Σε κρίσιμη οικονομική καμπή η χώρα, με την κοινωνία να βιώνει συνθήκες άγχους και αβεβαιότητας

Η προεκλογική περίοδος έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό, με το δράμα των «Πρεσπών» να φορτίζει συναισθηματικά το κλίμα και να δημιουργεί σοβαρά πολιτικά δεδομένα. Ωστόσο το κρίσιμο ζήτημα – που δεν απασχολεί αρκετό χρόνο τα τηλεοπτικά παράθυρα – παραμένει το δράμα της οικονομίας της χώρας.

Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης της Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής, που έχει πρόεδρο τον καθηγητή Παναγιώτη Κορλίρα, η οποία δόθηκε χθες (27/03) στη δημοσιότητα, επιτρέπουν να δούμε καθαρά ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει βγει πραγματικά από τα μνημόνια και παραμένει μετέωρη.

Στη συστηματική παρατήρηση για τις τρέχουσες συνθήκες της οικονομίας, η Έκθεση επισημαίνει:

-Η αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,9% σε ετήσια βάση για το 2018 είναι αποτέλεσμα της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και της συγκράτησης σε χαμηλότερα επίπεδα του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών. Η όποια ανάπτυξη τροφοδοτείται σε μεγαλύτερο βαθμό από την αύξηση της κατανάλωσης παρά από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.

-Οι επενδύσεις το 2018 παρουσίασαν κάμψη και η συνεισφορά τους στη διαμόρφωση του ΑΕΠ παραμένει χαμηλή. Μπορεί να έχουν αυξηθεί, αλλά παραμένουν πολύ χαμηλότερες ως συνολικό ποσοστό σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

-Ανησυχητική είναι η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο 2,9% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο από το 2012 και θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση εάν δεν υπήρχε και η σημαντική συνεισφορά του τουρισμού.

-Η ανεργία μπορεί να υποχωρεί, αλλά αυτό γίνεται με το τίμημα της μεγαλύτερης ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων.

Και βέβαια αυτά συμβαίνουν με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης να κινείται στο πλαίσιο «μνημονιακών» δεσμεύσεων- σε ότι αφορά κυρίως την κοινωνία- υπό καθεστώς «ενισχυμένης εποπτείας». Πρακτικά, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει από την εποχή που κάθε ρύθμιση ή σημαντική απόφαση έπρεπε να περάσουν από τον έλεγχο της Τρόικας. Το βλέπουμε και τώρα,σε κάθε κρίσιμη συζήτηση δημοσιονομικής επίπτωσης (π.χ. 120 δόσεις, προστασία πρώτης κατοικίας κ.λ.π.).

Με αυτά τα δεδομένα, η χώρα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, παρά το γεγονός ότι έχει ξεπεράσει την  οξεία δημοσιονομική κρίση. Δεν αντιμετωπίζει μεν πρόβλημα ύφεσης ή συρρίκνωσης, όμως οι αναπτυξιακοί ρυθμοί είναι χαμηλοί και σε κανένα βαθμό δεν παραπέμπουν σε συνθήκες απογείωσης που χρειάζεται ο τόπος μετά την πολυετή συρρίκνωση της οικονομίας και την παρατεταμένη λιτότητα των πολιτών.

Βλέποντας την μεγάλη εικόνα, τα πράγματα είναι ακόμα πιο σκούρα…

Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι σχεδόν μη διαχειρίσιμο. Μόνο το 2018 αυξήθηκε κατά 40 δις υπερβαίνοντας τα 360 δισ. ευρώ, όταν πριν από το πρώτο μνημόνιο ανερχόταν σε 320 δισ. ευρώ. Σήμερα η χώρα είναι περισσότερο χρεωμένη από την εποχή που ξέσπασε η κρίση  και παρά το κατά 100 δισ. ευρώ «κούρεμα» του 2012.

Το γεγονός αυτό  συντηρεί την αβεβαιότητα στην οικονομία, η οποία κινείται υπό τους περιορισμούς των κυβερνητικών δεσμεύσεων υψηλών πλεονασμάτων (3,5% του ΑΕΠ ετησίως), ώστε αυτά να επαρκούν για την ομαλή εξυπηρέτηση του χρέους.

Ταυτόχρονα όλοι οι δείκτες ανταγωνιστικότητας παραμένουν κάτω του μέσου όρου της ζώνης του ευρώ, ενώ παραμένει ερωτηματικό η επιβίωση των τραπεζών από  τα «κόκκινα» δάνεια και οι δημοσιονομικές αντοχές από ενδεχόμενες δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά μεγάλων κατηγοριών δημοσίων υπαλλήλων.

Η οικονομία βρίσκεται ακόμα «πάνω στα κάρβουνα» και η κοινωνία εξακολουθεί να βιώνει συνθήκες σκληρής λιτότητας. Όλες οι μετρήσεις δείχνουν ότι κυριαρχείται από το άγχος για το σήμερα και την αγωνία για το αύριο. Και αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα που θα κρίνει τις εκλογές. Ποιος μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε συντεταγμένες συνθήκες οικονομικής ανάκαμψης, μέσα από τα δεσμά των προβλημάτων της και την κοινωνία σε καλύτερες μέρες.

Κανείς δεν περιμένει θαύματα. Αρκεί μια κανονική κυβέρνηση…

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: [home]

 

 

Καμία δημοσίευση για προβολή