Παγωμένο ντουζ από το Foreigh Affairs: Η απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση είναι μάλλον οριστική – Τα μεγαλεπίβολα σχέδια του Ερντογάν και η αδυναμία ΕΕ και ΝΑΤΟ

Μια φορά κι έναν καιρό, η Τουρκία ήταν η χώρα-υπόδειγμα για τους δυτικούς συμμάχους της: ένα ισχυρό και αφοσιωμένο μέλος του ΝΑΤΟ, μια χώρα που γιάτρευε και απελευθέρωνε την οικονομία της, ένας σοβαρός συνομιλητής με τη τα όργανα της ΕΕ καθώς διαπραγματευόταν την ενταξιακή της προοπτική.

Φυσικά, ακόμα και τότε, η πολιτική της Άγκυρας συχνά προκαλούσε προβλήματα: ο Ερντογάν -λάτρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ειδικά του Σουλτάνου Αμπντουλχαμίντ του Δεύτερου- πάντα έβλεπε την Τουρκία ως κάτι περισσότερο από τον «χωροφύλακα» της Δύσης στην Μέση Ανατολή και το όνειρό του ήταν να την κάνει μια τοπική υπερδύναμη, η οποία θα μπορεί να συνδιαλέγεται ως ίσος προς ίσον με τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου.

Ωστόσο, μέχρι τον Ιούνιο του 2016, ο Τούρκος πρόεδρος κρατούσε τα προσχήματα και έμοιαζε να ενδιαφέρεται περισσότερο να «καθαρίσει» το τοπίο στο εσωτερικό της χώρας και να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερη ισχύ στο πρόσωπό του. Όμως, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 ο Ερντογάν άρχισε να αποκαλύπτει τα πραγματικά του σχέδια και προθέσεις και να το κάνει με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο, συχνά κόντρα στα συμφέροντα των εταίρων και συμμάχων της Τουρκίας.

Αναβίωση της Αυτοκρατορίας

Από την αγορά των ρωσικών S-400 και την εισβολή στη Συρία και στο Ιράκ, προκειμένου να εκδιώξει τους Κούρδους από τις περιοχές στα σύνορα με την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ τους είχαν στηρίξει στον πόλεμο κατά του ISIS, μέχρι την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν, ο Ερντογάν δείχνει ότι ο στόχος του υπερβαίνει πολύ τα όρια της Τουρκίας ή αυτά που θέτουν οι σύμμαχοί του και μοιάζει να αναβιώνει τα οράματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Για πρώτη φορά μετά την πτώση του σουλτανάτου και την ίδρυση της κοσμικής τουρκικής δημοκρατίας από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, η Τουρκία μοιάζει να γυρίζει πίσω και με ρεβιζιονιστική ρητορική να εξυψώνει τα επιτεύγματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αναζωπυρώνοντας τις φλόγες του εθνικισμού στη χώρα και προβάλλοντας ισχύ -στρατιωτική και όχι μόνο- προς τα έξω.

Τα προβλήματα της Δύσης

Φυσικά, ο Ερντογάν δεν τα πέτυχε αυτά μόνος του: η ίδια η Δύση του επέτρεψε, με την αδυναμία της να συνεννοηθεί (βλέπε ΕΕ) ή με την ανικανότητά της να κατανοήσει πολιτικές και γεωστρατηγική (βλέπε ΗΠΑ του Τραμπ), να βρει κενά στα οποία μπόρεσε να τρυπώσει και να αποκτήσει λόγο ισχύος και επιβολής. Η Τουρκία εγκατέστησε βάσεις στη Σομαλία και το Κατάρ και μιλούσε ανοιχτά για τη «Γαλάζια Πατρίδα» την ίδια στιγμή που ο Τραμπ αδυνατούσε να κατανοήσει τις λεπτομέρειες της Μέσης Ανατολής και προτιμούσε να συνομιλεί απευθείας με τον Ερντογάν και η ΕΕ ομφαλοσκοπούσε.

