Ιστορίες “εφοριακής” τρέλας: Συνδικαιούχος λογαριασμού γίνεται διακινητής “μαύρου χρήματος”

Στις οικογένειες, και όχι μόνο, είθισται να υπάρχει ο δικαιούχος του τραπεζικού λογαριασμού, δηλαδή αυτός στον οποίο ανήκει ουσιαστικά, και ένα δεύτερο ή ακόμα και τρίτο άτομο το οποίο ορίζεται συνδικαιούχος.

Αυτό που μπορεί να συμβεί και δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας αφορά ακριβώς αυτούς τους λογαριασμούς.  Σε περίπτωση λοιπόν ελέγχου από την Εφορία σε κοινούς λογαριασμούς, ο συνδικαιούχος φορολογείται με φόρο από 22 έως 45% σαν να πρόκειται για δικά του χρήματα.  Το καταπληκτικό είναι ότι του επιβάλλουν και πρόστιμο για «μαύρο χρήμα» καθώς τα συγκεκριμένα χρήματα δε τα έχει δηλώσει ως εισόδημα.

Αυτό γίνεται γιατί συχνά οι ελεγκτές εκλαμβάνουν αυτομάτως ως μαύρο χρήμα όλα τα λεφτά που τυχόν υπερβαίνουν τα δηλωθέντα στο Ε1 από τον συνδικαιούχο, χωρίς να τεκμηριώνουν με άλλους τρόπους ότι διαπράχθηκε φοροδιαφυγή. Ταυτόχρονα απορρίπτουν και τις εξηγήσεις που κομίζουν οι ελεγχόμενοι, αφήνοντας τα δικαστήρια να ξεμπερδέψουν το κουβάρι.

Ακόμα και για μόλις 1.000 ευρώ διαφορά ανάμεσα στις πρωτογενείς καταθέσεις και τις πρωτογενείς αναλήψεις από κοινό λογαριασμό, ο συνδικαιούχος κινδυνεύει να βρεθεί έκθετος σε αναδρομικούς ελέγχους μιας πενταετίας.

Θεωρητικά τέτοιοι έλεγχοι αφορούν όσους εντοπίζονται για μεγάλες πρωτογενείς καταθέσεις λογαριασμών. Ωστόσο η Εφορία σχεδιάζει πλέον και τυχαίους ελέγχους, χωρίς κριτήρια επικινδυνότητας, ώστε κανείς φορολογούμενος να μην αισθάνεται σίγουρος ότι δεν θα υποστεί έλεγχο.

Το ΣτΕ έρχεται να βοηθήσει το γρίφο

[more] 

Η απόφαση του ΣτΕ θέτει κάποια όρια στην πρακτική της Εφορίας, κυρίως όμως πιστοποιεί ότι το πρόβλημα είναι υπαρκτό και λαμβάνει διαστάσεις. Μόνη άμυνα των φορολογουμένων στα καθημερινά κρούσματα ελέγχων: να είναι καλά εξοπλισμένοι με στοιχεία και να γνωρίζουν και οι ίδιοι τι ισχύει, αλλά και τι έχει κάνει δεκτό η Φορολογική Διοίκηση γα τους κοινούς λογαριασμούς τους, αλλιώς κινδυνεύουν να το πληρώσουν πανάκριβα με φόρους και πρόστιμα σαν κοινοί φοροφυγάδες!

Για παράδειγμα:

Κατά την άποψη της Εφορίας, τα πράγματα είναι απλά εάν ένας λογαριασμός έχει δηλωθεί ρητά ως κοινός. Ισχύει ό,τι ορίζει ο Ν. 5638 του 1932, ο οποίος προβλέπει (άρθρο 1) ότι «χρηματική κατάθεσις παρά τραπέζης εις ανοικτόν λογαριασμόν επ’ ονόματι δύο ή πλειοτέρων από κοινού (Compte joint, joint account) είναι εν την έννοια του παρόντος νόμου η περιέχουσα τον όρον ότι του εκ ταύτης λογαριασμού δύναται να κάμνει χρήση εν όλω ή εν μέρει, άνευ συμπράξεως των λοιπών είτε εις είτε τινές, και πάντες κατ’ ιδίαν οι δικαιούχοι». Συνεπώς, κάθε συνδικαιούχος έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει ολόκληρο το διαθέσιμο ποσό ελεύθερα, ανεξάρτητα του ποιος είναι ο καταθέτης των χρημάτων. Υπό την έννοια αυτή, θεωρούνται και δικά του λεφτά!

