Foreign Policy: Μπορεί ο Μπάιντεν να καταφέρει να «ξεκολλήσει» τις ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή και να αναπτύξει την εξωτερική πολιτική που θέλει;

Μπάιντεν Ερντογάν
FILE PHOTO: Democratic U.S. presidential candidate and former Vice President Joe Biden speaks about responses to the COVID-19 coronavirus pandemic at an event in Wilmington, Delaware, U.S., March 12, 2020. REUTERS/Carlos Barria/File Photo

Αν και γίνονται προσπάθειες εδώ και δεκαετίες, ο κύριος όγκος της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ παραμένει επικεντρωμένος στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Από τον Τζίμι Κάρτερ και εντεύθεν, κάθε νέος ένοικος του Λευκού Οίκου προσπαθούσε να μειώσει το βάρος που η Ουάσινγκτον έδινε στη Μέση Ανατολή και κάθε ένας από αυτούς τελικά παραδεχόταν την αποτυχία του.

Το παζλ της Μέσης Ανατολής

Σχεδόν δέκα χρόνια μετά την ανακοίνωση της τότε ΥΠΕΞ, Χίλαρι Κλίντον, ότι οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να κάνουν το «άλμα» προς την Ασία, δεκάδες μικρά και μεγάλα γεγονότα, από την Αραβική Άνοιξη και τον εμφύλιο στη Συρία, ως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, κράτησαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ «δέσμια» της Μέσης Ανατολής, θέλοντας και μη.

Ακόμα και οι προσπάθειες του Τραμπ να εξομαλύνει την κατάσταση μέσω των «Αβρααμικών Συμφωνιών» μεταξύ του Ισραήλ και αραβικών χωρών δεν κατάφεραν να μειώσουν τη βαρύτητα που η Μέση Ανατολή συνεχίζει να παίζει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και πλέον ο Τζο Μπάιντεν καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να βρει τη χρυσή τομή που θα του επιστρέψει να ασχοληθεί με την Κίνα, την οποία και θεωρεί ως το βασικό στρατηγικό πρόβλημα των ΗΠΑ σήμερα.

Το μήνυμα στο Ιράν

Η απάντησή του στο χτύπημα με ρουκέτες σε αεροπορική βάση των ΗΠΑ στο Ιράκ -ένα «χειρουργικό» χτύπημα στη Συρία σε πέρασμα που χρησιμοποιείται από φιλοϊρανικές δυνάμεις- φάνηκε σχεδόν «επιστημονική»: χωρίς φανφάρες -το Πεντάγωνο αρκέστηκε να δηλώσει ότι «ο προεδρος Μπάιντεν θα προστατεύσει το προσωπικό των ΗΠΑ και της συμμαχίας»-, χωρίς απείλές, χωρίς εμπρηστική ρητορική. Αντιθέτως, ήταν «τόσο όσο» ώστε να μην κλείνει την πόρτα στη διπλωματία, χωρίς να φανεί ότι η Αμερική δεν μπορεί να «βγάλει δόντια».

Μάλιστα, την ίδια στιγμή που εξουσιοδοτούσε το χτύπημα, ο Μπάιντεν καλούσε το Ιράν στο τραπέζι του διαλόγου σχετικά με τη συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα, από την οποία ο Τραμπ είχε τραβήξει τις ΗΠΑ, επιβάλλοντας νέες κυρώσεις στην Τεχεράνη. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ θέλει να σωθεί η συμφωνία και να εξομαλυνθούν οι σχέσεις με το Ιράν, ωστόσο, με το χτύπημα θυμίζει ότι οι ΗΠΑ δεν θα επιτρέψουν ενέργειες που θα αποσταθεροποιούν έτι την περιοχή. Το μήνυμα είναι, θέλουμε να συζητήσουμε και να τα βρούμε, αλλά μην μας προκαλείτε.

Το ζήτημα της Σαουδικής Αραβίας

Το Ιράν, ωστόσο, είναι μόνο ένα από τα κομμάτια του παζλ που πρέπει να μπουν στη θέση τους για να μπορέσει η Ουάσινγκτον να ρίξει το διπλωματικό της βάρος και αλλού. Η Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, και ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων Ριάντ-Ουάσινγκτον αποτελούν έναν ακόμα στόχο για τον Μπάιντεν, ο οποίος παρέλαβε άλλη μια «ειδική σχέση» μεταξύ του Τραμπ και του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν, και έναν πόλεμο -στην Υεμένη- που έχει μετατραπεί σε ανθρωπιστική καταστροφή.

Δεδομένου ότι η Σαουδική Αραβία είναι ένας στρατηγικός σύμμαχος των ΗΠΑ, ο Μπάιντεν προχωρεί με αργά και σταθερά βήματα στην «αναδιάρθρωση» των σχέσεων:

  • ανακοίνωσε επανεξέταση εξοπλιστικού προγράμματος,
  • συνομίλησε με τον βασιλιά Σαλμάν και όχι με τον πρίγκιπα διάδοχο,
  • δημοσιοποίησε την έρευνα για τη δολοφονία Κασόγκι που έδειξε ως υπεύθυνο τον πρίγκιπα -αλλά ανακοίνωσε κυρώσεις σε άλλους αξιωματούχους- και
  • δήλωσε έτοιμος να αναλάβει διπλωματικές πρωτοβουλίες για τον πόλεμο στην Υεμένη. Όλα δείχνουν ότι θέλει το Ριάντ σύμμαχό του, αλλά με όρια και ελέγχους.

Νέα ισορροπία δυνάμεων

Στην ουσία, ο Μπάιντεν προσπαθεί να δημιουργήσει στην περιοχή μια ισορροπία μεταξύ ιδεαλισμού και ρεαλισμού, στέλνοντας το μήνυμα ότι θέλει να υπάρξει μια σχέση καλής συνεργασίας με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη χωρίς να βάζει στην άκρη τις ιδιαιτερότητές τους, αλλά ούτε και τα αμερικανικά συμφέροντα, τα οποία απειλήθηκαν από Κίνα και Ρωσία, λόγω της τακτικής που ακολούθησε ο Τραμπ, η οποία και άφησε ανοίγματα για τη Μόσχα και το Πεκίνο. Ο στόχος μοιάζει απλός: μια νέα ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα των ΗΠΑ, και θα επιτρέψει στην Ουάσινγκτον να ασχοληθεί με τις μεγάλες προκλήσεις που η ίδια έχει θέσει.

Πηγή: Foreign Policy

Καμία δημοσίευση για προβολή