Οι τελευταίες (και φαρμακερές;) εκλογές του Ερντογάν. Οι Τούρκοι ψηφίζουν σε κλίμα συναισθηματικής φόρτισης και πολιτικής αδράνειας

«Η Τουρκία και η Ελλάδα μοιραζόμαστε όχι μόνο την ίδια γεωγραφία, αλλά και πολλά κοινά στοιχεία με ιστορική διάσταση. Φυσικά, υπάρχουν θέματα στα οποία διαφωνούμε, αλλά ο αριθμός των θεμάτων στα οποία μπορούμε να συμφωνήσουμε δεν είναι μικρός. Μιλώντας ανοιχτά και με θάρρος για όλα τα θέματα συνολικά, μπορούμε να κάνουμε βήματα προς την κατεύθυνση της λύσης», λέει στην «Κ» ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν

Αυτοδιοικητικές εκλογές διεξάγονται σήμερα  Κυριακή στην Τουρκία. Περίπου 63 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται στις κάλπες, για να αναδείξουν νέους δημάρχους σε 81 πόλεις. Στο επίκεντρο βρίσκεται όμως ένας πολιτικός, που δεν εμφανίζεται καν στα ψηφοδέλτια. Πρόκειται για τον πρόεδρο της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ο Ερντογάν έχει δηλώσει ότι αυτές θα είναι “οι τελευταίες εκλογές” για τον ίδιο, πριν παραδώσει τα ηνία στην επόμενη γενιά. Θα αποχωρούσε ούτως ή άλλως σε τέσσερα χρόνια καθώς, σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος, θεωρητικά δεν επιτρέπεται να διεκδικήσει νέα προεδρική θητεία. Θεωρητικά, πάντα. Διότι ο έμπιστος συνεργάτης του Μπεκίρ Μποζντάγ κάνει λόγο για μία ενδεχόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα επέτρεπε στον σημερινό πρόεδρο να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα. Κάτι για το οποίο σχεδόν τον εκλιπαρεί ο εθνικιστής κυβερνητικός εταίρος του, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. “Δεν μπορείς να αφήσεις μόνο του το τουρκικό έθνος”, δήλωσε πρόσφατα ο Μπαχτσελί, απευθυνόμενος στον Ερντογάν.

Εφαλτήριο η Κωνσταντινούπολη

Η Κωνσταντινούπολη ανέκαθεν αποτελούσε εφαλτήριο για υψηλότερα αξιώματα. Είναι μία μεγαλούπολη, στην οποία ζει σχεδόν το 20% του συνολικού πληθυσμού της Τουρκίας, ενώ εκπροσωπεί το 50% των τουρκικών εξαγωγών. Το 1994 η εκλογή του Ερντογάν στον δημαρχιακό θώκο της πόλης τον βοήθησε να “εκτοξεύσει” την πολιτική σταδιοδρομία του.

Όμως πριν τέσσερα χρόνια το κυβερνών κόμμα AKP υπέστη ήττα, γι αυτό σήμερα ο Ερντογάν κάνει ό,τι μπορεί για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, ισχυριζόμενος ότι “η Κωνσταντινούπολη έχει χάσει πέντε χρόνια”. Από την πλευρά τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης είχαν πανηγυρίσει μία ιστορική νίκη το 2019, καθώς, για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια, κατάφεραν να εκθρονίσουν το AKP σε έντεκα μεγάλες πόλεις της Τουρκίας.

Καθοριστικός παράγοντας για την ήττα Ερντογάν το 2019 ήταν η εμφάνιση του Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος εξελέγη δήμαρχος στην Κωνσταντινούπολη με το αντιπολιτευόμενο κεμαλικό κόμμα CHP. Η αναμέτρηση της Κυριακής θα είναι καθοριστική για την περαιτέρω πορεία του Ιμάμογλου, αλλά και για το μέλλον της Τουρκίας. Σε περίπτωση νίκης, ο σημερινός δήμαρχος έχει αυξημένες πιθανότητες να είναι ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης για τις προσεχείς προεδρικές εκλογές. “Κατά τη γνώμη μου ο Ιμάμογλου είναι ο καλύτερος δυνατός υποψήφιος, εάν η αντιπολίτευση θέλει να υπερνικήσει το μονοπώλιο της εξουσίας που έχει εδραιώσει ο Ερντογάν” λέει ο Μπερκ Εζέν, πολιτικός επιστήμων και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Σαμπαντζί της Κωνσταντινούπολης.

Κρίνεται το μέλλον του Ιμάμογλου

Όπως εκτιμά ο Εζέν, ο Ιμάμογλου έχει την ικανότητα να διαμορφώνει πλειοψηφίες και να προσελκύει ψήφους από ετερόκλητες ομάδες του πληθυσμού, “μπορεί να έχει απήχηση στους συντηρητικούς, στους αριστερούς, στους Κούρδους, ακόμη και σε ψηφοφόρους του Ερντογάν”. Μάλιστα στον προεκλογικό αγώνα για τις αυτοδιοικητικές εκλογές ο Ιμάμογλου προβάλλει εαυτόν ως άμεσος αντίπαλος του σημερινού προέδρου και “ουσιαστικά αξιοποιεί αυτές τις εκλογές για μία κατά μέτωπον επίθεση στον Ερντογάν”, λέει ο Μπερ Εζέν.

“Ο κατακερματισμός του πολιτικού τοπίου και οι ενδοπαραταξιακές διενέξεις ενισχύουν την αίσθηση απογοήτευσης από τις καθιερωμένες πολιτικές δυνάμεις” επισημαίνει ο Μπερ Εζέν. Σήμερα τα τρία μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης (το κεμαλικό CHP, το εθνικιστικό IYI και το φιλοκουρδικό DEM) επιστρατεύουν διαφορετικούς υποψηφίους και από αυτή τη διάσπαση θα μπορούσε να επωφεληθεί ο υποψήφιος του Ερντογάν, Μουράτ Κoυρούμ. Άλλωστε και ο ίδιος ο Ερντογάν το 1994 είχε αναδειχθεί δήμαρχος με ποσοστό μόλις 25% των ψήφων.

Από την πλευρά του ο Ουλας Τολ, διευθυντής του Ινστιτούτου CORE, εκτιμά ότι σήμερα οι αντίπαλοι του Ερντογάν δεν έχουν την ίδια συσπείρωση, που είχαν επιτύχει στις προηγούμενες Αυτοδιοικητικές Εκλογές. “Το 2019 το κόμμα του Ερντογάν κυβερνούσε παντού και ύψιστος στόχος της αντιπολίτευσης ήταν να κερδίσει τις εκλογές”, υποστηρίζει. “Στο μεταξύ όμως, αυτοί που δεν ψηφίζουν Ερντογάν, βρίσκονται σε δίλημμα- μεταξύ συναισθηματικής φόρτισης και πολιτικής αδράνειας”.

Πηγή: Deutsche Welle

Καμία δημοσίευση για προβολή