Οι θερμές διεθνείς αντιφάσεις και η ψυχρή σύγκρουση

    Πούτιν Μπάιντεν

     

     Του Κώστα Μποτόπουλου
    • Τα βασικά στοιχεία ενός νέου είδους «Ψυχρού Πολέμου» σχηματίζονται, αυτόν τον καιρό, μπροστά στα μάτια μας.  

    Το έχουμε πει πολλές φορές και είναι πια φανερό: οι ισορροπίες -οικονομικές, κοινωνικές, γεωπολιτικές- αλλάζουν μέσα στην πανδημία και ο κόσμος-μετά-την-πανδημία θα είναι, αν όχι ριζικά, πάντως ποιοτικά διαφορετικός.

    Σε εξέλιξη βρίσκεται η μετατόπιση των τριών μεγάλων πόλων του παρόντος αλλά και του μελλοντικού συστήματος, ο καθένας εκ των οποίων έχει τα σημεία ισχύος του, αλλά και τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες του, μέσα από τις οποίες επωάζονται οι συνθήκες της πιθανής σύγκρουσης.

    • Τα βασικά στοιχεία ενός νέου είδους «Ψυχρού Πολέμου», περισσότερο διάχυτου παρά βίαιου, με αλλαγμένους πρωταγωνιστές, υποχώρηση της ιδεολογίας και βασικό όπλο την οικονομική διπλωματία, σχηματίζονται, αυτόν τον καιρό, μπροστά στα μάτια μας.

    Εντός των ΗΠΑ, η αντίφαση είναι ανάμεσα στις φιλοδοξίες και τα μέσα. Η Προεδρία Μπάιντεν δείχνει από τους πρώτους μήνες ότι δεν έχει σκοπό να είναι ούτε διεκπεραιωτική, ούτε «μεσοδρομική»:

    Το πολύ μεγάλο πακέτο βοήθειας συνδέεται με γενικευμένη επιστροφή του Κράτους, στήριξη των πιο αδύναμων στρωμάτων, πίστη στον κεϋνσιανισμό. Βελτίωση της κατάστασης των δικαιωμάτων και ελευθεριών, της θέσης των μειονοτήτων και των μεταναστών (ο νόμος που πέρασε αυτή τη βδομάδα στη Βουλή των Αντιπροσώπων για τη «νομιμοποίηση» ευρέων κατηγοριών αλλοδαπών διαβιούντων στις ΗΠΑ έχει μεγάλη πρακτική αλλά και συμβολική σημασία).Καθώς και βούληση πιο καθαρών επιλογών και συμμαχιών στη διεθνή σκηνή (ο Ερντογάν και ο Πούτιν τη διαπίστωσαν ήδη στο πετσί τους) συμπληρώνουν την εικόνα.

    Ο «Ποπάϊ της ανάκαμψης»

    Όπως έγραψε, μάλλον έκπληκτος, ο Economist αυτή την εβδομάδα, αντί για τον «γερο-Μπάιντεν» ο κόσμος βλέπει τον «Ποπάϊ της ανάκαμψης». Με πιο πεζό τρόπο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν επιχειρεί να ξαναδώσει στην Αμερική ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της που είχε συντριβεί μέσα στη γεμάτη αναθυμιάσεις εχθροπάθεια της εποχής Τραμπ: την πίστη στον εαυτό της και σε έναν καλύτερο κόσμο.

    Μόνο που αυτή η πίστη έχει να υπερπηδήσει, όπως επίσης μας θύμισαν πολύ πρόσφατα γεγονότα, πολύ υψηλά, σχεδόν αξεπέραστα, εμπόδια: θεσμικά, και κοινωνικά αφενός, δομικά που επιτείνονται από τη συγκυρία αφετέρου.

    • Η πολιτική επιλογή της νέας διακυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις, αντιμετώπιση των ανισοτήτων και στήριξη στην «δύναμη του καλού» βρίσκει απέναντί της το «σπόρο του κακού» της εποχής Τραμπ αλλά και μιας παγκοσμιοποίησης που έχει πάρει λάθος πορεία.

    Μια βαθιά διαιρεμένη και με αποχαλινωμένα εξτρεμιστικά στοιχεία κοινωνία (οι Αρχές θεωρούν ότι οι ρατσιστικές επιθέσεις αυτής της βδομάδας στην Ατλάντα αποτελούν προάγγελο γενικευμένης εκστρατείας εκ μέρους μεμονωμένων εξτρεμιστών ή παραστρατιωτικών οργανώσεων).

    Μια οικονομία που διατηρεί δύναμη, αλλά όχι πια την πρωτοκαθεδρία, σε τομείς αιχμής (ιδίως την τεχνολογία και την έρευνα), αλλά που δεν αποτελεί παράδειγμα (φέτος συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τότε που υποτιμήθηκε από τους οίκους αξιολόγησης η πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ, χωρίς να έχει αποκατασταθεί), που στηρίζεται υπερβολικά στη «ποσοτική χαλάρωση» (δηλαδή σε «κόψιμο» χρήματος), στη φτηνή εργασία και την «καλοσύνη των ξένων», ιδίως Κινέζων, που συνεχίζουν να εμπιστεύονται ως καταφύγιο το δολάριο, αντιμαχόμενοι ωστόσο την αμερικανική πολιτική.

