Η παρακαταθήκη και τα λάθη της Άγγελας Μέρκελ. Η πολιτική της απέναντι στη χώρα μας . “Η διακριτικά εκφοβιστική αύρα της”

Η παρακαταθήκη και τα λάθη της Μέρκελ

Τον Νοέμβριο του 2015, ο Economist  αποκάλεσε την Άγκελα Μέρκελ, “απαραίτητη Ευρωπαία”.

Ένα μήνα αργότερα οι Financial Times την χαρακτήρισαν “πρόσωπο της χρονιάς”. Το περιοδικό Time την ανακήρυξε “καγκελάριο του ελεύθερου κόσμου”.

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ, οι New York Times τη χαρακτήρισαν «τελευταίο προπύργιο της φιλελεύθερης Δύσης».

  • Ομολογώ ότι δεν το έχω δει ποτέ υπ’ αυτό το πρίσμα». Μ’ αυτά τα λόγια ξεκινά ο διάσημος ιστορικός της οικονομίας (με μακρά ακαδημαϊκή πορεία από την Οξφόρδη και το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, μέχρι το Χάρβαρντ και το London School of Economics), Νιλ Φέργκιουσον τον απολογισμό της παρακαταθήκης της Άνγκελα Μέρκελ, που ετοιμάζεται να βγει στη σύνταξη μετά από 16 χρόνια στο τιμόνι της Γερμανίας.

Η διακριτικά εκφοβιστική αύρα της 

«Η μόνη μου συνάντηση μαζί της έλαβε χώρα στην Ισπανία στην αρχή της κρίσης της Ευρωζώνης.

Μεταξύ επαφών με στελέχη της Κεντρικής Τράπεζας και του Υπουργείου Οικονομικών είδα τη Γερμανίδα Καγκελάριο και τους συνεργάτες της να καταφτάνουν, βαδίζοντας με ταχύτητα σπάνια στους διαδρόμους εξουσίας της Μαδρίτης, για να συναντήσουν τον δύστυχο σοσιαλιστή πρωθυπουργό Χοσέ Λουίς Ροντρίγκες Θαπατέρο.

Δεν είχα δει ποτέ πολιτικό να συμπεριφέρεται με τόση ευλάβεια, όπως ο Θαπατέρο στη Μέρκελ. Αρχικά εντυπωσιάστηκα, γιατί η Μέρκελ δεν δείχνει καθόλου κυρίαρχη. Ωστόσο, μετά από λίγα λεπτά αισθάνθηκα τη διακριτικά εκφοβιστική αύρα της. (…)

Η εκτίμηση των Γερμανών ψηφοφόρων για τις προθέσεις της Μέρκελ

Προφανώς δεν το βλέπουν έτσι οι Γερμανοί ψηφοφόροι. Η απήχηση της “Mutti” [«μαμά» στα γερμανικά] είναι αυτή μιας γυναίκας που δεν έχει κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για την εξουσία, αλλά που κυβερνά μόνο για να προσφέρει στο λαό της αυτό που αποζητά περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο: τη σταθερότητα. (…)

Έχοντας περάσει τα πρώτα 35 χρόνια της ζωής της στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, η αγαπημένη ταινία της Μέρκελ είναι ευνόητα “Die Legende von Paul und Paula” («Ο Θρύλος του Πάουλ και της Πάουλα»), μια εξωφρενική ανατολικογερμανική παραγωγή του 1973 (αλλά σκηνοθετημένη στο γαλλικό κινηματογραφικό στιλ του 1968) για μια καταδικασμένη ιστορία αγάπης στο Ανατολικό Βερολίνο.

Κάποια στιγμή στην ταινία η Πάουλα λέει στον Πολ: “Θα το κάνουμε [τη σχέση μας] να διαρκέσει όσο πάει. Δεν θα κάνουμε τίποτα για να το σταματήσουμε ή να το διευκολύνουμε”.

Ο «Γερμανός Μιχαήλ» και η Deutsche Merkel

Αυτή η φράση συνοψίζει την περίεργη παθητική ερωτική σχέση μεταξύ των Γερμανών και της ηγέτιδάς τους.

Για να κατανοήσουμε την απήχηση της Μέρκελ, πρέπει να επιστρέψουμε στα χρόνια πριν από τη γερμανική ενοποίηση από τον Μπίσμαρκ, τα χρόνια στα οποία οι Γερμανοί έβλεπαν τους εαυτούς, όπως και σήμερα: ως ξένους στην εξουσία. Το 1841 ο Ρόμπερτ Σαμπάτκι περιέγραψε τον “deutsche Michel” [«Γερμανός Μιχαήλ», μια φιγούρα που αντιπροσωπεύει τον εθνικό χαρακτήρα του γερμανικού λαού] – το γερμανικό αντίστοιχο του John Bull για τους Άγγλους – ως το αφελές θύμα αδίστακτων γειτόνων, που τον περιγελούσαν και του έβγαλαν τη φανέλα.

Η Μέρκελ ως ως Deutsche Merke

Στη διάρκεια της κρίσης της Ευρωζώνης, η εικόνα αυτή ερχόταν συχνά στο μυαλό μου. Κι όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο άρχισα να βλέπω την Μέρκελ ως τη μετενσάρκωση του Michel: για την ακρίβεια ως Deutsche Merkel.

Σύμφωνα με πολλούς Γερμανούς οικονομολόγους όπως ο Χανς-Βέρνερ Ζιν, η κρίση είχε μια απλή εξήγηση.

