Τα ακαδημαϊκά προσόντα αποτελούν ένα ισχυρό “όπλο” στην εξεύρεση εργασίας, όμως η Ελλάδα κρατάει και σε αυτό τον τομέα την θλιβερή πρωτιά, σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η χώρα μας βρίσκεται μπροστά στην ανεργία των νέων ηλικίας από 18 έως 24 ετών (άτομα που ούτε εργάζονται ούτε εκπαιδεύονται) από χώρες όπως η Βραζιλία, η Ισπανία, η Κόστα Ρίκα, η Ιταλία και η Κολομβία.
Ανάλογα με τα ακαδημαϊκά προσόντα, η ψαλίδα στην αγορά εργασίας της Ελλάδα είναι τεράστια. Συγκεκριμένα σύμφωνα με στοιχεία του 2018, το 90% των κατόχων διδακτορικού εργάζεται, ενώ μόλις το 50% των κατόχων απολυτηρίου Λυκείου βρίσκεται εντός της αγοράς εργασίας.
Στο ενδιάμεσο, αλλά διατηρώντας την ανησυχητική πρωτιά, είναι οι κάτοχοι μεταπτυχιακού, με το 82% αυτών να εργάζεται και οι κάτοχοι πτυχίου, με το 73% αυτών να δουλεύει. Μόνο οι κάτοχοι διδακτορικού στην Ελλάδα, αν και βρίσκονται κάτω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (92%), είναι κοντά σε αυτό.
Στον αντίποδα τεράστια ψαλίδα παρατηρείται στους κατόχους πτυχίου και μεταπτυχιακού. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα με πτυχίο και με μεταπτυχιακό έχουν μικρότερο ποσοστό (29% και 76%) από ό,τι ο ΟΟΣΑ με μέσο όρο (44% και 91%).
Τα μεγαλύτερα θύματα της ανεργίας είναι οι γυναίκες, καθώς στις ηλικίες 25-34 ετών, στα ποσοστά των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που εργάζονται, το 64% είναι γυναίκες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες είναι κατά 15% υψηλότερο, αγγίζοντας το 79%.
Στα χρόνια της κρίσης, η Παιδεία, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, δέχθηκε ισχυρό πλήγμα με συνεχείς μειώσεις. Ειδικότερα, η Ελλάδα δαπανά σύμφωνα με τον Οργανισμό 5.400 ευρώ ανά μαθητή στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και 6.000 ευρώ στη δευτεροβάθμια, ποσά που αποτελούν το 60%-70% αυτών που διαθέτουν οι περισσότερες χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση η χώρα βρίσκεται στις τελευταίες με τη χαμηλότερη χρηματοδότηση στην Παιδεία για την εκπαίδευση από την ηλικία των 6 έως και 15 ετών.
Από το newsroom του economico.gr με πληροφορίες από τον Ελεύθερο Τύπο