Παγιδευμένη στην τραπεζική κρίση παραμένει η Ελλάδα παρά την έξοδο από τα μνημόνια

    Τρεις μήνες μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια και η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα στο τραπεζικό της σύστημα.

    Οι τράπεζες εξακολουθούν να έχουν τα σημάδια μιας δεκαετούς οικονομικής κρίσης.  Οι δανειολήπτες δεν πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους στο ήμισυ περίπου των δανείων, πράγμα που συνιστά τον υψηλότερο δείκτη στη ζώνη του ευρώ.

    Ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου των τραπεζών αποτελείται από τα DTA, δηλαδή μελλοντικές φορολογικές ελαφρύνσεις που προκύπτουν εξαιτίας προηγούμενων ζημιών, για τις οποίες οι επενδυτές είναι διστακτικοί.

    Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν διαφορές στην ευρωστία των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών: η Τράπεζα Πειραιώς βρίσκεται στη χειρότερη θέση, ενώ η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank έχουν καλύτερες επιδόσεις.

    Οι τραπεζικές μετοχές έχουν υποχωρήσει αρκετά φέτος. Ακόμη και η Eurobank διαπραγματεύεται με discount 77% στη λογιστική αξία των περιουσιακών της στοιχείων.

    Η Πειραιώς έπρεπε να αναλάβει κάποια δράση για την κεφαλαιακή της ενίσχυση, αναζητώντας 500 εκατομμύρια ευρώ μέσω τίτλων μειωμένης εξασφάλισης.  Αλλά, μετά από την πρόσφατη επιδείνωση των συνθηκών της αγοράς, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί αυτή η ενέργεια.

    Η ΕΚΤ επιθυμεί οι ελληνικές τράπεζες να φέρουν, κατά μέσο όρο, το ακαθάριστο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από το 20% μέχρι το τέλος του 2021.  Οι αναλυτές είναι επιφυλακτικοί σε αυτό, με την Πειραιώς και την Alpha Bank να θεωρούνται ως οι πιο επισφαλείς να πετύχουν τους στόχους.

    Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα χρειάζεται αλλαγή του ρυθμού βελτίωσης των ισολογισμών ή κινδυνεύει να παραμείνει ευάλωτο σε οποιαδήποτε μελλοντική κρίση.

    Το πιο επείγον ζήτημα είναι να υποχωρήσει η “αιμορραγία” στην Τράπεζα Πειραιώς, η οποία έχει χάσει περισσότερο από το 60% της αξίας της αυτή τη χρονιά.

    Εάν η τράπεζα αποτύχει να εκδώσει νέο χρέος μειωμένης εξασφάλισης, θα μπορούσε να μην πληροί τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, προκαλώντας σοβαρές αναταράξεις στο σύστημα.  Επομένως, η κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο λήψης πιο δραστικών μέτρων, με τη μορφή μιας λεγόμενης προληπτικής ανακεφαλαιοποίησης.

    Αυτό θα επιβάλλει τις ζημίες στους κατόχους ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης ενώ θα κοστίσει χρήματα του κράτους, αλλά θα αντιμετώπιζε τουλάχιστον τον πιο αδύναμο κρίκο στο σύστημα.

    [more]

    Μία άλλη λύση θα συνεπαγόταν τη δημιουργία μιας “κακής τράπεζας” (bad bank) στην οποία οι τράπεζες θα μπορούσαν να μεταφέρουν μερικά από τα απομειωμένα δάνεια τους.  Οι πωλήσεις θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν σε τιμές αγοράς, κάτι που θα προκαλούσε ζημίες σε μεμονωμένες τράπεζες.

    Συνεπώς, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να δεσμεύσει σημαντικό χρηματικό ποσό τόσο για την αρχική μετοχική αξία της «κακής τράπεζας» όσο και για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που δεν θα μπορούν να αναπληρώσουν το κεφάλαιο από τις αγορές.

    Η κυβέρνηση διαθέτει ένα προσωρινό ταμειακό απόθεμα, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση τραπεζικού συστήματος.  Αλλά αυτά τα χρήματα διατέθηκαν για να δώσουν στους επενδυτές την εμπιστοσύνη ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κάθε σύντομη αναταραχή στην αγορά.  Η χρησιμοποίησή του θα μπορούσε όμως να προκαλέσει την ανησυχία των επενδυτών.

    Επιπλέον, κάθε είδους δημόσια παρέμβαση θα αυξήσει τον ρόλο του κράτους στο τραπεζικό σύστημα.  Επίσης, οι ιδιώτες επενδυτές θα υποστούν σημαντικές απώλειες.  Δεδομένου ότι αυτό δεν θα γίνει πρώτη φορά, πολλοί από αυτούς μπορεί να επιλέξουν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα για πάντα.

    Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις:ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ

    [/more]

     

     

    Καμία δημοσίευση για προβολή