    Και μια διεθνής θέση που αποδυναμώθηκε είτε από αγαθή πρόθεση (Ομπάμα) είτε λόγω καταστροφικής τάσης (Τραμπ) και που δεν μπορεί να αποτελέσει εκ νέου πόλο συνοχής, ούτε καν της λεγόμενη «Δύσης», λόγω πολυδιάσπασης των κρίσιμων «παικτών», επαναλαμβανόμενων κρίσεων και υποχώρησης της εικόνας και της αίγλης των ίδιων των ΗΠΑ.

    Η αντίφαση της Κίνας 

    Στην Κίνα, η αντίφαση είναι ανάμεσα στην ήπια ισχύ και την ωμή επιβολή της. Η πρόσφατη σύγκλιση της «Συνέλευσης του Λαού», της ετήσιας (πέρσι αναβλήθηκε λόγω πανδημίας) ενδεκαήμερης (φέτος ολοκληρώθηκε σε μια βδομάδα) «έγκρισης» προειλημμένων αποφάσεων της εξουσίας από ένα διευρυμένο σώμα κρατικών/κομματικών αξιωματούχων ελάχιστα αντιπροσωπευτικών του λαού, φαινομενικά ήταν ενισχυτική μιας κάποιας μετριοπάθειας:

    • Αποφασίστηκε ένας στόχος ανάπτυξης μάλλον ταπεινός για τα κινεζικά μέτρα (6%), μια οικονομική πολιτική λίγο πιο «ρεαλιστική» (πληθωρισμός γύρω στο 3%, μικρή μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού που είχε εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια, δημιουργία 11 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας).

    Γενικώς αναδείχθηκε η εικόνα ενός «κρατικά διευθυνόμενου καπιταλισμού», που συνεχίζει ανερυθρίαστα να επιλέγει τις «καλές» επιχειρήσεις, που θα χρηματοδοτήσει, και τις «κακές», που θα οδηγήσεις την ασφυξία΄ που «εξαφανίζει» για λίγους μήνες, για παραδειγματισμό, επιχειρηματίες σαν το Τζακ Μα της Αλιμπάμπα αν το παραπαίρνουν επάνω τους΄ που ανοίγει και κλείνει τη στρόφιγγα των ξένων επενδύσεων ανάλογα με τη «φιλικότητα» των χωρών προς το κινεζικό μοντέλο΄ που δίνει έμφαση σε στρατηγικούς τομείς ικανούς να της προσφέρουν παγκόσμια διείσδυση (εργαστήρια «εθνικής τεχνολογίας», διπλώματα ευρεσιτεχνίας, βοήθεια σε φτωχές χώρες μέσω προγραμμάτων που έχουν και πολιτική διάσταση)΄ αλλά που γενικώς μάλλον αυτοσυγκρατείται.

    Η σύγχρονη μορφή του Ψυχρού Πολέμου

    Η εικόνα αλλάζει αν δούμε ένα άλλο νούμερο (6,8% αύξηση των στρατιωτικών δαπανών) και κυρίως μια άλλη εξέλιξη: τα μέτωπα σύγκρουσης που διαρκώς ανοίγουν με άλλες χώρες (ΗΠΑ, Ινδία, Ταϊβάν) αλλά και με «ατίθασες» περιοχές εντός της ίδιας της Κίνας (Χονγκ-Χονγκ, Τσινγιάνγκ). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η χρήση βίας όχι μόνο δεν κρύβεται, αλλά είτε απειλείται χωρίς περιστροφές, είτε λαμβάνει χώρα.

    • Η «μεταρρύθμιση» του εκλογικού νόμου στο Χονγκ Κονγκ, ώστε να μη μπορέσει να ριζώσει η δημοκρατία΄ η με στρατιωτικά μέσα καταπίεση εθνοτικών μειονοτήτων΄ η ανοιχτά επιθετική, σε επίσημη μάλιστα συνάντηση, αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ («δεν είσαι σε θέση να μας δίνεις μαθήματα»)΄ η διαρκής πολεμική επαγρύπνηση στη θάλασσα και στα σύνορα με την Ινδία, καθώς και η συστηματική επίκληση της «αδικίας της Ιστορίας» στις σχέσεις με την Ιαπωνία -όλα αυτά, και πολλά αντίστοιχα, όχι απλώς θυμίζουν Ψυχρό Πόλεμο, αλλά αποτελούν ήδη μια σύγχρονη μορφή του.

    Η Ευρώπη και η Ελλάδα διαψεύδουν… τις αγγελίες θανάτου τους

    Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η αντίφαση προκαλείται από μια υπεραισιοδοξία, που στηρίζεται στην Ιστορία (πράγματι η Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, έχει ως τώρα διαψεύσει όλες τις αγγελίες θανάτου της), όχι όμως απολύτως στα γεγονότα. Είναι σα να προεξοφλούμε μια τόσο καλύτερη ανάκαμψη μετά την πανδημία που σχεδόν παύει να είναι ρεαλιστική.

    Πράγματι τα δομικά επιτεύγματα δεν είναι διόλου ασήμαντα: κοινό και με κοινό προσανατολισμό Ταμείο Στήριξης, επόπτευση και προώθηση των εθνικών «πακέτων», διαρκής και στο ύψος των περιστάσεων δραστηριοποίηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

    Πράγματι η προσπάθεια δεν χαλαρώνει: πρόσφατα η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι όχι μόνο δεν θα μειώσει αλλά θα ενισχύσει την αγορά ομολόγων και τα άλλα «αντισυμβατικά» μέτρα της, ενώ η Επιτροπή ανήγγειλε ότι και η ενίσχυση επιχειρήσεων, νοικοκυριών και εργασίας θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της φετινής χρονιάς.

    Λογικό είναι, συνεπώς, το κλίμα να βελτιώνεται – ψυχολογία αγορών αλλά και δείκτες ομολόγων, σπρεντς, ακόμα και κερδοφορίας σε ορισμένους τομείς- και να ενισχύεται από την προώθηση, έστω στα χαρτιά προς το παρόν, ενός διπλού μεταρρυθμιστικού διαβήματος: στο οικονομικό πεδίο (review της ΕΚΤ που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε διαφοροποίηση στόχων, διαδικασία αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας) και στο ευρύτερο πολιτικό, με το άνοιγμα, από 9ης Μαΐου, «Συνέλευσης για το Μέλλον», απευθυνόμενης πρωτίστως στους πολίτες.

    Τα πήλινα ευρωπαϊκά πόδια

    Πίσω, όμως, από όλες αυτές τις καλές προσπάθειες και προθέσεις, πολλά στοιχεία της πραγματικότητας αναδεικνύουν τα πήλινα ευρωπαϊκά πόδια:

    • Έλλειψη πολιτικής συνοχής (με πιο εύγλωττο παράδειγμα τη συνεχιζόμενη κακοφωνία περί τον εμβολιασμό), εσωτερικά μέτωπα (χώρες του Βίζεγκραντ με επικεφαλής Ουγγαρία και Πολωνία, αλλά και αντίδραση της «χανσεατικής λίγκας», με επικεφαλής την Ολλανδία και απρόσμενους συμμάχους τους Σκανδιναβούς, στα σχέδια για μια βαθιά πολιτική και οικονομική ένωση).
    • Πληγή με Ηνωμένο Βασίλειο που κακοφόρμισε ταχύτατα (ήδη στα δικαστήρια για το «ιρλανδικό Πρωτόκολλο», αδυναμία συνεννόησης για την επόμενη μέρα των οικονομικών σχέσεων, ανοιχτή αντιπαράθεση για τα εμβόλια, επιλογή της επιθετικότητας από το Λονδίνο).
    • Αβεβαιότητα για το «γαλλο-γερμανικό άξονα», σχετιζόμενη, αλλά όχι ταυτιζόμενη, με την αποχώρηση Μέρκελ και την αποδυνάμωση Μακρόν.
    • Γενική, για οικονομικούς και γεωπολιτικούς και όχι θεσμικούς λόγους (τι να σου κάνει ο άμοιρος ο Μπορέλ), μείωση κύρους και επιρροής στη διεθνή σκηνή.

    Οι αντιφάσεις αυτές, που ακόμα δεν έχουν κατασταλάξει, επηρεάζουν ήδη και τη μεγάλη/παγκόσμια και τη μικρή/εθνική εικόνα.

    Και στην Ελλάδα μετεωριζόμαστε ανάμεσα σε αχτίδες φωτός (η κοινωνία κράτησε, η πολιτική διεύθυνση και κατεύθυνση εξορθολογίστηκε, η Ένωση μας στηρίζει, το σχέδιο της κυβέρνησης για τη  χρησιμοποίηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης φαίνεται να είναι συνεκτικό και εμπροσθοβαρές, η δύσκολη αλλά αναγκαία μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού έρχεται) και σε αφορμές απελπισίας:

    • Γιατί άραγε έπρεπε η κομματική αντιπαράθεση να αγγίξει τα όρια του διχασμού;
    • Γιατί πρέπει να αναγκαστούμε να επιτάξουμε ιδιώτες γιατρούς και δεν προσήλθαν μόνοι τους να βοηθήσουν;
    • Πού οφείλεται το φούσκωμα του ποταμιού του «δεν αντέχω» στην τελική ευθεία πριν από την αναστροφή;

    Κανείς δεν θα έρθει να μας «σώσει», η τροπή, ωστόσο, που θα πάρουν, ερήμην μας, οι μεγάλες εξελίξεις, σίγουρα θα μας επηρεάσει.

    Κώστας Μποτόπουλος

     

    Καμία δημοσίευση για προβολή