Μέσα στην παγκόσμια οικονομική καταιγίδα, η Ελλάδα συνεχίζει να έχει πρόσβαση στις αγορές με λογικό επιτόκιο. Αυτό αποδεικνύει ότι οι αγορές εμπιστεύονται την ελληνική οικονομία και τον τρόπο που καθοδηγείται από την παρούσα κυβέρνηση. Τουλάχιστον 14 Ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά Ταμεία από όλον τον κόσμο, 40 τράπεζες και άλλοι τόσοι διαχειριστές κεφαλαίων και διαθεσίμων, έδωσαν 2 δισ. στην χώρα μας, με όρους «προ Κορoναϊού»
Η Ελλάδα, με την έκδοση επταετούς ομολόγου, άντλησε χθες από τις αγορές 2 δισ. ευρώ με επιτόκιο 2%. Υπενθυμίζεται ότι ανάλογη έκδοση 15ετούς ομολόγου είχε πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο, ύψους 2,5 δισ. ευρώ με διαμόρφωση επιτοκίου στο 1,875%, ενώ υπήρξε και έκδοση 7ετούς ομολόγου, τον Ιούλιο του 2019, όταν η Ελλάδα είχε δανειστεί 2,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 1,9%. Προηγουμένως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε δανειστεί το Φεβρουάριο 2018, πάλι με επταετές ομόλογο, ποσό 3 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3,5%, δηλαδή με επιτόκιο πολύ υψηλότερο από το επιτόκιο με το δανείστηκε χθες η χώρα εν μέσω της οικονομικής καταιγίδας που προκαλεί η πανδημία του κορονοϊού.
- Γιατί έγινε τώρα η έξοδος στις αγορές, σε τι διαφέρει από τις προηγούμενες;
Η οικονομική αναλύτρια του economico.gr Δάφνη Γρηγοριάδη, απαντάει στο ερώτημα σε έξι απλές παραγράφους:
O στόχος της έκδοσης 7ετούς ομολόγου: Είναι για να δηλώσει η Ελλάδα την παρουσία της στις αγορές, έστω και αν τα επιτόκια αυτή την περίοδο της ενισχυμένης αβεβαιότητας είναι μεγαλύτερα. Τελευταία φορά που η Ελλάδα εξέδωσε 7ετές ομόλογο ήταν τον Ιούλιο του 2019.
Τι αντικατοπτρίζει η επενδυτική ζήτηση: Σε μια περίοδο όπου οι επενδυτές δεν αναλαμβάνουν υψηλό ρίσκο θα λέγαμε ότι η ζήτηση “κρατήθηκε” σε καλά επίπεδα αφού καλύφθηκε το ζητούμενο ποσό των 2 δις ευρώ, υπήρξε υπερπροσφορά και χαμηλή αύξηση του επιτοκίου το οποίο διαμορφώθηκε στο 2%. Θετικά συνέβαλε το γεγονός πως η Ελλάδα εντάχθηκε στην έκτακτη ποσοτική χαλάρωση και αρνητικά οι πρόσφατες προβλέψεις του ΔΝΤ για μείωση του ΑΕΠ έως και 10% μέχρι το τέλος του έτους. To 7ετές ομόλογο αποτελεί την πρώτη έκδοση της χώρας από τότε που οι τίτλοι της έγιναν επιλέξιμοι από την ΕΚΤ.
Η αμέσως προηγούμενη έξοδος στις αγορές: Να υπενθυμίσουμε πως είχε πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο, ύψους 2,5 δισ. ευρώ για την έκδοση 15ετούς ομολόγου, με διαμόρφωση επιτοκίου στο 1,875%. Ο οργανισμός διαχείρισης δημόσιου χρέους επιδιώκει συχνή επαφή με τους θεσμικούς επενδυτές, προκειμένου να διασφαλιστεί ικανή ποσότητα ρευστότητας.
Γιατί αυξήθηκε το κόστος δανεισμού σε σχέση με τις προηγούμενες εκδόσεις: Μια νέα αποκλιμάκωση θα έδινε πλεονέκτημα στους Ελληνικούς τίτλους καθιστώντας τους θελκτικότερους, όμως σε ένα διεθνές σκηνικό αβεβαιότητας η επενδυτική ζήτηση ήταν αναμενόμενο ότι θα μειωθεί. Οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν ήδη 18 μονάδες βάσης στο 2,06%, κοντά στο υψηλό των τριών εβδομάδων.
Γιατί έγινε τώρα η έξοδος: Mε δεδομένο ότι η κορύφωση της υγειονομικής κρίσης στην Ευρώπη έχει αρχίσει να φθίνει και με δεδομένο ότι το επίκεντρο έχει μετατοπιστεί προς τις ΗΠΑ, τα Ευρωπαϊκά ομόλογα και πόσο μάλλον τα Ελληνικά – καθώς η χώρα μας αντιμετώπισε αποτελεσματικότερα από τις υπόλοιπες χώρες την πανδημία – είναι προτιμότερα έναντι των Αμερικανικών αυτή την στιγμή. Aυτό το γεγονός έστρεψε την Ελλάδα σε μια νέα έκδοση, σε συνδυασμό με την απόφαση της ΕΕ να μην εκδοθεί Ευρωομόλογο.
Ποιος παράγοντας επηρεάζει τις αποδόσεις ομολόγων εκτός από τον covid-19: Kαθοριστικός παράγοντας για την διαμόρφωση των αποδόσεων διαδραματίζει εκτός από την εξάπλωση της πανδημίας και το ύψος των οικονομικών συνεπειών, η πορεία του πετρελαίου. Παρά την ανακοίνωση για μείωση της παραγωγής, το σημείο αναφοράς Brent συνέχισε την καθοδική του πορεία. Οι τιμές των ομολόγων μπορεί να είναι ευαίσθητες στις κινήσεις του πετρελαίου, καθώς αυτές μπορούν να επηρεάσουν την πορεία του πληθωρισμού.
Για περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