Κάτω από τις προσδοκίες βλέπει την ανάπτυξη στη χώρα μας το ΔΝΤ, επιμένοντας στις γνωστές συνταγές του αλλά και στη μείωση των πλεονασμάτων

υπάρχει αισθητή πρόοδος στην ελληνική οικονομία, αλλά και χώρος για πολύ περισσότερη.

 

Το ΔΝΤ αναθεώρησε οριακά προς τα πάνω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας το 2020 από το 2,2% στο 2,3%, ευθυγραμμιζόμενο με την Κομισιόν. Αντιθέτως, έριξε στο 1,8% τον πήχη για τη φετινή ανάπτυξη, ταυτιζόμενο και πάλι με τις Βρυξέλλες, έναντι προηγούμενης εκτίμησης του για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2% το 2019.

Κατά το Ταμείο, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ήταν κατώτερη των προσδοκιών. Η αναστροφή πολιτικών τον προηγούμενο χρόνο – με τις προεκλογικές παροχές Τσίπρα – «φρενάρει» τη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή προοπτική.

Το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου υπογραμμίζει ότι η ανάπτυξη επανήλθε στην Ελλάδα, αλλά ως τώρα είναι κατώτερη των προσδοκιών. Η ανάπτυξη μετά το 1,9% το 2018,  μετριάσθηκε φέτος, εξαιτίας της υποτονικότητας των ιδιωτικών επενδύσεων και της υποεκτέλεσης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.

Στη συνέχεια το Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη:

  • 2% το 2021,
  • 1,4% το 2022
  • 0,9% το 2023 και το 2024.

Οι εκτιμήσεις αυτές προκάλεσαν τη σκληρή απάντηση της κυβέρνησης, μέσω του εκπροσώπου της στο Ταμείο, θεωρώντας ότι πρόκειται για εκτιμήσεις που βασίζονται στο παρελθόν και δεν λαμβάνουν υπόψιν την αλλαγή κλίματος στην Ελληνική οικονομία μετά τις εκλογές.

“Η έκθεση στηρίζεται σε υπερβολικό βαθμό σε προκλήσεις του παρελθόντος και υποτιμά πρόσφατες θετικές εξελίξεις, είναι η βασική ένσταση της Ελλάδας στην έκθεση του ΔΝΤ , όπως αποτυπώνεται στη δήλωση του εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ Μιχάλη Ψαλιδόπουλου.

«Συνολικά, οι ελληνικές αρχές εκτιμούν, και πράγματι οι εξελίξεις στις αγορές συμπίπτουν στο ότι το οικονομικό outlook είναι πολύ πιο ευνοϊκό απ’ ότι απεικονίζεται στην έκθεση. Οι ελληνικές αρχές προσβλέπουν σε μελλοντικές αναλύσεις του ΔΝΤ που θα έχουν πιο ισορροπημένες εκτιμήσεις για τα παρελθόντα γεγονότα και μεγαλύτερη έμφαση στην ανάλυση για το μέλλον», τονίζει χαρακτηριστικά.

Εμμονή του ΔΝΤ στην “παλαιά καλή συνταγή”…

Παράλληλα, το ΔΝΤ εμμένει στη γνωστή συνταγή μέτρων:

  • μείωση του αφορολογήτου ορίου,
  • περικοπή των συντάξεων,
  • κατάργηση της «13ης σύνταξης»,
  • τέλος στην προστασία της Α΄ κατοικίας,
  • άνοιγμα αγορών
  • απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.

Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης επισημάνσεις για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων σε συμφωνία με τους θεσμούς της ΕΕ. Συγκεκριμένα γίνεται λόγος για “επίτευξη συναίνεσης με τους ευρωπαίους εταίρους σχετικά με χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα που θα παράσχουν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για πολιτικές κοινωνικής ένταξης και ανάπτυξης, αλλά δεν θα υποκαταστήσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις”

Στην έκθεσή του το ΔΝΤ  καταγράφονται και οι ακόλουθες επισημάνσεις:

  •  Στο πεδίο του χρέους το ΔΝΤ διατηρεί  αμετάβλητη την πρόβλεψή του για το 2020, θεωρώντας ότι θα φθάσει το 171,4% του ΑΕΠ. Για φέτος καταγράφεται οριακή μείωση στο 176,5%, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 176,6%, και ακολουθεί μικρή βελτίωση των προβλέψεων για τα επόμενα χρόνια: 166,3% το 2021 (από 167,1%), 161% το 2022 (από 161,7%), 155,6% το 2023 (από 157,2%) και 152% το 2023 (από 154,1%).
  • Στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εκτιμά σταδιακή διεύρυνση του ελλείμματος  από 2,8% φέτος σε 2,9% το 2020, 3,2% το 2021, 3,3% το 2022, 4% το 2023 και 4,2% το 2024.
  • Στη δημοσιονομική πολιτική, θεωρεί ότι χρειάζεται βελτίωση, με μεγαλύτερη έμφαση στις επενδύσεις και στις στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες για στήριξη των πιο ευάλωτων.
  • Στη φορολογία, διαφωνεί με τις εξαιρέσεις από τον ΦΠΑ, όπως το «πάγωμα» του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για μια τριετία, ενώ χαρακτηρίζει μεν ευπρόσδεκτες τις μειώσεις στη φορολογία εισοδήματος, αλλά επιμένει ότι θα έπρεπε να συνδυαστούν με διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω της μείωσης του αφορολογήτου ορίου.
  • Στις συντάξεις, εμμένει στη μείωση τους, ζητώντας ευθυγράμμιση των παλιών συντάξεων με τον νέο τρόπο υπολογισμού, δηλαδή στην κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
  • Στον τραπεζικό τομέα εκφράζει έντονη ανησυχία για τη δυνατότητα των τραπεζών να ενισχύσουν χρηματοδοτικά τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, εκτιμώντας όμως ότι θα απαιτηθούν πολλά χρόνια για να επιτευχθεί αυτό.
  • Για τα “κόκκινα δάνεια” ζητά να εφαρμοσθεί μια πιο φιλόδοξη πολιτική μείωσης τους στην οποία θα περιλαμβάνεται και η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, ώστε να ενισχυθεί η κουλτούρα πληρωμών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αυξήσεις στις καθαρές αποδοχές μισθωτών και συνταξιούχων από το νέο έτος

Οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου υποδέχονται θετικά τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης, υπογραμμίζουν όμως ότι θα χρειασθεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να τονωθεί η ανάπτυξη, και να δείξει κυβέρνηση ισχυρή πολιτική βούληση στην αντιμετώπιση κατεστημένων συμφερόντων, ώστε να ενισχυθούν οι επενδύσεις, η ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή.

Οι διευθυντές του Ταμείου συμφωνούν ότι είναι είναι ανάγκη, προκειμένου να κεφαλαιοποιήσει η οικονομία τα οφέλη από τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, να γίνουν σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και σε άλλους τομείς, πρωτίστως σε ό,τι αφορά την απελευθέρωση των αγορών προϊόντων.

Οι προβλέψεις του Ταμείου για την Ελλάδα

Καμία δημοσίευση για προβολή