ΕΚΤ και Fed: και μαζί και χώρια – Οι προτεραιότητες των δύο παγκόσμιων θεσμών

 Του Κώστα Μποτόπουλου  

Μια προϋπάρχουσα εδώ και μια δεκαπενταετία τάση της παγκόσμιας οικονομίας, την αναβάθμιση, ποιοτική και ποσοτική, του ρόλου των κεντρικών τραπεζών, η πανδημία την κατέστησε ακόμα πιο έντονη. Οι δυο μεγαλύτεροι παγκόσμιοι θεσμοί στο πεδίο αυτό, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), βρίσκονται, εκούσες-άκουσες, αλλά με καθοριστικό τρόπο, στο επίκεντρο των εξελίξεων και μέσα στην πανδημία και κατά τη μετάβαση προς την ανάκαμψη.

  • Κοντινοί συγγενείς αλλά με πολύ διαφορετικό χαρακτήρα: έτσι θα μπορούσε να περιγράψει κανείς, με λίγες λέξεις, τη σχέση των δυο κεντρικών τραπεζών.

Η ΕΚΤ επέδειξε δημιουργική φαντασία

Η ΕΚΤ: ενωσιακό όργανο με βάση το ίδιο το «ευρωπαϊκό Σύνταγμα» (τις Συνθήκες της Ένωσης), τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας (Καταστατικό) με επίσης «συνταγματική» ισχύ, ανεξαρτησία τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τα όργανα της Ένωσης, ολοένα και πιο αυξημένη πολιτικότητα αλλά περιορισμένη πολιτική λογοδοσία και με κυρίαρχο, σε υπερβολικό, για πολλούς, στόχο, τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, δηλαδή την καταπολέμηση του πληθωρισμού (με αριθμητικό κριτήριο τη διατήρηση του «κάτω ή κοντά στο 2%»).

Ακριβώς εξαιτίας αυτού του «κορσέ», επέδειξε μια σε μεγάλο βαθμό άτυπη, και πάντως σαφώς πέραν του προδιαγεγραμμένου νομικού πλαισίου, δημιουργική φαντασία κατά τις δύο πρόσφατες, και βαθιές, οικονομικές κρίσεις, πρώτα τη χρηματοπιστωτική και μετά αυτή που προκλήθηκε ως επακόλουθο της πανδημίας.

Με ρόλο στη «διάσωση» όχι μόνο τραπεζών αλλά και χωρών, με πρώτη τη δική μας, με διαμόρφωση νέων «προγραμμάτων» (whatever it takes) και νέων «εργαλείων» (TLTROs, και στη συνέχεια ειδικά προγράμματα αγοράς ομολόγων), και, τώρα πλέον, με διεκδίκηση ρόλου και σε σχέση με την ανάπτυξη και σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Η Fed εμπνευστής της «ποσοτικής χαλάρωσης»

Η Fed, από την άλλη: ομοσπονδιακό αλλά εθνικό όργανο, με επικεφαλής πρόσωπο ανεξάρτητο μεν, διορισμένο από τον Πρόεδρο δε, εμπνευστής της «ποσοτικής χαλάρωσης»  (quantitative easing), δηλαδή ουσιαστικά «κοπής χρήματος» απαγορευμένης στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με παγκόσμιο ρόλο λόγω «πιλοταρίσματος» του δολαρίου και με πιο ανοιχτούς ορίζοντες, λόγω εξ υπαρχής υπηρέτησης και των στόχων της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

Οι συνέργειες μεταξύ των δύο πολλές, σε έναν οικονομικό κόσμο όλο και πιο διασυνδεδεμένο, τα προβλήματα εν πολλοίς κοινά, αλλά οι «απαντήσεις», όπως βλέπουμε τον τελευταίο καιρό, όχι πάντα ταυτόσημες.

Προτεραιότητα της ΕΚΤ η συνέχιση των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων

Η ΕΚΤ κρατά στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων τη συνέχιση και το ρυθμό συνέχισης των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων για την πανδημία (PEPP), έχοντας στο βάθος του μυαλού τον εκκρεμή ακόμα κίνδυνο που έρχεται από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Δίνει ιδιαίτερο βάρος στην αντιμετώπιση του κινδύνου πολλών επιχειρηματικών πτωχεύσεων μόλις σταματήσουν ή μειωθούν τα μέτρα στήριξης και στις επιπτώσεις των επιπλέον ανισοτήτων που έχουν ήδη δημιουργηθεί σε χώρες και κλάδους. Παρατηρεί με προσοχή και σχετική αγωνία τα επίπεδα χρέους των κρατών μελών, όπως και την πιθανότητα να ξαναπάρουν την ανηφόρα, ειδικά σε ευάλωτες χώρες (όπως η Ελλάδα), τα «κόκκινα δάνεια». Μετρά αλλά δεν ανησυχεί (επισήμως) ακόμα τόσο για τον πληθωρισμό, ενώ έχει στο οπτικό της πεδίο, αλλά πιο πίσω, τις αγορές κεφαλαίων και τα κρυπτονομίσματα.

