Νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ το 2020 στα σκαριά. Οι διαφορές με την προηγούμενη και τα σενάρια που εξετάζονται

Νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ το 2020 σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο, αλλά αυτή τη φορά θα είναι στοχευμένη και όχι οριζόντια. Τα αυξημένα έσοδα ύψους 400-500 εκατ. ευρώ από την ένταξη 7.000 περιοχών στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων το 2020 παρέχουν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να προχωρήσει στη δεύτερη μείωση του ΕΝΦΙΑ έπειτα από αυτή που πραγματοποιήθηκε φέτος.

Σημειώνεται ότι στο προσχέδιο του προϋπολογισμού το οικονομικό επιτελείο έχει εγγράψει χαμηλότερα έσοδα από την επέκταση του συστήματος, καθώς σχεδιάζει τμήμα των εισπράξεων να διατεθούν για τη δεύτερη δόση μείωσης του ΕΝΦΙΑ. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση φέρνει νωρίτερα τις μειώσεις του ΕΝΦΙΑ, οι οποίες ήταν προγραμματισμένες για το 2020 και το 2021. Εφόσον, λοιπόν, δεν διαταραχθούν οι ισορροπίες στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, ο ΕΝΦΙΑ θα μειωθεί κατά 10% αλλά όχι οριζόντια.

Σύμφωνα με πληροφορίες από  ανώτατο παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών (Καθημερινή, Προκόπης Χατζηνικολάου),  η εξίσωση των αντικειμενικών αξιών με τις εμπορικές οδηγεί αναγκαστικά σε άλλες λύσεις και όχι στην οριζόντια μείωση του ΕΝΦΙΑ. Θα προσμετρηθεί το πόσο θα αυξηθεί η αξία των ακινήτων σε ορισμένες περιοχές αλλά και πόσο θα μειωθεί σε κάποιες άλλες.

Παρεμβάσεις

Για παράδειγμα, ήδη στο κέντρο της Αθήνας οι τιμές έχουν αυξηθεί σημαντικά, κάτι που θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των αντικειμενικών αξιών. Στις περιοχές αυτές θα πρέπει να γίνουν πρόσθετες παρεμβάσεις στην κλίμακα του ΕΝΦΙΑ, έτσι ώστε να μη χαθούν οι μειώσεις του 2019 (κατά 22% μεσοσταθμικά), αλλά και να προκύψει κάποιο αλλά μικρότερο όφελος από τη δεύτερη δόση των μειώσεων, η οποία θα είναι της τάξεως του 10% μεσοσταθμικά.

Στόχος της κυβέρνησης είναι οι αντικειμενικές αξίες να μην αποτελέσουν εργαλείο για τη χάραξη πολιτικής, αλλά να δημιουργηθούν οι αξίες εκείνες που θα βοηθήσουν την αγορά και ταυτόχρονα θα φέρουν έσοδα και στα ταμεία του Δημοσίου μέσω των αγοραπωλησιών.

Ακόμα και σήμερα πάντως καταγράφονται μεγάλες αποκλίσεις σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Σημαντικές διαφορές εντοπίζονται στα ακριβότερα προάστια της Αττικής. Στο Παλαιό Ψυχικό, παρά τη μείωση που έγινε, η απόκλιση παραμένει σχεδόν στο 30%, στην Εκάλη στο 37% και στη Φιλοθέη στο 43,5%. Η εικόνα αυτή αποτυπώνει την πτώση των αξιών στις συγκεκριμένες περιοχές, ακριβώς ως αποτέλεσμα της υπερφορολόγησής τους και ασφαλώς και των υπόλοιπων παραγόντων που έπληξαν την αγορά ακινήτων κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας (ύφεση στην οικονομία, υψηλή ανεργία, έλλειψη χρηματοδότησης και μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών). Αποκλίσεις σημειώνονται ακόμα και στις πολύ φθηνές περιοχές, όπως για παράδειγμα η Δραπετσώνα, όπου, παρά την αύξηση της τιμής ζώνης, τα πωλούμενα ακίνητα ηλικίας άνω της δεκαετίας, υπολείπονται σε αξία κατά 17%.

Οπως αναφέρουν πηγές του υπουργείου Οικονομικών στόχος είναι να αλλάξει πλήρως ο τρόπος υπολογισμού των αξιών, καθώς παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις. Για παράδειγμα, με διαφορετικές αξίες φορολογείται η ακίνητη περιουσία των νοικοκυριών, καθώς άλλη τιμή εφαρμόζεται για την επιβολή του ΕΝΦΙΑ και άλλη για τον υπολογισμό του φόρου μεταβίβασης, δηλαδή το ίδιο ακίνητο φορολογείται διαφορετικά αν πρόκειται να πωληθεί και διαφορετικά αν παραμένει στην κατοχή του ιδιοκτήτη του.

Παλαιότητα

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι συντελεστές παλαιότητας, οι οποίοι είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι εκείνοι που εφαρμόζονται στον ΕΝΦΙΑ σε σχέση με τους αντίστοιχους των αντικειμενικών αξιών. Στον ΕΝΦΙΑ εφαρμόζεται ουσιαστικά συντελεστής «νεότητας», καθώς στα νεόδμητα ακίνητα υπάρχει προσαύξηση του φόρου μέχρι και 25%. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η τιμή ζώνης που λαμβάνεται υπόψη, αφορά ήδη νεόδμητο κτίσμα. Ετσι, π.χ., ένα νεόδμητο διαμέρισμα ηλικίας τριών ετών και τιμής ζώνης 250.000 ευρώ θα φορολογηθεί με ΕΝΦΙΑ υπολογισμένο για 312.500 ευρώ, (με συντελεστή «νεότητας» 1,25 που επιβάλλεται σε ακίνητα ηλικίας από 0-4 έτη). Στον αντίποδα, αν πρόκειται να μεταβιβαστεί ακριβώς το ίδιο σπίτι, η αντικειμενική του αξία, επί της οποίας θα υπολογιστεί ο φόρος μεταβίβασης, θα είναι 225.000 ευρώ, καθώς εφαρμόζεται συντελεστής παλαιότητας 0,90! Αυτό που θα έπρεπε είναι υπολογισμός των φόρων είτε πρόκειται για μεταβίβαση είτε για τον ΕΝΦΙΑ, να επιβάλλεται στην ίδια φορολογητέα αξία (ώστε να υπάρχει φορολογική δικαιοσύνη) και να αποφευχθούν στρεβλώσεις και επιβολή φόρων σε πλασματικές αξίες.

Καμία δημοσίευση για προβολή