Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου : Σκιές στις σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας και επί προεδρίας Μπάϊντεν. Η αμφισημία του Βερολίνου και οι πιέσεις της Ουάσιγκτον

Διάσκεψη Μονάχου

Την πρώτη τους αναγνωριστική διαδικτυακή συνάντηση θα έχουν σήμερα ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν με την Γερμανίδα Καγγελάριο Μέρκελ, στα πλαίσια της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου, που θα προηγηθεί της επίσης διαδικτυακής συνάντησης με τους υπόλοιπους ηγέτες της G7.

  • Και μπορεί το Βερολίνο να δηλώνει ανακουφισμένο από το τέλος της εποχής Τραμπ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η νέα εποχή Μπάϊντεν θα είναι ανέφελη για τις σχέσεις της Ευρώπης με την Αμερική.

Επί των προεδρικών ημερών του Ντόναλτ Τραμπ, η υπερδύναμη είχε στραφεί σε μία περισσότερο εθνοκεντρική εξωτερική πολιτική, που κατά πολλούς, την οδήγησε στην εμπορική και οικονομική απομόνωση. Στροφή που για ευνόητους λόγους, είχε πιέσει αρκετά το Βερολίνο.

Σήμερα, οι Γερμανοί οικοδεσπότες της Διάσκεψης θα υποδεχθούν τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος προ διετίας, ως διεκδικητής τότε του προεδρικού χρίσματος, είχε υποσχεθεί από το βήμα της ίδιας διάσκεψης ότι θα επανέλθει.

  • Και μαζί του θα επανέλθουν όλα τα ζητήματα στα οποία το Βερολίνο επιδεικνύει αμφισημία, όπως στην απαίτηση για μεγαλύτερη συμβολή των Ευρωπαίων συμμάχων στην Ατλαντική Συμμαχία, η οποία δεν αναμένεται να αναιρεθεί παρά την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο, όπως και οι τριβές για την ολοκλήρωση του υποθαλάσσιου αγωγού μεταφοράς ρωσικού αερίου NordStream2,οι οποίες κλιμακώνονται.

Το Βερολίνο δίνει τον νυν υπέρ πάντων αγώνα για να κατευνάσει την αμερικανική πλευρά, υποσχόμενη να δεσμεύσει ένα δισ. ευρώ στη δημιουργία νέων σταθμών (αμερικανικού) υγροποιημένου φυσικού αερίου ή να συγκατατεθεί σε έναν μηχανισμό διακοπής της ροής του NordStream2, εάν αυτό επιβληθεί πολιτικά.

  • Αυτή η επιχειρηματική οπτική της Γερμανίας, ωστόσο, ερεθίζει τα ανακλαστικά των ΗΠΑ που τη θεωρούν πρόκληση από γεωπολιτική διάσταση.

Και αυτό, διότι μετά την επανένωσή της, η Γερμανία απολαμβάνει μοναδικών πλεονεκτημάτων, όπως την οικοδόμηση τεράστιων εμπορικών πλεονασμάτων, την ώρα που έχοντας την ασφάλεια του ΝΑΤΟ λοξοκοιτάζει προς ανατολάς, είτε προς την Κίνα ως θηριώδους αγοράς, είτε προς τη Ρωσία ως πηγή ενεργειακής επάρκειας.

Ήδη πέρσι η Κίνα αναδείχθηκε σε πρώτο εμπορικό εταίρο της Ε.Ε., ενώ σε συνθήκες βεβιασμένης αποπυρηνικοποίησης της Γερμανίας, η λύση του ρωσικού φυσικού αερίου είναι περίπου υποχρεωτική, αν η γερμανική εξαγωγική μηχανή επιθυμεί να διατηρήσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα.

Είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ ενοχλούνται από την προοπτική μιας σταδιακής, ασφαλούς γερμανικής απεξάρτησης από τη διατλαντική σχέση.

Καμία δημοσίευση για προβολή