Ενώ ο ενάρετος Γερμανός Μισέλ είχε κάνει τα μαθήματά του μεταρρυθμίζοντας την αγορά εργασίας, ελέγχοντας το κόστος εργασίας ανά μονάδα και ισοσκελίζοντας τον προϋπολογισμό, οι λιγότερο σχολαστικές χώρες της περιφέρειας [της ευρωζώνης] περιδρόμιαζαν με φτηνά χρέη, που κατέστησαν εφικτά οι τράπεζές τους χάρη στη “νομισματική ένωση”».

O ρόλος της Μέρκελ στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης

Ο 57χρονος διακεκριμένος Βρετανός ιστορικός εξηγεί στο άρθρο του στο Bloomberg ότι, όταν ξέσπασε η κρίση, πολλοί Γερμανοί δεν ήθελαν να σώσουν τις «χώρες της περιφέρειας» με τα χρήματά τους και πίστευαν ότι για να επιστρέψουν στην ανάπτυξη τα κράτη αυτά, θα έπρεπε ουσιαστικά να αντιγράψουν αυτό που είχε κάνει η Γερμανία το 2003: μείωση μισθών και πληθωρισμό, επανακτώντας την ανταγωνιστικότητα.

«Όπως πολλοί άλλοι, υποστήριζα εκείνη την εποχή ότι αυτά τα επιχειρήματα δεν είχαν νόημα. Καταδίκαζαν τη νότια Ευρώπη (ειδικά την Ελλάδα) σε μια παρατεταμένη ύφεση. Και υποτιμούσαν πόσα είχε κερδίσει ο “Michel” από το ευρώ και πόσο ακριβά θα του στοίχιζε η κατάρρευσή του.

Η κρίση της Ευρωζώνης δεν ξεκίνησε επειδή η Νότια Ευρώπη απέτυχε να εφαρμόσει γερμανικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.

Αντίθετα, όπως υποστήριξε ο Άνταμ Τουζ [ Βρετανός ιστορικός, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κολούμπια και διευθυντής του European Institute] πήγασε από μια διατλαντική τραπεζική κρίση, την οποία δεν απέφυγαν οι γερμανικές τράπεζες, μικρές ή μεγάλες.

Η μέθοδος της Μέρκελ 

Με τον δικό της ανεπανάληπτο τρόπο, η Άνγκελα Μέρκελ διοχέτευσε τη δυσαρέσκεια του “Γερμανού Michel” προς τη σπάταλη νότια Ευρώπη – όχι στο σημείο να αναγκάσει μια χώρα να αποχωρήσει από τη νομισματική ένωση, αλλά αρκετά για να προκαλέσει τον μεγαλύτερο δυνατό πόνο σε αντάλλαγμα για τα προγράμματα διάσωσης που βοήθησαν την Ελλάδα και την Πορτογαλία να επιπλεύσουν.

Η μέθοδος Μέρκελ ήταν η συμφωνία της τελευταίας στιγμής, συνήθως λίγες ώρες πριν τα χαράματα της Δευτέρας, προτού ανοίξουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι διασώσεις ήταν επιτυχείς, αλλά αφού προηγουμένως προκάλεσαν τη μέγιστη αβεβαιότητα και οικονομική ζημία.

Τα γεγονότα του 2020 μάς δίδαξαν ότι όλο αυτό το ρίσκο ήταν άχρηστο: αν το ήθελαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, θα μπορούσαν να είχαν δημιουργήσει το ταμείο Next Generation EU και να πουλούσαν τα ευρωομόλογα δέκα χρόνια νωρίτερα για να αντιμετωπίσουν το χάος, στο οποίο βρισκόταν οι τράπεζες.

Αλλά αυτό θα προϋπέθετε ένα στρατηγικό όραμα που ουδέποτε διέθετε η κατ’ εξοχήν τακτικίστρια Άνγκελα Μέρκελ».

Η Μέρκελ και η προσφυγική κρίση του 2015

Σύμφωνα με τον Φέργκιουσον, το δεύτερο μεγάλο λάθος της Μέρκελ ήταν που άνοιξε τις πόρτες της Γερμανίας στη μαζική μετανάστευση, μια επιλογή που οδήγησε στην υποβολή 1,2 εκατομμυρίων αιτήσεων ασύλου μεταξύ 2015 και 2016, οι μισές από τις οποίες εγκρίθηκαν αν και μόνον μια μειοψηφία των απορριφθέντων ατόμων επέστρεψαν στις χώρες προέλευσής τους.

Βραχυπρόθεσμα, υποστηρίζει ο ιστορικός της οικονομίας, αυτή η εισροή μεταναστών αύξησε τα σεξουαλικά αδικήματα κατά των Γερμανίδων και κατέστησε λιγότερο ασφαλές μέρος τη Γερμανία.

Αυτή η θεαματική απώλεια του ελέγχου των συνόρων της Ευρώπης έχει επηρεάσει τη βρετανική συζήτηση για το Brexit, φουσκώνοντας τα πανιά του στρατοπέδου των υπέρμαχων της αποχώρησης από την ΕΕ.

«Για το μεγαλύτερο μέρος της περασμένης εικοσαετίας – καταλήγει ο Φέργκιουσον – η Άνγκελα Μέρκελ ήταν η κυρίαρχη προσωπικότητα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.

Ωστόσο, εκείνη την εποχή ενθάρρυνε τους Γερμανούς να δουν την ίδια – και τους εαυτούς τους – ως ενσάρκωση του παλιού Deutsche Michel της περιόδου Vormärz της γερμανικής Ιστορίας [ πριν την Επανάσταση του 1848], αυτού του χαρακτήρα της εποχής Biedermeier με την ηλίθια απλότητα και τη διαρκή έκπληξη μπροστά στα κόλπα και τους εκβιασμούς των κατεργάρηδων γειτόνων του».

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή