Η παρατεταμένη μείωση των επιτοκίων και των αποδόσεων των τίτλων του ελληνικού δημοσίου αναβαθμίζουν την Ελληνική πιστοληπτική ικανότητα

Eurobank: Ποιά θα είναι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2022

Η εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας και των αγορών προς τη χώρα φαίνεται ότι σταδιακά αποκαθίσταται. Η Ελληνική οικονομία βγαίνει από τα υπερβολικά υψηλά επιτόκια της περιόδου που η χώρα αντιμετωπιζόταν ως χρεοκοπημένη. Και η παρατεταμένη μείωση των επιτοκίων και των αποδόσεων των τίτλων του ελληνικού δημοσίου – όχι μόνο στις νέες εκδόσεις αλλά και στη δευτερογενή αγορά – ανοίγουν το δρόμο για μια συνολική αναβάθμιση της ελληνικής πιστοληπτικής ικανότητας.

Αυτό είναι το συμπέρασμα οικονομικών αναλυτών μετά την τελευταία έκδοση των τρίμηνων έντοκων γραμματίων του Ελληνικού δημοσίου που είχαν αρνητική «απόδοση», (με τις αγορές να… πληρώνουν για να μας δανείσουν) και μετά από το επιπλέον άνοιγμα του δεκαετούς ομολόγου με το πολύ χαμηλό επιτόκιο του 1,5%.

Η Ελλάδα μπαίνει με τη σειρά της – έστω και καθυστερημένα, λόγω του πρόσφατου πολιτικά ιδεοληπτικού και διαχειριστικά ανερμάτιστου παρελθόντος της – στα αρνητικά επιτόκια, που ως φαινόμενο ήδη καταγράφεται από καιρό στην ευρωπαϊκή οικονομία.

Βεβαίως, όπως παρατηρούν οικονομικοί αναλυτές, «τα ελληνικά ομόλογα δεν χαρακτηρίζονται ακόμη επενδυτικής βαθμίδας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης- κάτι, που εξακολουθεί να παραμένει πρόβλημα, παρά την εντυπωσιακή υποχώρηση των αποδόσεων και των επιτοκίων.. Αυτό σε μεγάλο βαθμό αντανακλά κρίσιμες παραμέτρους της ελληνικής οικονομίας».

  • Η πρώτη είναι ότι το δημόσιο χρέος παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και αυτό δύσκολα μπορεί να οδηγήσει τη χώρα μας σε ένα χαρακτηρισμό ως εν γένει αξιόχρεης.
  • Η δεύτερη είναι ότι εξακολουθούν να μην έχουν ολοκληρωθεί οι διαρθρωτικές αλλαγές τις οποίες τόσο οι δανειστές μας όσο και οι οίκοι αξιολόγησης θεωρούν αναγκαίες για να μπορέσει να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης η ελληνική οικονομία.

Η κυβέρνηση αισιοδοξεί για δυναμική ανάπτυξη

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, θωρεί ότι «στο θέμα της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης θα πάμε πολύ καλύτερα το 2020». Η εμπιστοσύνη δείχνει ότι αποκαθίσταται, είπε χθες σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1: «Πώς φαίνεται ότι αποκαθίσταται; Βγήκαμε δύο φορές στις αγορές. Την πρώτη φορά για το επταετές ομόλογο με επιτόκιο 1,9% τον Ιούλιο. Χθες βγήκαμε με επανέκδοση ενός μέρους του δεκαετούς ομολόγου με 1,5% επιτόκιο. Αυτά και τα δύο είναι ιστορικά χαμηλά. Δείχνουν, λοιπόν, οι αγορές ότι εμπιστεύονται την Ελλάδα και το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που ξεδιπλώνουμε», επεσήμανε.

  • Το ζήτημα που θέτουν οι αναλυτές τώρα είναι: «σε ποιο βαθμό και κάτω από  ποιες προϋποθέσεις τέτοια ενθαρρυντικά σημάδια της μείωσης των επιτοκίων μπορούν να μεταφραστούν σε μια αναπτυξιακή δυναμική. Ακόμη περισσότερο: με ποιο τρόπο θα μετατραπούν σε μια αναπτυξιακή δυναμική που θα έχει θετική επίπτωση στις ζωές των κατοίκων αυτής της χώρας».

Η πρώτη δυσκολία αφορά την εξασφάλιση ότι οι θετικές τάσεις στα ελληνικά χρεόγραφα θα περάσουν στην πραγματική οικονομία. Αυτή τη στιγμή ο ωφελημένος είναι το ελληνικό δημόσιο που βλέπει να μειώνεται το κόστος δανεισμού του. Αυτό έχει και υπαρκτή θετική δημοσιονομική επίπτωση. Τι γίνεται, όμως, με την υπόλοιπη οικονομία;

“Οι μεταρρυθμίσεις θα φέρουν επενδύσεις και αυτές θα φέρουν δουλειές”

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είναι αισιόδοξος: «Όλες οι προβλέψεις τις οποίες κάνει κανείς για την ανάπτυξη είναι δυναμικές, είπε στην ίδια συνέντευξη στον ΑΝΤ1. Αν ρωτάτε την προσωπική μου γνώμη και τη δική μου εκτίμηση, το 4% θα είναι πολύ σύντομα κάτι το οποίο θα το δούμε. Με μία προϋπόθεση: Η προϋπόθεση, από δικής μας πλευράς, είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Κάνουμε ό,τι μπορούμε να την αποκαταστήσουμε. Όσον αφορά την εξωτερική προϋπόθεση, είναι μην πέσει η παγκόσμια ή η ευρωπαϊκή οικονομία σε μία ύφεση. Δυστυχώς, χάσαμε τα τρία προηγούμενα χρόνια που ήταν ευνοϊκές οι συνθήκες, για να πετύχουμε τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης.

Ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι υψηλός. Κι αυτό διότι οι μεταρρυθμίσεις -ιδίως αυτές που έχουν να κάνουν με αποκρατικοποιήσεις και με λιγότερα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα- θα φέρουν γρήγορα επενδύσεις στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις φέρνουν και δουλειές. Και αφού έρχονται δουλειές, αυξάνονται τα εισοδήματα, αυξάνεται το ΑΕΠ»

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: [home]

 

 

 

 

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή