Ποιός ήταν ο Τζον Ντίλινγκερ: Ένας ληστής  θρύλος, στη ζωή και στο θάνατο 

     

    Ο Τζον Ντίλινγκερ ήταν Αμερικανός γκάνγκστερ κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης στις ΗΠΑ. Δρούσε με τη συμμορία του, την “Terror Gang”, ενώ σύμφωνα με το Μουσείο Εγκλήματος, λήστεψε περίπου δώδεκα τράπεζες στο Midwest, με πάνω από 300.000 δολάρια λεία κατά τη διάρκεια της δράσης του.

    Απέδρασε δύο φορές από τη φυλακή και σκότωσε αρκετούς αστυνομικούς για να μπορέσει να διαφύγει. Δεν τους άρεσαν ποτέ οι αστυνομικοί και αυτό του μένος ήταν που τον έκανε πραγματικά επικίνδυνο. Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι περισσότεροι αστυνομικοί άλλαζαν τις βραδινές βάρδιες τους, διότι έτρεμαν στην ιδέα ότι μπορούσε να επιτεθεί σε κάποιο τμήμα.

    Η ιστορία του Τζον Ντίλινγκερ

    Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1903 στην Ιντιανάπολις των ΗΠΑ και σε ηλικία τριών ετών έχασε τη μητέρα του. Ο Τζον μεγάλωσε με τον δεσποτικό πατέρα του, που ήταν ένας μικροαστός, είχε δικό του παντοπωλείο, πήγαινε τακτικά στην εκκλησία και δεν ανεχόταν καμία παρέκκλιση από τους κανόνες που είχε θέσει.

    Από παιδί ακόμα, ο Τζον Ντίλινγκερ υπήρξε μέλος διάφορων συμμοριών. Για πρώτη φορά τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στο αναμορφωτήριο όταν ήταν δέκα χρονών, επειδή έκλεψε κάρβουνα με τη συμμορία του. Το 1923 κατατάχθηκε στο αμερικάνικο Πολεμικό Ναυτικό, αλλά παραιτήθηκε λίγους μήνες αργότερα. Επέστρεψε στη γενέτειρά του, όπου παντρεύτηκε τη δεκαεξάχρονη Μπέριλ Χόβιους. Παρότι προσπάθησε να νοικοκυρευτεί, δεν μπορούσε να κρατήσει καμία δουλειά και ο γάμος του σύντομα διαλύθηκε.

    Ένα βράδυ του 1923 μέθυσε με έναν φίλο του, τον Έντγκαρ Σίγκλετον, και λήστεψαν μαζί ένα παντοπωλείο. Ο Σίγκλετον κατάφερε να διαφύγει, αλλά ο Ντίλινγκερ συνελήφθη και οδηγήθηκε στη φυλακή. Οι περισσότεροι συγκρατούμενοί του τότε ήταν διαβόητοι ληστές τραπεζών. Για αυτό και κατά τη διάρκεια των εννέα χρόνων που έμεινε έγκλειστος, μετατράπηκε σ’ έναν στυγνό εγκληματία.

    Oι ληστείες τραπεζών

    Όταν αποφυλακίστηκε, το 1933, άρχισε αμέσως τις ληστείες τραπεζών. Η νέα του συμμορία, η «Βρόμικη Δωδεκάδα», αποτελούνταν από διαβόητους κακοποιούς, φυγάδες και ψυχοπαθείς, μεταξύ των οποίων και ο Λέστερ Γκίλις, αιμοδιψής γκάνγκστερ του Μεσοπολέμου.

    • Μέσα σε λίγους μήνες ο Ντίλινγκερ χτύπησε 12 τράπεζες, αφήνοντας πίσω του 15 νεκρούς και 17 τραυματίες αστυνομικούς και πολίτες, ενώ σκοτώθηκαν και 11 μέλη της συμμορίας του.

    Εκείνη την εποχή, η ολοκληρωτική κατάρρευση της οικονομίας άφηνε χιλιάδες ανθρώπους χωρίς δουλειά και σπίτια. Οι αποταμιεύσεις μιας ζωής που οι άνθρωποι κατέθεταν στις τράπεζες, εν μία νυκτί, εξαφανίστηκαν. Χιλιάδες σπίτια κατάσχονταν επειδή οι ιδιοκτήτες τους δεν μπορούσαν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους στις τράπεζες και η χώρα γέμισε περιπλανούμενους άστεγους, που έψαχναν δουλειά όπου ευκαιριακά υπήρχε. Στα κάθε λογής ελ Ντοράντο χρυσού, στην συγκομιδή των πορτοκαλιών, στο μπαμπάκι στο Νότο.

    Τζον Ντίλινγκερ

    Μικρές τράπεζες χρεοκοπούσαν, οι τραπεζίτες εξαφανίζονταν με τις βαλίτσες γεμάτες δολάρια και εκατομμύρια άνθρωποι έχαναν τις ζωές τους από πόνο. Ο λαός μισούσε τις τράπεζες και ο Ντίλινγκερ ήταν αυτός που τις λήστευε.  Ληστεύοντας τις, φρόντιζε  να καταστρέφει και τα έγγραφα των υποθηκών κατοικιών όπου υπήρχαν.

    Η τόλμη του, οι ριψοκίνδυνες και καλοστημένες ληστείες του που γίνονταν, ακόμα και στο φως της μέρας και οι πολύπλοκες τεχνικές διαφυγής τον έκαναν σχεδόν λαϊκό ήρωα. Η ευρηματικότητα του ήταν απολαυστική. Σε μια ληστεία έπεισαν τους υπεύθυνους της τράπεζας ότι ήταν συνεργείο για το γύρισμα ταινίας του Χόλυγουντ! Έτσι οι περαστικοί κοιτούσαν τη ληστεία χαμογελώντας νομίζοντας ότι έβλεπαν ταινία.

    Τον Ιανουάριο του 1934 ο Ντίλινγκερ και οι σύντροφοί του συνελήφθησαν. Τρεις μήνες αργότερα κατάφεραν να αποδράσουν και ξανάρχισαν αμέσως τις ληστείες. Κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη σε τέσσερις πολιτείες, επιστρέφοντας στο σπίτι του πατέρα του, μετά από έναν τραυματισμό που είχε.

    Το FBI τον χαρακτήρισε ως τον «Υπ’ αριθμόν ένα δημόσιο κίνδυνο», ενώ το Υπουργείο Δικαιοσύνης τον επικήρυξε για το τεράστιο ποσό για την εποχή των 10.000 δολαρίων. Σε μία προσπάθεια να μπερδέψει τις αρχές, ο Ντίλινγκερ έβαψε τα μαλλιά του και άφησε να μεγαλώσει το μουστάκι του, αλλά η μορφή του ήταν τόσο γνωστή λόγω της φήμης του, που αναγκάστηκε να λάβει πιο δραστικά μέτρα. Έτσι, υποβλήθηκε σε μια σειρά πλαστικών επεμβάσεων για να αλλάξει την εμφάνισή του και αφαίρεσε τα δακτυλικά του αποτυπώματα με οξύ.

    Σύμφωνα με τις αναφορές στο όνομά του στο Military Wiki, είχε ζητήσει από τους γιατρούς να αφαιρέσουν από το πρόσωπό του δύο χαρακτηριστικές καφέ κηλίδες, να γεμίσουν τη μύτη του, να μειώσουν μια ουλή, να εξαφανίσουν τα λακκάκια του και να τραβήξουν το στόμα του, ώστε να φαίνεται πάντα χαμογελαστός.

    Η αρχή του τέλους

    Κατά τη διάρκεια ενός ανθρωποκυνηγητού (ανάμεσα στα πολλά άλλα), ο Ντίλινγκερ διέφυγε στο Σικάγο, κλέβοντας υπηρεσιακό αμάξι, παραβιάζοντας έτσι ταυτόχρονα τον Εθνικό Νόμο περί Κλοπής Οχημάτων. Έτσι πλέον ο Ντίλινγκερ, δεν ήταν θέμα της τοπικής αστυνομίας, αλλά ήταν στα χέρια των Μυστικών Υπηρεσιών και στη  δικαιοδοσία του FBI…

    Από τη στιγμή που η «μάχη» μεταφέρθηκε στο Σικάγο τα πράγματα αγρίεψαν. Ο Ντίλινγκερ συνεργάστηκε τότε με τον «Baby Face Nelson» και οι ληστείες άρχισαν να διαδέχονται η μία την άλλη. Ο δράστης και η συμμορία του κινούνταν σαν φαντάσματα, ενώ όποτε τους εντόπιζαν έβρισκαν τον τρόπο να ξεφύγουν.

    Η αγριότητα και η συχνότητα των εγκλημάτων εκνεύρισε τον επικεφαλής του FBI, Έντγκαρ Χούβερ που αποφάσισε να οργανώσει σχέδιο για την σύλληψη του. Ο Χούβερ  μάλιστα, ανέπτυξε  ένα πιο εξελιγμένο γραφείο ως όπλο ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα, χρησιμοποιώντας τον Ντίλινγκερ και τη συμμορία του ως πλατφόρμα εκστρατείας. Όπως θα περίμενε κανείς, το πρόσωπο του εγκληματία επικολλήθηκε σε αφίσες και εφημερίδες με την επιγραφή «καταζητείται» σε όλη τη χώρα. Η σύλληψη του ανατέθηκε στους πράκτορες  Μέλβιν Πέρβις και Σάμιουελ Κόλι.

    Η καταγγελία και η εκτέλεση

    Ήταν Σάββατο 21 Ιουλίου του 1934, όταν μία γυναίκα επικοινώνησε με το FBI υποστηρίζοντας ότι έχει πληροφορίες για τον Ντίλινγκερ. Η μυστηριώδης  γυναίκα δήλωσε ότι θα τον παρέδιδε χωρίς δισταγμό σε περίπτωση που της έδιναν λεφτά και ταυτόχρονα απέσυραν τα χαρτιά απέλασής της.  Η «γυναίκα με τα κόκκινα», όπως καταγράφτηκε στην ιστορία, ήταν η Ρουμάνα υπήκοος Άννα Σέιτζ που είχε μπει στις ΗΠΑ το 1914. Το πραγματικό της όνομα ήταν Άννα Κουμπάνας και διατηρούσε οίκους ανοχής.

    Η Άννα μετά από έναν αποτυχημένο γάμο εργάσθηκε ως πόρνη στον οίκο ανοχής του Μεγάλου Μπιλ στην περιοχή του Ανατολικού Σικάγο. Όταν εκείνος πέθανε ανέλαβε τη διαχείρισή του και σύντομα επέκτεινε τις επιχειρήσεις της ανοίγοντας ακόμη δύο. Γνωρίστηκε με τον Ντίλινγκερ, μέσω της Πόλι Χάμιλτον η οποία πριν αναλάβει …τη γραμματειακή υποστήριξη του γκάνγκστερ, εργαζόταν στον οίκο ανοχής της Άννα.

    Η πληροφορία ήταν ότι, το βράδυ της 22ας Ιουλίου 1934, ο Τζον Ντίλινγκερ θα παρακολουθούσε στο Μπάιογκραφ Θίατερ  την ταινία «Το Μελόδραμα του Μανχάταν», με πρωταγωνιστή τον Κλαρκ Γκέιμπλ, αφήνοντας όμως ανοικτό και το ενδεχόμενο να επιλέξει άλλη κινηματογραφική αίθουσα όπως η Μάρμπο που βρισκόταν στα δυτικά του Σικάγο -σε αντίθεση με το Μπάιογκραφ Θίατερ που ήταν βόρεια.

    Μπάιογκραφ Θίατερ

    Ο εντοπισμός του θα διευκολυνόταν με την παρουσία της Άννα, η οποία είχε προειδοποιήσει ότι θα φορούσε πορτοκαλί μπλούζα και λευκή φούστα ώστε να είναι ευδιάκριτη. Ο φωτισμός της αίθουσας βέβαια άλλαξε το χρωματικό τόνο κι έτσι η Άννα καταγράφηκε ως «the lady in red». (η γυναίκα με τα κόκκινα). Η ομάδα του Πέρβις περίμενε τον Ντίλιγκερ έξω από το σινεμά, ωστόσο εκείνος κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Αυτή τη φορά όμως δεν μπόρεσε να ξεφύγει. Μόλις τοποθέτησε το χέρι στην τσέπη για να πυροβολήσει δέχτηκε 4 σφαίρες. Στις 11 παρά 10 σύμφωνα με την ανακοίνωση του νοσοκομείου «Αλέξιαν Μπράδερς», o Ντίλινγκερ ήταν επισήμως νεκρός.

    Μετά την ιατροδικαστική εξέταση, τάφηκε στο νεκροταφείο Κρόουν Χιλ της Ινδιανάπολης. Για τους Αμερικάνους που έχασαν τα σπίτια τους ήταν ο λαϊκός ήρωας, ένας σύγχρονος Ρομπέν των Δασών. Αντίθετα, για την αστυνομία ήταν το «καθίκι» που τους ξέφευγε συνέχεια…

    Ο Θάνατος και η εκταφή 

    Ωστόσο, υπάρχουν μέχρι σήμερα κάποιες αμφιβολίες για το αν ο άντρας που σκοτώθηκε ήταν όντως ο Τζον Ντίλινγκερ, καθώς λόγω των πλαστικών επεμβάσεων δεν κατέστη δυνατή η αναγνώρισή του με απόλυτη βεβαιότητα. Η ανάπτυξη των προβληματισμών ενισχύθηκε και από μια κίνηση του FBI. Φοβούμενοι μήπως συληθεί το μνήμα, από ανθρώπους που θεωρούσαν πως δεν άξιζε ταφής, το περίφραξαν και το γέμισαν με τσιμέντο.

    Όπως ήταν φυσικό οι λόγοι της ενέργειας αυτής διογκώθηκαν, οι εφημερίδες άρχισαν να θέτουν ζητήματα ταυτοπροσωπίας μέσω δακτυλικών αποτυπωμάτων και ομάδας αίματος αλλά και να αφήνουν αιχμές όπως ότι το FBI κουκούλωσε την υπόθεση σκοτώνοντας κάποιον άλλον, για να σώσει το χαμένο του γόητρο. Αλλά χρόνια αργότερα και οι  συγγενείς του διαβόητου γκάνγκστερ αποφάσισαν να ζητήσουν εκταφή του πτώματός του και οι Αρχές το δέχτηκαν. 85 χρόνια μετά τον θάνατό του, τον Απρίλιο του 2019 , ήθελαν να βεβαιωθούν πως είναι όντως θαμμένος στο κοιμητήριο της Ιντιάνα.

    Η Κάρολ Τόμσον, ανιψιά του, ανέφερε ότι διαθέτει στοιχεία σύμφωνα με τα οποία ο άνδρας που είναι θαμμένος στο Κρόουν Χιλ δεν είναι ο θείος της. Για να στηρίξει την άποψή της, είπε ότι το χρώμα των ματιών του πτώματος δεν ταίριαζε με εκείνο του θείου της, ούτε τα δακτυλικά του αποτυπώματα ήταν ίδια. Το FBI εκτιμά ωστόσο ότι αυτή η εκδοχή δεν είναι παρά μια θεωρία συνωμοσίας. Το υπουργείο Υγείας της Ιντιάνα έδωσε πάντως την έγκρισή του και η εκταφή θα γινόταν στις 31 Δεκεμβρίου του 2019. Η διεύθυνση του κοιμητηρίου από την πλευρά της διαφώνησε και η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ο δικαστής απέρριψε την αγωγή που άσκησαν οι συγγενείς του Ντίλινγκερ, λέγοντας ότι εναπόκειται στον ιδιοκτήτη του νεκροταφείου να δώσει άδεια για την εκταφή του νεκρού. Κάτι που δεν έγινε ποτέ.

    Τι απέγιναν τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας; 

    Η Αννα Σέιτζ. Η  Άννα, αν και εισέπραξε 5.000 δολάρια από τα 10.000 της προκήρυξης δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την παραμονή της στις ΗΠΑ. Σε μια κίνηση απελπισίας κατήγγειλε δημόσια την αθέτηση της συμφωνίας με τον Πέρβις από πλευράς της κυβέρνησης και η υπόθεση έφθασε στο δικαστήριο. Ο ίδιος ο Πέρβις δήλωσε ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατόν ενημερώνοντας το Γραφείο Μεταναστών στην Ουάσιγκτον. Η απόφαση του ομοσπονδιακού δικαστηρίου ήταν ξεκάθαρη: «Το υπουργείο εργασίας, αρμόδιο για ζητήματα μεταναστών, δεν υποχρεώνεται στην τήρηση των συμφωνιών του υπουργείου δικαιοσύνης». Έτσι η Άννα απελάθηκε από τις ΗΠΑ στις 25 Απριλίου 1936 και πέθανε έντεκα χρόνια μετά (το 1947, την ίδια μέρα) στη Ρουμανία, από ηπατική ανεπάρκεια.

    Μέλβιν Πάρβις

    Η αυτοκτονία του Πέρβις. Ο θάνατος του Ντίλινγκερ εκείνη την εποχή ήταν το πιο πολυσυζητημένο γεγονός και η μεγαλύτερη επιτυχία του FBI. Διάσημος όμως έγινε κι ο Μέλβιν Πάρβις. Ο Χούβερ, θεωρώντας αυτή τη διασημότητα απειλή, εξανάγκασε τον Πάρβις να παραιτηθεί. Ο Πάρβις, μη μπορώντας να αντέξει άλλο αυτήν την πίεση,  αυτοκτόνησε με το ίδιο όπλο που είχε μαζί του το βράδυ της δολοφονίας του Ντίλινγκερ….

    Μέχρι σήμερα ο θρύλος του Ντίλινγκερ εμπλουτίζεται συνεχώς με νεότερα στοιχεία και με μια πρωτοφανή μανία η οποία φθάνει μέχρι και στη συλλογή προσωπικών αντικειμένων αλλά και ανατομικών μερών του γκάνγκστερ.

    Ο ΙΣΠΑΝΟΣ

    • Δείτε: Οι λάτρεις του κλασσικού σινεμά μπορούν να δουν την ταινία του 1973, με τίτλο “Dillinger” και τους Warren Oates (Ντίλινγκερ), Ben Johnson (Πέρβις) https://www.youtube.com/watch?v=3uxdc9e9U4w
    • §  Δείτε: Την ταινία του 2009, με τον τίτλο “Public Enemies” (Δημόσιος Κίνδυνος) με τον Johnny Depp στο ρόλο του Ντίλινγκερ και την όμορφη και σπουδαία Marion  Cotillard. https://youtu.be/Q8xOgO7_eT8

     

    Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
    Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

    Καμία δημοσίευση για προβολή