Τηρώντας, δε, την… παράδοση της Τουρκίας, ο Ερντογάν φρόντισε να «παίζει» τις μεγάλες δυνάμεις τη μία κόντρα στην άλλη, όπως έγινε και στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διασφαλίζοντας για τον εαυτό του το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, είτε σε οικονομικό είτε σε πολιτικό/διπλωματικό επίπεδο. Ο Ερντογάν, όπως λένε και τα ΜΜΕ στην Τουρκία, κατάφερε η χώρα του να έχει πάντα μια θέση στο τραπέζι, είτε αυτό αφορούσε τη Λιβύη, είτε τον Καύκασο, είτε την Ανατολική Μεσόγειο.

Εσωτερικές δυσκολίες

Αυτό που οι αναλυτές του Foreign Affairs κάνουν σαφές είναι ότι η πολιτική αυτή της Τουρκίας δεν είναι κάτι παροδικό, κάτι που θα φύγει όταν ο Ερντογάν αποφασίσει να αποσυρθεί από την πολιτική, αλλά εκφράζει κάτι πιο μόνιμο: τη σταδιακή απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση, τις συμμαχίες της και τις αξίες της. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εμβολιασμοί κατά του κοροναϊού στην Τουρκία γίνονται με ρωσικά και κυρίως κινεζικά εμβόλια, ούτε ότι Τούρκοι αξιωματούχοι ξεκαθαρίζουν ότι αν οι ΗΠΑ δεν πουλήσουν F-35 στην Τουρκία τότε η Άγκυρα θα στραφεί στη Ρωσία για την ενίσχυση της αεροπορίας της.

Όλες οι κινήσεις του Ερντογάν έχουν θετικά αποτελέσματα για τον ίδιο και τα εθνικιστικά μηνύματα που εκπέμπει, για την Μεγάλη Τουρκία. Ωστόσο, τα μηνύματα αυτά… δεν τρώγονται και η κακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η οικονομία της Τουρκίας ροκανίζει τη δημοσκοπική ισχύ του ίδιου και του ΑΚΡ καθώς οι εθνικές εκλογές στη χώρα έχουν οριστεί για το 2023. Επίσης, η διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνησή του ήταν μάλλον αποτυχημένη, τόσο σε υγειονομικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.

Δύσκολη η στροφή προς τη Δύση

Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, ο Ερντογάν «ναρκοθετεί» τον δρόμο για τον αντίπαλό του, ο οποίος, αν υποσχεθεί στροφή προς τη Δύση, φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην πολιτική και την κοινωνία, και γενικά μιας αλλαγή πολιτικής, κινδυνεύει να χάσει τους πολίτες που διακατέχονται από εθνικιστική υπερηφάνεια για την εξωτερική πολιτική του Τούρκου προέδρου. Όσο για τον ίδιο τον Ερντογάν, ακόμα κι αν, πιεσμένος από την αλλαγή πολιτικής και ατζέντας στην Ουάσινγκτον, κάνει κάποιες παραχωρήσεις, θα είναι μόνο ονομαστικές και όχι ουσίας.

Στο τέλος της ημέρας, η Τουρκία, ακόμα κι αν κάνει κάποια βήματα προς τα πίσω, δεν πρόκειται στο ορατό μέλλον να επιστρέψει στη Δύση και στις διατλαντικές σχέσεις που είχε μέχρι πρώτινος. Αντιθέτως, θα συνεχίσει την μονομερή εξωτερική πολιτική και την προβολή ισχύος καθώς όλο και περισσότεροι στην χώρα έχουν αποδεχθεί το αφήγημα της κληρονομιας της Αυτοκρατορίας και είναι πλέον δύσκολο να το αφαιρέσει κανείς από τη συνείδηση των πολιτών.

Πληροφορίες: Foreign Affairs

Καμία δημοσίευση για προβολή