορές οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία.

    Οι κραδασμοί του Γενικού Δείκτη

    Τόσο οι ελληνικές μετοχές, ειδικά οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, όσο και τα ελληνικά ομόλογα, βρέθηκαν αντιμέτωπα με έντονους “κραδασμούς” με τον Γενικό Δείκτη να χάνει και τις 800 μονάδες και το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου να εκτινάσσεται σε “απαγορευτικά” για τις αγορές επίπεδα.

    Η υπόθεση Folli Follie

    Σχολιάζοντας το ζήτημα της Folli Follie και της QCM το οποίο συνεχίζει να ταλανίζει την αγορά, αφού προκάλεσε αύξηση των shorts στην εισηγμένη και μεγάλη πίεση στη μετοχή, αναλυτές αναφέρουν πως η επενδυτική κοινότητα έχει εισαγάγει ένα νέο κριτήριο με το οποίο κατατάσσει τις εταιρείες, πέραν του βαθμού ελκυστικότητας των οικονομικών μεγεθών. Αυτός δεν είναι άλλος από τον βαθμό αξιοπιστίας όσων δημοσιοποιούν και αναφέρουν οι διοικήσεις των εταιρειών.

    [more]

    Πλήγμα στην εμπιστοσύνη

    “Οι αρχές θα πρέπει να κινηθούν έτσι ώστε αποκατασταθεί το ταχύτερο κλίμα εμπιστοσύνης ως προς τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία των εισηγμένων εταιρειών, ώστε να αποσοβηθεί η μετάδοση ως μεταδοτικού ιού της κλίματος χαμηλής εμπιστοσύνης και για άλλες εταιρείες”, ανέφερε στο Capital.gr ξένος αναλυτής.

    Το αποτέλεσμα είναι πως το Χ.Α. και γενικότερα οι ελληνικοί τίτλοι φανέρωσαν περίτρανα για μία ακόμη φορά το πόσο ευάλωτα είναι, τόσο στα εσωτερικά όσο και στα εξωτερικά σοκ, θέτοντας πλέον σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την επιλογή της “καθαρής εξόδου” που θέλει να ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση μετά το τέλος του προγράμματος. Ειδικά τη στιγμή που η χώρα θα βρεθεί σε ένα περιβάλλον όπου στον κοντινό ορίζοντα υπάρχει η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ, κάτι που σημαίνει υψηλότερο κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη και ειδικά στην ευρωπεριφέρεια, η οποία ήταν και ο μεγαλύτερος ωφελημένος από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ.

    Ο παράγοντας Ιταλία

    Μία πρώτη γεύση για του τι μπορεί να βιώσει η Ελλάδα μετά την καθαρή έξοδο, όπου η Ελλάδα δεν θα βρίσκεται πλέον κάτω από το δίχτυ ασφαλείας ενός προγράμματος, έστω και αν θα υπάρξει στενή εποπτεία από τους “θεσμούς”, είναι ο αντίκτυπος που είχε στα ελληνικά assets το κύμα αναταραχών που χτύπησε στα μέσα της περασμένης εβδομάδας την Ιταλία.

    Η διαρροή προσχεδίου κυβερνητικής προγραμματικής συμφωνίας των ιταλικών κομμάτων των Πέντε Αστέρων και της Λίγκας αναστάτωσε τις αγορές και ειδικά η αναφορά για υποβολή αιτήματος για διαγραφή από την ΕΚΤ του χρέους των 250 δισ. ευρώ που έχει η Ιταλία έναντι της κεντρικής τράπεζας, η οποία αγόρασε ιταλικά ομόλογα στο πλαίσιο του QE. Η διαρροή αυτή συνδυάσθηκε με παλαιότερη θέση των Πέντε Αστέρων για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με την έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ. Οι αναφορές αυτές τρόμαξαν τις αγορές οι οποίες δεν καθησυχάστηκαν ακόμα και όταν εκπρόσωπος της Λίγκας δήλωσε στο Reuters ότι η διαγραφή του χρέους δεν ήταν ποτέ στο επίσημο σχέδιο κυβερνητικού προγράμματος.

    Επιπτώσεις

    Οι ευμετάβλητες και δυσμενείς συνθήκες των αγορών είχαν τις πρώτες επιπτώσεις. Η Εθνική Πανγαία ανέβαλε την προσφορά ομολογιών ύψους 400 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία αποφάσισε την αναβολή της διαδικασίας προσφοράς ομολογιών (senior notes) αναφέροντας ότι θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στις χρηματαγορές.