Με την ευκαιρία της «επανασυζήτησης» (review) της εν γένει πολιτικής της, η ΕΚΤ, με καθοριστική, ως προς αυτό, συμμετοχή της Προέδρου Λαγκάρντ, είναι πολύ πιθανό ότι θα φλερτάρει με διαφοροποίηση του τρόπου μέτρησης (όχι του στόχου) του πληθωρισμού, την παγίωση των «προγραμμάτων στήριξης» και τη συμμετοχή στο «πρασίνισμα» της οικονομίας. Η μάχη περιστερών (υπέρ της διαρκούς παροχής στήριξης) και γερακιών (υπέρ του γρήγορου ξανα-σφιξίματος της στρόφιγγας) στο εσωτερικό των αποφασιστικών οργάνων της δεν έχει απολύτως κριθεί, αλλά με την επερχόμενη πολιτική αλλαγή στη Γερμανία, και πάντως την αποχώρηση της Καγκελαρίου Μέρκελ, η πλάστιγγα, που είχε ήδη αναγκαστικά γείρει λόγω των κρίσεων, παίρνει ακόμη μεγαλύτερη κλίση.

Η Fed διορθώνει την πορεία της

Η Fed, αμέσως μόλις ο επικεφαλής της Τζερόμ Πάουελ απελευθερώθηκε από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του Προέδρου Τραμπ που τον διόρισε αλλά και δεν τον άφηνε ήσυχο, και που μπλεκόταν σε όλα χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα, προέβη σε δυο τεχνικές από πρώτη άποψη αλλά σημαντικές διορθώσεις πορείας: «κοιτά» πλέον τον πληθωρισμό πιο δυναμικά, ως έναν μέσο όρο περισσότερο (average over time) παρά ως σταθερό και αμετακίνητο στόχο, ενώ συνδέει και την απασχόληση με τον πληθωρισμό, υπό την έννοια ότι, λόγω και της ευελιξίας της αμερικανικής αγοράς εργασίας και της «διόρθωσης» που ήδη ξεκίνησε μόλις βελτιώθηκε το εμβολιαστικό προφίλ, η απασχόληση αντιμετωπίζεται από εδώ και μπρος στο ευρύτερο πλαίσιο της ανάπτυξης, που κι αυτή αποκτά νέα χαρακτηριστικά.

Με το δε quantitative easing να έχει κάνει τη δουλειά του όλα αυτά τα χρόνια και τα «δημόσια πακέτα» του Προέδρου Μπάιντεν να έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ, η συζήτηση για τη στήριξη είναι για την αποκλιμάκωση και όχι για την ενίσχυση ή την παγίωση, όπως στην Ευρώπη.

Η Fed εστιάζει στον πληθωρισμό, η ΕΚΤ ανοίγεται στην ανάπτυξη

Παρατηρούνται, επομένως, δύο ενδιαφέρουσες υπόγειες μετατοπίσεις: η Fed, με πιο «κοινωνική» εκ γενέσως στοχοθεσία, εστιάζει πιο πολύ στον πληθωρισμό, ενώ η ΕΚΤ, που έχει τον πληθωρισμό ως κύριο αν όχι αποκλειστικό στόχο, ανοίγεται σιγά-σιγά στα πελάγη της τόνωσης της ανάπτυξης. Επιπλέον, στη σημερινή φάση, η ισχυρή πολιτικά αλλά και ατομικά προσωπικότητα είναι εκείνη που έχει έδρα στη Φρανκφούρτη και όχι στην Ουάσιγκτον.

Σε τρία πάντως κρίσιμα σημεία υπάρχει σύγκλιση απόψεων: στην ανάγκη στενότερης συνεργασίας, στην καταπολέμηση μιας «παράλογης ευφορίας» (έκφραση του Αντιπροέδρου της ΕΚΤ Ντε Γκίντος) των αγορών και μιας υπερβολικής πεποίθησης ότι βρισκόμαστε κοντά την υπέρβαση των κρίσεων, καθώς και στη σημασία η παγκόσμια οικονομία, με ενεργό συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών, να βοηθήσει τη μετάβαση στην «πράσινη ανάπτυξη».

Σε δεύτερο χρόνο θα τεθεί, ελπίζω πάλι από κοινού, το υπαρξιακό ζήτημα του «πόση πολιτική» είναι υγιές να κάνουν θεσμοί με ανεξαρτησία μεν, αλλά χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση. Που πάντως προς το παρόν, σε μεγάλο βαθμό, σώζουν την παρτίδα.                                                            

Καμία δημοσίευση για προβολή