Οι αλλαγές στον εκλογικό νόμο για Δήμους και Περιφέρειες – Τί σηματοδοτεί η επιλογή της κυβέρνησης και γιατί τις προωθεί προς ψήφιση τώρα

εκλογικός νόμος

Η απλή αναλογική δεν έχει τύχη στην Ελλάδα. Και αυτό συμβαίνει γιατί ακόμα και στις περιπτώσεις που εφαρμόσθηκε, π.χ. το 1989 στις εθνικές εκλογές και το 2019 στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, οι δημιουργοί της είχαν στο μυαλό τους την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων κομματικών σκοπιμοτήτων και όχι την καθαρή καταγραφή της πολιτικής βούλησης του εκλογικού σώματος.

Στη μεν πρώτη περίπτωση το τότε κραταιό ΠΑΣΟΚ ήθελε πάση θυσία να αποτρέψει την άνοδο στην εξουσία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και στη δεύτερη περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να περιορίσει την παντοκρατορία της ΝΔ στο χώρο της Αυτοδιοίκησης.

Η κρίση του λαού

Βέβαια ούτε στη μία περίπτωση, ούτε στην άλλη επετεύχθη ο στόχος των δημιουργών των εκλογικών νόμων που έφεραν τον ψευδεπίγραφο τίτλο της απλής αναλογικής, γιατί ο λαός έκρινε διαφορετικά.

Φυσικά σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυτή της έλλειψης κυβερνησιμότητας σε Δήμους και Περιφέρειες το 2019, υπήρξε μια σημαντική νομοθετική παρέμβαση, όπως συνέβη τον Αύγουστο του ιδίου έτους από τον τότε ΥΠΕΣ Τάκη Θεοδωρικάκο.

Το βέβαιο είναι ότι σε κάθε περίπτωση, όπως θα συμβεί και στις επόμενες εθνικές εκλογές, εκείνος που ταλαιπωρείται είναι η ίδια η χώρα.

Ο εκλογικός νόμος για την Τ.Α

Το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση αναμένεται να φέρει στη Βουλή τον νέο εκλογικό νόμο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση με κύριο στόχο της ο νόμος να εγγυάται την κυβερνησιμότητα των Δήμων και των Περιφερειών. Τις βασικές αρχές του νομοσχεδίου θα παρουσιάσει ο νέος υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης στο αυριανό υπουργικό συμβούλιο.

Η φιλοσοφία της κυβέρνησης εστιάζεται στο εξής: Ότι δεν είναι δυνατόν μια χώρα να μπορεί να κυβερνάται από ένα κόμμα που έχει λάβει το 40% του εκλογικού και να μη μπορεί ένας Δήμος να κυβερνηθεί από μια παράταξη που έχει λάβει ανάλογο ποσοστό.

Τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου

Με το νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση σύμφωνα με πληροφορίες του Economico, δρομολογούνται τα εξής :

  • Η κατάργηση του ποσοστού άνω του 50% που απαιτείται για την εκλογή Δημάρχων και Περιφερειαρχών από τον πρώτο γύρο και τη θέσπιση ενός χαμηλότερου ποσοστού το οποίο πρόκειται να καθοριστεί από τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και αναμένεται να είναι ή 40% ή 42%.
  • Η θέσπιση πλαφόν – το πιθανότερο 3% – για την εκλογή δημοτικών και περιφερειακών συμβούλων. Το συγκεκριμένο όριο εναρμονίζει το ποσοστό εισόδου στα δημοτικά συμβούλια με το ποσοστό εισόδου στη Βουλή.
  • Ο νικητής συνδυασμός θα καταλαμβάνει τα 3/5 των εδρών. Ωστόσο σε περίπτωση που ο νικητής συγκεντρώνει ποσοστό άνω του 60% θα εφαρμόζεται η απλή αναλογική για να διασφαλίζεται η ύπαρξη αντιπολίτευσης και ελέγχου στο Δήμο ή στην Περιφέρεια.
  • Η κατάργηση της τέταρτης κάλπης που αφορά τους Διαμερισματικούς και Κοινοτικούς Συμβούλους.

Εκλογή από τον πρώτο γύρο

Στην πρώτη περίπτωση ανοικτό είναι ακόμα το ενδεχόμενο η εκλογή από τον πρώτο γύρο ενός συνδυασμού που πιάνει ρο όριο του 40% ή 42% που θα καθοριστεί, να εξαρτάται και από τη διαφορά που θα έχει ο πρώτος από τον δεύτερο συνδυασμό. Το ποσοστό που συζητείται είναι η διαφορά αυτή να είναι της τάξεως του 5%.

Κλείνοντας και το θέμα του εκλογικού νόμου στους Δήμους και στις Περιφέρειες η κυβέρνηση γνωρίζει καλά ότι έχει μπροστά της το μείζον ζήτημα του εκλογικού νόμου στις εθνικές εκλογές.

Η βιασύνη της να αλλάξει την απλή αναλογική με μια μορφή ενισχυμένης πριν από ένα χρόνο και η αδυναμία της να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 180 ψήφους προκειμένου να εφαρμοσθεί ο νόμος από τις προσεχείς και όχι μεταπροσεχείς εθνικές εκλογές, πολλοί κρίνουν ότι της στέρησε μια ευκαιρία.

Την ευκαιρία να φέρει τώρα, εν μέσω πανδημίας την αλλαγή του εκλογικού νόμου και να ζητήσει την υπερψήφισή του με 180 ψήφους, χρησιμοποιώντας, ακριβώς το επιχείρημα, ότι «η χώρα μέσα στην παγκόσμια οικονομική κρίση που ακολουθεί ως παρεπόμενο της πανδημίας, δεν πρέπει να μείνει ακυβέρνητη».

Γιατί τώρα; 

Με δεδομένο ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, για να γίνουν γνωστά στην περιοχή τους και για να αποκτήσουν κομματική επιρροή, ακολουθούν συνήθως συγκρουσιακές πολιτικές, που το εκλογικό σώμα έχει βαρεθεί, στο Μαξίμου θεωρούν απίθανο να εκλεγούν στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε θέσεις Δημάρχων και Περιφερειαρχών.

Η έλλειψη επιρροής που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της Αυτοδιοίκησης φάνηκε ξεκάθαρα στις τελευταίες εκλογές. Η έλλειψη αυτή συνεχίζεται και θεωρείται απίθανο κάποια από τα στελέχη του να καταφέρουν να πιάσουν το αναγκαίο ποσοστό του 40% ή ακόμη περισσότερο του 42%.

Συνεπώς ο εκλογικός νόμος που προωθεί η κυβέρνηση είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της αστικής εκλογικής λογικής, την οποία άλλωστε ασπάζεται, πλέον, το μεγαλύτερο τμήμα του εκλογικού σώματος.

Καμία δημοσίευση για προβολή