Κώστας Μποτόπουλος

Η «μάχη» των προγραμμάτων: Τι μας προτείνουν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Οι εφικτοί στόχοι, οι γενικότητες και τα “συμβόλαια”

Κάθε εβδομάδα με τον Κώστα Μποτόπουλο

 

Δεκαπέντε μέρες πριν από τις εκλογές, δυο είναι, κατά τη γνώμη μου, οι βασικές διαπιστώσεις. Η πρώτη, πολιτικο-κοινωνική: τα Τέμπη είναι σα να μην υπήρξαν. Η δεύτερη, εστιασμένη στην οικονομία: ούτε οι απανωτές κρίσεις, ούτε οι αυτοδιαφημιζόμενες διαφορές μεταξύ των κομμάτων άφησαν ισχυρό, και πάντως ουσιαστικό, αποτύπωμα. Επικρατεί η λογική του αυτομάτου πιλότου, ή αλλιώς της πολιτικής ευκολίας.

Το έχω ξαναπεί από την αρχή της προεκλογικής εκστρατείας: η οικονομία αποτελεί, συγκριτικά και αντικειμενικά, χαρτί υπέρ και όχι σε βάρος της κυβέρνησης. Γι’ αυτό η μεν Νέα Δημοκρατία είχε μπροστά της τη λεωφόρο της επιβεβαίωσης -αλλά αποφεύγοντας την αλαζονεία, καθώς ο δρόμος είναι ανηφορικός και οι λακκούβες μπόλικες-, η δε αντιπολίτευση τη στενωπό της αυτοσυγκράτησης -αλλά επιδεικνύοντας φαντασία, καθώς υπάρχουν πολλοί τομείς βελτίωσης και εξισορρόπησης.

Τα προγράμματα των τριών βασικών κομμάτων ακολουθούν, με κάποιες διαφοροποιήσεις,αυτή τη γραμμή, που θα μου επιτραπεί να τη θεωρήσω κοινής λογικής. Στην Ελλάδα του 2023 είναι συγχρόνως εύσημο και νομοτέλεια οι μεγάλες κομματικές μάχες να μην δίνονται στο μέτωπο της οικονομίας. Εκτός από μία: τη μάχη της πιο δίκαιης διανομής της «πίτας» -που απαιτεί, όμως, μια αντιπολίτευση πολύ πιο συγκροτημένα τολμηρή.

Το κυβερνητικό πρόγραμμα

Το κυβερνητικό οικονομικό πρόγραμμα περιστρέφεται, χωρίς έκπληξη, γύρω από το τρίπτυχο ανάδειξη της προόδου που έγινε την τελευταία τετραετία – βελτίωση επιπέδου ζωής μέσω αύξησης μισθών – στήριξη των λεγόμενων «ευάλωτων ομάδων». Εντός των 20 βασικών μέτρων που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός, η μερίδα του λέοντος ανήκει στους «ευάλωτους», τους οποίους το κυβερνητικό «αφήγημα» συνδέει, και θα ήθελε να προσθέσει, στη «μεσαία τάξη»: κατάργηση τέλους επιτηδεύματος, μείωση του κόστους και επιδότηση δανείων, αύξηση επιδομάτων και ενίσχυση επιδοματικών μέτρων όπως τα διάφορα pass και καλάθια, μείωση ασφαλιστικών εισφορών, στήριξη στην πρώτη κατοικία και επέκταση του προγράμματος για φτηνή στέγη, δωρεάν φάρμακα για «όσους έχασαν το ΕΚΑΣ».

Με τα μέτρα αυτά, από τα οποία απουσιάζει ο φορολογικός βραχίονας –πλην της μείωσης του ειδικού φόρου αγροτών, κανόνας είναι η οριζόντια «διατήρηση των χαμηλών φορολογικών συντελεστών»-, η κυβέρνηση επιχειρεί να προλάβει την αντιπολίτευση και να της αφαιρέσει με δυο τρόπους το οξυγόνο: γνωρίζοντας ότι εκεί θα εστίαζε και εκείνη αλλά και ότι η αξιοπιστία της, ειδικά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπολείπεται, στον τομέα των απτών μέτρων, αισθητά της κυβερνητικής.

Τον ίδιο στόχο εξουδετέρωσης περισσότερο του αντιπάλου παρά επίδειξης ιδιαίτερης πρωτοτυπίας εξυπηρετούν και τα αφιερωμένα στην αύξηση μισθών μέτρα: αναγγελία περαιτέρω αύξησης κατά 25%, επαναφορά των τριετιών, μείωση της «προσωπικής διαφοράς», ελάφρυνση των συνταξιούχων. Γενικά, στην κοστολόγηση η κυβέρνηση είναι πειστικότερη από ό,τι στην κοινωνική εξισορρόπηση.

Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ

Αυτή ακριβώς η εξισορρόπηση βρίσκεται –επίσης χωρίς έκπληξη, εκτός ίσως από εκείνη που προκαλεί η τόση προχειρότητα- στο επίκεντρο του «συμβολαίου για την Αλλαγή» -διπλή λογοκλοπή- του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κλασικό επίπεδο ξεχωρίζει η αύξηση μισθών και εισοδημάτων, «από την πρώτη μέρα» -την ίδια ακριβώς μέρα κατά την οποία, στην κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, καταργήθηκε, με ένα νόμο και ένα άρθρο, το Μνημόνιο- και η μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένα βασικά τρόφιμα στο μηδέν και στα άλλα στο 6%. Την κοινωνική ευαισθησία προσπαθούν να αναδείξουν οι διάφορες «ρυθμίσεις» -«ιδιωτικού χρέους σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορία» και γενικώς «χρεών» (πάλι Σεισάχθεια;)- και οι αντίστοιχες «προστασίες» -πρώτης κατοικίας, επαγγελματικής στέγης, αγροτικής γης, ενέργειας και νερού (από την ιδιωτικοποίηση, παρότι δεν έχουν ιδιωτικοποιηθεί), εργασίας.

Οι μόνες «δεσμεύσεις» που, κατά τη γνώμη μου, έχουν προστιθέμενη αξία είναι η «ανακατεύθυνση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης» (χωρίς όμως, δυστυχώς, περαιτέρω διευκρινήσεις) και η θέσπιση εισαγωγικού μισθού 2.000 ευρώ για τους γιατρούς (αυτοί οι πόροι πρέπει πάση θυσία να βρεθούν). Πιο χαρακτηριστική, ωστόσο, και πιο πιθανή αν ο ΣΥΡΙΖΑ επανερχόταν στην εξουσία, είναι η υπόσχεση για, μερική τουλάχιστον, «εθνικοποίηση» του τραπεζικού συστήματος, μέσα από τη μετατροπή της Εθνικής Τράπεζας σε δημόσια και την ακόμα εντονότερη «δημοσιοποίηση» της Αναπτυξιακής (που υφίσταται, αλλά χωρίς να αποτελεί «παράλληλο σύστημα», όπως είχε επιχειρήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στην κυβέρνηση).

Το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ

Το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ είναι κλασικό πρόγραμμα ΠΑΣΟΚ –δεν είναι κακό, αλλά οι καιροί θα απαιτούσαν, ίσως, κάτι πιο νεωτερικό. Ορθές γενικότητες για «παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα», «ενίσχυση καινοτομίας και εξωστρέφειας», «αξιοπρεπή εργασία και δίκαιους μισθούς», «στρατηγικό ρόλο του Κράτους», «ανασύνταξη των μικρών και μεσαίων κοινωνικών τάξεων», «δημοσιονομική σταθερότητα και επιστροφή σε ήπια δημοσιονομικά πλεονάσματα» και λίγες συγκεκριμένες προτάσεις που να συνδυάζουν τον απαραίτητο για τη σοσιαλδημοκρατία ρεαλισμό με την μεταρρυθμιστική τόλμη.

Ας κρατήσουμε, κι ας κρατήσει κι η επόμενη κυβέρνηση, τη χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ για τη «στρατηγική συγκρότηση νέων παραγωγικών πόλων», την κινητοποίηση, εξίσου αν όχι περισσότερο με τους ξένους, των εγχώριων επενδυτών και, κυρίως, τη θέση ως πρώτης οικονομικής προτεραιότητας της καταπολέμησης των «νέων ανισοτήτων». Κάτι που είναι πολύ αμφίβολο αν θα το κάνει μόνη της η Νέα Δημοκρατία, άρα που αποτελεί έναν ακόμη λόγο για μια πιο πλατιά και πιο ανοιχτή κυβέρνηση μετά την 21η Μαΐου (δηλαδή, στην πραγματικότητα, μετά τη 2η Ιουλίου).

Κώστας Μποτόπουλος

Καμία δημοσίευση για προβολή