    Σημειώνεται ότι η Πανγαία θα χρησιμοποιούσε τα καθαρά έσοδα από την έκδοση και πώληση των ομολογιών για την αποπληρωμή υφιστάμενου δανεισμού και για γενικούς εταιρικούς σκοπούς. Αυτό δείχνει ότι οι ξένοι επενδυτές διστάζουν πλέον να αυξήσουν την έκθεσή τους σε ελληνικά assets και αποτελεί άλλη μία σημαντική ένδειξη της επιδείνωσης του κλίματος και της αύξησης του ρίσκου που παρουσιάζει η Ελλάδα.

    Αρνητικό κλίμα

    Οι ξένοι επενδυτές εμφανίζονται ήδη επιφυλακτικοί σχετικά με τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, παρά την επιτυχή έκβαση των stress tests, τα οποία έδειξαν ότι δεν υπάρχει ανάγκη άμεσης ανακεφαλαιοποίησης, αφαιρώντας έτσι έναν σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας πάνω από τον κλάδο.

    Το κλίμα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες τραπεζίτες στα roadshows που διοργανώνονται αυτές τις μέρες στο εξωτερικό, είναι ιδιαίτερα αρνητικό, με τα funds να υπογραμμίζουν ότι οι προκλήσεις που έχουν μπροστά τους οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες είναι τεράστιο, κυρίως σε ό,τι αφορά το μέτωπο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΝΡEs).

    Η Morgan Stanley 

    Τόσο στο χρηματοοικονομικό συνέδριο της ΚΒW όσο και στο συνέδριο της Morgan Stanley για τις αναδυόμενες αγορές, τα οποία πραγματοποιήθηκαν στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα, στις one-to-one συναντήσεις που είχαν με τις τράπεζες, οι ξένοι επενδυτές εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για την πορεία του κλάδου, επισημαίνοντας ότι “βλέπουν” πως η ανάκαμψή του θα πάρει χρόνο και θεωρούν ότι το πρόβλημα των NPEs είναι εξαιρετικά δύσκολο να λυθεί σε δύο χρόνια.

    Η Goldman Sachs

    Η Goldman Sachs είχε επισημαίνει σε πρόσφατη έκθεσή της ότι η ανάκαμψη της κερδοφορίας των τραπεζών θα αργήσει. Μετά τα stress tests, η εκκαθάριση των ισολογισμών και οι προοπτικές της Ελλάδας μετά το τέλος του προγράμματος του ESM θα παραμείνουν στο προσκήνιο. Τα NPEs στην Ελλάδα (περίπου 100 δισ. ευρώ) αντιπροσωπεύουν το 50% των δανείων και άνω του 60% του ΑΕΠ με τον SSM να στοχεύει σε πτώση κατά 30 δισ. ευρώ έως το 2019. Η πρόοδος στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και οι πωλήσεις NPLs είναι ενθαρρυντικά στοιχεία, αλλά η επιτυχία στηρίζεται σε ένα υποστηρικτικό μακροοικονομικό και πολιτικό σκηνικό.

    Η BofA Merrill Lynch

    Η BofA Merrill Lynch, από την πλευρά της, είχε αναφέρει ότι αν και οι ελληνικές τράπεζες “πέρασαν” τα stress tests της ΕΚΤ, όπως αναμενόταν, ωστόσο έχουν μακρύ δρόμο ακόμη μπροστά τους και πως μακροπρόθεσμα, η αξιολόγηση του κλάδου παραμένει σε μέτρια επίπεδα, καθώς οι προκλήσεις μείωσης των επισφαλών δανείων είναι υψηλές και οι στόχοι που έχουν τεθεί για τη μείωση των NPEs είναι υψηλοί, μεταξύ 37%-45%.

    Η HSBC

    Στο πρόσφατο ταξίδι της στην Αθήνα και μετά τις συναντήσεις που είχε η HSBC με τις ελληνικές τράπεζες κατέληξε στο συμπέρασμα πως αν και οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει τη θέση των ισολογισμών του, ωστόσο η πιστωτική ανάπτυξη παραμένει αδύναμη λόγω της έλλειψης της ζήτησης. Σύμφωνα με πρόσφατο report της, αν και οι ελληνικές τράπεζες πετυχαίνουν τους στόχους τους για τα NPEs και τα NPLs, ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος της προσπάθειας είναι ακόμα μπροστά, και η ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν μια φιλική προς τους μετόχους μείωση παραμένει πρωταρχικής σημασίας. Επίσης, όπως τόνισε, υπάρχουν ανησυχίες ότι ο υψηλότερος αντίκτυπος της επιβολής του IFRS9 και οι αυξημένες απαιτήσεις του SSM για τις προβλέψεις θα δημιουργήσουν σημαντικά εμπόδια στα κεφαλαιακά μαξιλάρια των τραπεζών.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΟ CAPITAL.GR

    [/more]

    Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
    Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

    Καμία δημοσίευση για προβολή