Σε περίπτωση κατάσχεσης λόγω οφειλών, όμως, ο ίδιος νόμος (άρθρο 4 Ν. 5638/1932) ορίζει ότι «κατάσχεσις της καταθέσεως επιτρέπεται, έναντι όμως των κατασχόντων αυτή τεκμαίρεται αμαχήτως ότι ανήκει εις πάντας τους δικαιούχους κατ’ ίσα μέρη». Με άλλα λόγια, από τη διάταξη αυτή τεκμαίρεται γενικά η διαίρεση των καταθέσεων κατά ίσα μέρη με τον αριθμό των συνδικαιούχων. Ετσι μπορεί να θεωρηθεί σαν όριο η αναλογία (1:2 ή 1:3 κ.λπ.) για την εξεύρεση του μεριδίου ανά καταθέτη. Με την ΠΟΛ. 1033/21.2.2013 η Φορολογική Διοίκηση δέχτηκε ότι για τους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς, σε ελέγχους για εμβάσματα από το εξωτερικό, το ποσόν επιμερίζεται στους συνδικαιούχους «καταρχήν ισομερώς». Αν ο φορολογούμενος ισχυρίζεται ότι η πραγματική αναλογία είναι διαφορετική, οφείλει να το αποδείξει ο ίδιος με κάθε νόμιμο μέσο. Το ποια είναι τα κατάλληλα αποδεικτικά όμως (π.χ. υπεύθυνες ή άλλες δηλώσεις, συμβάσεις, δάνεια κ.ά.) δεν εξειδικεύεται, γι’ αυτό και εντέλει οι υποθέσεις καταλήγουν στα δικαστήρια.

Το ΣτΕ καθόρισε ότι τα φυσικά πρόσωπα που συνδέονται με στενή συγγένεια «έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε οικονομικές πράξεις ή/και να συνάπτουν οικονομικές σχέσεις τέτοιες που να αντανακλούν πέραν της εκπλήρωσης της τυχόν υποχρέωσής τους για διατροφή, και τη μεταξύ τους στοργή και εμπιστοσύνη και τη συναφή βούλησή τους για οικονομική αλληλοβοήθεια ή/και συνδιαχείριση (στοιχείων) της περιουσίας τους».

Παρ’ όλα αυτά όμως, «η τυχόν οικονομική αλληλοβοήθεια μεταξύ μελών της ίδιας οικογένειας» (μέσω της διατήρησης κοινών τραπεζικών λογαριασμών και διενέργειας εντολών πιστώσεων και χρεώσεων σε αυτούς ή και της μεταφοράς ποσών από ατομικούς ή κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους σε άλλους ατομικούς ή κοινούς λογαριασμούς τους κ.λπ.) «δεν απαλλάσσει τα πρόσωπα αυτά από το βάρος να παράσχουν στη φορολογική διοίκηση […]εύλογες και αρκούντως τεκμηριωμένες εξηγήσεις» για τις σχετικές οικονομικές πράξεις και την περιουσιακή κατάσταση που προκύπτει από τις κινήσεις των ως άνω τραπεζικών λογαριασμών. Και αυτό «προκειμένου να ερευνηθεί από τη Διοίκηση η τυχόν γένεση φορολογικών υποχρεώσεων» βάσει της νομοθεσίας περί φορολογίας εισοδήματος σε βάρος ορισμένου ή ορισμένων εκ των συνδικαιούχων, ώστε να προσδιοριστεί ο χρόνος γένεσης και το ύψος της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης ή παράβασης.

Με άλλα λόγια, οι συνδικαιούχοι πρέπει να μπορούν να δικαιολογήσουν από ποιον προήλθαν τα ποσά των καταθέσεων, αλλά και ο έλεγχος της Εφορίας δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια και τα αυτιά στις (τεκμηριωμένες) εξηγήσεις που ζητά να λάβει από τους ελεγχόμενους.

Από το newsroom του economico.gr σε συνεργασία με το newmoney.gr

[/more]

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις:ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ

Καμία δημοσίευση για προβολή