Προκαταρκτική εξέταση για την ηχογραφημένη συνομιλία Μιωνή Παππά – Ραγδαίες οι εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα. Δεν αποκλείεται και πραγματογνωμοσύνη για τη γνησιότητα του υλικού

Ραγδαίες είναι πλέον και οι δικαστικές εξελίξεις που, όπως έγραψε από το πρωί το Economico, δρομολογούνται μετά την κατάθεση από τον επιχειρηματία Μιωνή της ηχογραφημένης συνομιλίας του με τον πρώην υπουργό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Παππά.

Πριν από λίγο,  ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, Ευάγγελος Ιωαννίδης έδωσε  εντολή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.

Η υπόθεση χρεώθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών προκειμένου να ελεγχθεί σύμφωνα με πληροφορίες η νομιμότητα του ηχητικού υλικού. Παράλληλα, δεν αποκλείεται να διαταχθεί και πραγματογνωμοσύνη προκειμένου να διαπιστωθεί η γνησιότητα του ηχητικού.

Σύμφωνα, μάλιστα,  με πληροφορίες, δεν αποκλείεται  να εξεταστούν και άλλα ζητήματα όπως ο τόπος που καταγράφηκε η συνομιλία και αν νομιμοποιείται η χρήση της με τις προϋποθέσεις που ισχύουν στο σχετικό άρθρο 14 νόμου 4637/2019 που αφορά χρήση αποδεικτικού μέσου όταν καταγγέλλεται κακούργημα σχετικό με οικονομικό ή έγκλημα διαφθοράς.

Υπενθυμίζεται ότι ο φάκελος που διαβιβάστηκε από την Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών εκτός από το αντίγραφο της ηχογραφημένης συνομιλίας του πρώην υπουργού Επικρατείας με τον επιχειρηματία (usb), περιέχει το συνοδευτικό έγγραφο του κ.Μιωνή, τα πρακτικά της χθεσινής συνεδρίασης της προανακριτικής επιτροπής, τα πρακτικά της διήμερης κατάθεσης του Νίκου Παππά τον περασμένο Μάρτιο και τη χθεσινή κατάθεση του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και δήλωση του κ.Παππά.

Η διαβίβαση του υλικού από την ειδική επιτροπή της Βουλής έγινε σύμφωνα με το άρθρο 38 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας βάσει του οποίου «οι ανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να ανακοινώσουν χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο εισαγγελέα ο,τιδήποτε πληροφορούνται με κάθε τρόπο για αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως. Η ανακοίνωση γίνεται γραπτώς και πρέπει να περιέχει όλα τα στοιχεία που υπάρχουν και αφορούν την αξιόποινη πράξη, τους δράστες και τις αποδείξεις».

Σύμφωνα με νομικές πηγές, εφόσον πιστοποιηθεί η γνησιότητα του ηλεκτρονικού αρχείου από την αρμόδια Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, το υλικό που περιέχεται σε αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ανεξάρτητα αν είναι ή όχι παρανόμως αποκτηθέν, υπό την προϋπόθεση ότι αφορά υπόθεση οικονομικού εγκλήματος ή διαφθοράς.

Σχετική πρόβλεψη υπάρχει στο άρθρο 14 του νόμου 4637/2019 ( σσ τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα ΦΕΚ 18 Νοεμβρίου 2019 ) το οποίο ορίζει ότι αποδεικτικό μέσο που αφορά κακουργηματικές πράξεις μπορεί να ληφθεί υπόψη από εισαγγελείς. Το άρθρο ορίζει ότι η χρήση του αποδεικτικού μέσου γίνεται δεκτή εφόσον κριθεί αιτιολογημένα ότι: α) η βλάβη που προκαλείται με την κτήση του είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος, τη σπουδαιότητα και την έκταση από τη βλάβη ή τον κίνδυνο που προκάλεσε η ερευνώμενη πράξη, β) η απόδειξη της αλήθειας θα ήταν διαφορετικά αδύνατη και γ) η πράξη με την οποία το αποδεικτικό μέσο αποκτήθηκε δεν προσβάλλει την ανθρώπινη αξία.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Καμία δημοσίευση για προβολή