Γιατί η Moody’s άλλαξε από “θετική” σε “σταθερή” την πιστοληπτική αξιολόγηση πέντε ελληνικών τραπεζών

Κατά δυο βαθμίδες αναβάθμισε ο οίκος Moody's την Ελληνική οικονομία

 

Από θετικό” σε “σταθερό” άλλαξε η Moody’s Investors Service την μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση πέντε ελληνικών τραπεζών, των Alpha Bank, Attica Bank, Εθνική Τράπεζα, Παγκρήτια Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς.

Ο διεθνής Οίκος ταυτόχρονα επιβεβαίωσε την πιστοληπτική αξιολόγηση των πέντε ελληνικών τραπεζών, αναφέροντας ότι η αλλαγή στο outlook λαμβάνει υπόψη τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχει η πανδημία του κορονοϊού στην οικονομία και στα σχέδια των τραπεζών να βελτιώσουν περαιτέρω την ποιότητα του ενεργητικού και την κερδοφορία τους.

Σύμφωνα με την Moody’s, η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω του κοροναϊού δεν θα επιβαρύνει μόνο τα ήδη αδύναμα κέρδη των ελληνικών τραπεζών, αλλά θα αποτελέσει και μια σημαντική πρόκληση στην ικανότητα τους να μειώσουν τις αυξημένες μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις (NPEs).

Το αναθεωρημένο outlook λαμβάνει επίσης υπόψη τις βελτιώσεις στη χρηματοδότηση και ρευστότητα των τραπεζών, τα οποία δεν αναμένεται να επηρεαστούν σημαντικά από την πανδημία.

Σημειώνει τέλος ότι οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να κάνουν αυξημένη χρήση των χρηματοδοτικών διευκολύνσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με χαμηλότερο κόστος, ενώ οι καταθέσεις των πελατών αναμένεται να παραμείνουν σταθερές σε γενικές γραμμές, με τη βοήθεια των κυβερνητικών μέτρων στήριξης και της χαμηλότερης κατανάλωσης από την πλευρά των νοικοκυριών, παρέχοντας μια φθηνή και σταθερή πηγή χρηματοδότησης. Αναλυτικότερα:

Alpha Bank. Η επιβεβαίωση της αξιολόγησης μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε Caa1 εξισορροπεί τις μελλοντικές προοπτικές για περαιτέρω βελτιώσεις στην ποιότητα και την κερδοφορία των περιουσιακών στοιχείων της έναντι των αρνητικών επιπτώσεων από την ύφεση που αναμένεται το 2020.

Η άμεση πρόκληση της τράπεζας περιλαμβάνει τα πολύ υψηλά NPEs, στο 44,8% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2019. Η ενημερωμένη στρατηγική της Alpha Bank για το 2020-22 προβλέπει την επιτάχυνση της μείωσης των NPEs, την οποία η Moody’s αναμένει να καθυστερήσει, δεδομένης της τρέχουσας αποτυχίας στην ελληνική οικονομία που προκαλείται από την πανδημία.

Εθνική Τράπεζα. Η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος παραμένει στο «Caa1». Αντικατοπτρίζει την άμεση πρόκληση της τράπεζας να μειώσει το πολύ υψηλό επίπεδο των NPEs της, το οποίο τον Δεκέμβριο του 2019 αντιπροσώπευε το 31,3% των ακαθάριστων δανείων.

Eπίσης, η τράπεζα πρέπει να βελτιώσει την κερδοφορία της (βασικά λειτουργικά κέρδη προ φόρων 235 εκατ. ευρώ το 2019).

Τράπεζα Πειραιώς. Η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Τράπεζας Πειραιώς παραμένει στο «Caa2». Η αξιολόγηση αντικατοπτρίζει την αδύναμη ποιότητα του ενεργητικού του λόγω του υψηλού επίπεδου NPEs, τα οποία αντιστοιχούσαν στο 49% των ακαθάριστων δανείων της τον Δεκέμβριο του 2019 – το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Παγκρήτια Τράπεζα. Η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Παγκρήτιας Τράπεζας παραμένει στο «Caa3». Επιβεβαιώνει την εκτίμηση της Moody’s για πιθανές σοβαρές ζημιές.

Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη το σχετικά στενό franchise της τράπεζας, το οποίο καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ), κυρίως στο νησί της Κρήτης.

Η αξιολόγηση λαμβάνει επίσης υπόψη την αναμενόμενη αύξηση των απομειώσεων δανείων το 2020-21, λόγω της πανδημίας και του αντίκτυπου στον τουριστικό τομέα, στον οποίο η τράπεζα εκτίθεται σε μεγάλο βαθμό.

Η τράπεζα περιορίζεται από το υψηλό επίπεδο προβληματικών δανείων της, στο 63,4% των ακαθάριστων δανείων, σε συνδυασμό με μια μέτρια κάλυψη προβλέψεων ύψους 36% τον Δεκέμβριο του 2019.

Η τράπεζα είχε τον χαμηλότερο δείκτη κεφαλαίου CET1 μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, στο 10,2% περίπου τον Δεκέμβριο του 2019.

Attica Bank. Η επιβεβαίωση της αξιολόγησης μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε Caa3 αντικατοπτρίζει το υψηλό επίπεδο των NPEs, στο 46% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2019, το οποίο αν και είναι σημαντικά χαμηλότερο σε απόλυτους όρους (περίπου 850 εκατ. ευρώ) από άλλες τοπικές τράπεζες, παραμένει η πιο άμεση πρόκληση και ο μεγαλύτερος κίνδυνος φερεγγυότητας για την τράπεζα.

Λαμβάνει υπόψη επίσης τα μετριοπαθή επίπεδα κεφαλαίου της, με δείκτη κεφαλαίου CET1 11,4% τον Δεκέμβριο του 2019, ο οποίος είναι χαμηλότερος από αυτόν των μεγαλύτερων εγχώριων ομολόγων, και περιλαμβάνει επίσης υψηλό επίπεδο αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC).

Οι ζημίες προ φορολογίας της τράπεζας ανήλθαν σε 23,7 εκατ. ευρώ για το 2019 και θα αναφέρει θετική κερδοφορία το 2020, λόγω των μειωμένων κινδύνων της πανδημίας στην ελληνική οικονομία.

 

 

 

 

 

 

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή