Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η σοβαρή κουβέντα για την οικονομία μπορεί να περιμένει

Οι αλλεπάλληλες πτωτικές συνεδρίες στα διεθνή χρηματιστήρια στο τέλος του 2018 αντανακλούν τα σύννεφα που σωρεύονται στην παγκόσμια οικονομία. Στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες καταγράφηκε μια μικρή υποχώρηση ως προς τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ.

Στις ΗΠΑ δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν σταδιακή υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης. Η κινεζική ηγεσία προσπαθεί να αντιστρέψει τα διάφορα σημάδια επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης που εμφανίζονται στην οικονομία της, αξιοποιώντας το βάθος της κινεζικής εσωτερικής αγοράς. 

Στην Ευρώπη, κυριαρχεί η αμηχανία για το πώς θα διαχειριστούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί την εντεινόμενη δυσαρέσκεια των κοινωνιών για τις πολιτικές λιτότητας, που εκφράζεται και ως κρίση των παραδοσιακών πολιτικών οικογενειών της Ευρώπης, των σοσιαλδημοκρατών και των χριστιανοδημοκρατών.

Σε αυτό το φόντο δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι είναι πιθανό το 2019 να είναι χρονιά επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας με πιθανό το ενδεχόμενο νέας ύφεσης προς το 2020.

Οι αγορές ήδη αντιδρούν σε αυτές τις τάσεις, όχι μόνο με την «διόρθωση» των τιμών στα χρηματιστήρια, αλλά και με την απόσυρση κεφαλαίων από περιφερειακές και αναδυόμενες αγορές προς τις πιο σίγουρες «μητροπολιτικές αγορές», με την τελευταία εξέλιξη να κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για χώρες όπως η Ελλάδα που τώρα θέλουν να βγουν στις αγορές και να δανειστούν σχετικά φτηνά.

Η δέσμευση για υπερ-πλεονάσματα

Σε αυτό το πλαίσιο η εμφάνιση στην ελληνική οικονομία από το 2017 αυξητικών ρυθμών ανάπτυξης, περισσότερο παραπέμπει στην αναγκαστική ανάκαμψη μετά από μια πολύ παρατεταμένη περίοδο ύφεσης, παρά σε μια ενδογενή και αυτοτροφοδοτούμενη αναπτυξιακή δυναμική.

Σοβαρό ρόλο σε όλα αυτά παίζουν και οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας μετά το τυπικό «τέλος των μνημονίων». Η δέσμευση για πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που υλοποιείται μέσα από ένα συνδυασμό υπερφορολόγησης, περικοπής των δημοσίων επενδύσεων και διόγκωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ίδιου του δημοσίου, συνεπάγεται μια σταθερή απορρόφηση πόρων από την πραγματική οικονομία, οδηγώντας σε πραγματική μείωση των νέων επενδύσεων.

Την ίδια στιγμή η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος απλώς διαμορφώνει και μια τακτική αναμονής για μεγάλα επιχειρηματικά σχέδια ή για νέες επενδύσεις.

Η κυβέρνηση αφού απέφυγε να διαμορφώσει ένα συνολικό αναπτυξιακό σχέδιο μέχρι τώρα, πλέον έχει μπει απλώς σε προεκλογική τροχιά, κύρια μέσα από μια σειρά υποσχέσεων για κρίσιμες κοινωνικές κατηγορίες που την ενδιαφέρουν εκλογικά.

Ουσιαστικά, το μήνυμα της κυβέρνησης είναι ότι η σοβαρή κουβέντα για την οικονομία μπορεί να περιμένει.

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: [home]

Καμία δημοσίευση για προβολή