Η Fitch διατήρησε την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου στη βαθμίδα «BB-» και σταθερό το outlook

Μητσοτάκης: Είμαστε ένα σκαλί κάτω από την επενδυτική βαθμίδα

Ο οίκος Fitch Ratings διατήρησε την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου στη βαθμίδα «BB-», διατηρώντας παράλληλα σταθερό και το outlook, εκτιμώντας ότι τα υψηλά επίπεδα χρέους, οι αδύναμες προοπτικές ανάπτυξης και τα κόκκινα δάνεια φρενάρουν τη στιγμή αυτή την υψηλότερη αξιολόγηση.

Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ορκίστηκε στις 8 Ιουλίου και άρα είναι πολύ νωρίς, εκτιμά η Fitch, να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητά της και η εφαρμογή των πολιτικών της. Ωστόσο, κατά την άποψη του οίκου, η ατζέντα της κυβέρνησης θα μπορούσε να στηρίξει περαιτέρω την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας.

Η αξιολόγηση του οίκου Fitch Ratings απογοήτευσε κύκλους της κυβέρνησης και των τραπεζών που τις τελευταίες ημέρες είχαν εκφράσει συγκρατημένη αισιοδοξία ότι πιθανόν η Fitch να αναβάθμιζε το outlook από σταθερό σε θετικό, στηριζόμενοι στις άμεσες κινήσεις στα μέτωπα των μεταρρυθμίσεων, της φορολογίας και της ανάπτυξης, αλλά και έχοντας υπόψη το εντυπωσιακό ράλι των ελληνικών ομολόγων.

Αυτοί οι παράγοντες, σύμφωνα με την Fitch, δεν είναι για την ώρα αρκετοί προκειμένου να προχωρήσει σε αναβάθμιση γιατί

  • βρίσκονται αντιμέτωποι με την αδύναμη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική, τα εξαιρετικά υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό κλάδο, τα υψηλά αποθέματα χρέους της γενικής κυβέρνησης και το καθαρό  εξωτερικό  χρέος.

Ο οίκος εκτιμά ότι ενώ αποτελούν μια θετική εξέλιξη οι άμεσες κινήσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης με τις πολιτικές της υπέρ της ανάπτυξης και την προτεραιότητα που θέτει στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, τονίζει ότι αναμένει να δει τα αποτελέσματα του κυβερνητικού έργου πριν προχωρήσει σε αναβάθμιση.

Η Fitch αναθεωρεί τις εκτιμήσεις της για το πραγματικό ΑΕΠ του 2019, αναμένοντας ρυθμό ανάπτυξης 1,9%, από 2,3% προηγουμένως. Η υποβάθμιση απορρέει από τα πιο αδύναμα των αναμενόμενων στοιχεία για το ΑΕΠ α’ τριμήνου, τα οποία επιβάρυνε η αξιοσημείωτη επιβράδυνση της αύξησης των εξαγωγών και η ασθενέστερη δημόσια κατανάλωση.

Ο οίκος αναμένει επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο 2,2% το 2020 και ανάπτυξη 2% το 2021. Την εγχώρια ζήτηση, σύμφωνα με τη Fitch, αναμένεται να ενισχύσουν η ενισχυμένη επενδυτική ζήτηση, το συρρικνούμενο ποσοστό ανεργίας, το ολοένα αυξανόμενο διαθέσιμο εισόδημα, καθώς και η ήπια δημοσιονομική χαλάρωση.

Παράλληλα, η Fitch επισημαίνει ότι ο δείκτης οικονομικού κλίματος εκτοξεύτηκε σε υψηλό 11 ετών τον Ιούλιο, ενώ η ανεργία συρρικνώνεται με σταθερό ρυθμό.

Η νέα κυβέρνηση και η εδραίωση της πολιτικής σταθερότητας

Η έλευση μιας αυτοδύναμης μονοκομματικής κυβέρνησης αναμένεται να βοηθήσει να εδραιωθεί η βελτίωση της πολιτικής σταθερότητας, που παρατηρείται στη χώρα τα τελευταία χρόνια, εκτιμά ο οίκος.

Οι βασικές οικονομικές προτεραιότητες της κυβέρνησης περιλαμβάνουν

  • μια ευρεία μείωση των φορολογικών συντελεστών,
  • μια επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων,
  • δεσμεύσεις για μείωση της γραφειοκρατίας.Στόχος είναι η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων για τη διατήρηση της οικονομικής ανάκαμψης και την τόνωση της αναπτυξιακής δυναμικής μεσοπρόθεσμα. Στις 30 Ιουλίου, το κοινοβούλιο ενέκρινε μια πρώτη δέσμη μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του ΕΝΦΙΑ, ένα μέτρο που η κυβέρνηση αναμένει να κοστίσει 205 εκατ. ευρώ (0,1% του ΑΕΠ) το 2019.

Επίσης εγκρίθηκε η ανανεωμένη ρύθμιση των 120 δόσεων για την εξόφληση των εκκρεμών οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Τον Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση σκοπεύει να παρουσιάσει ένα ευρύτερο οικονομικό πακέτο που θα περιλαμβάνει τη σταδιακή θέσπιση από τον Ιανουάριο 2020 φορολογικών περικοπών τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις. Τα μέτρα ενδέχεται να περιλαμβάνουν τη σταδιακή μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις στο 20% από 28% σε διάστημα δύο ετών, τη μείωση του χαμηλότερου φορολογικού συντελεστή στον φόρο εισοδήματος στο 9% από 22%, την αναστολή του φόρου υπεραξίας στις πωλήσεις ακινήτων, καθώς και την αναστολή του ΦΠΑ στην κατασκευαστική δραστηριότητα, σημειώνει η Fitch.

Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί ο συνολικός αντίκτυπος των μέτρων

Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί ο συνολικός αντίκτυπος αυτών των μέτρων στην αύξηση του ΑΕΠ και στα δημόσια οικονομικά, ωστόσο “αναμένουμε περισσότερες πληροφορίες έως τον Σεπτέμβριο όταν θα παρουσιαστεί το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2020”, τονίζει ο οίκος.

[more]

Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει δώσει προτεραιότητα στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και στην αντιμετώπιση των θεμάτων ποιότητας του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα. Η εποπτεία των πολιτικών του τραπεζικού τομέα αποτελεί πλέον αποκλειστική αρμοδιότητα του υπουργείου Οικονομικών (σε αντίθεση με την προηγούμενη κοινή ευθύνη των υπουργείων Οικονομίας και Δικαιοσύνης), ενώ το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων εποπτεύεται πλέον από το υπουργείο Οικονομίας (σ.σ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων). Κατά την άποψή της Fitch, πρόκειται για θετική εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ταχύτερη εφαρμογή των αναγκαίων πολιτικών στους συγκεκριμένους τομείς.

Τα δημόσια οικονομικά συνεχίζουν να βελτιώνονται, υπογραμμίζει ο οίκος. Η Ελλάδα σημείωσε πλεόνασμα του προϋπολογισμού 1,1% του ΑΕΠ το 2018, από 0,7% το προηγούμενο έτος, λόγω υψηλότερων εσόδων, περιορισμού των δαπανών και υποεκτέλεσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Αυτό σήμαινε πρωτογενές πλεόνασμα 4,4% του ΑΕΠ, πολύ πάνω από τον στόχο του προγράμματος του ESM για 3,5% του ΑΕΠ. Ο οίκος αναμένει ότι την παραμονή της δημοσιονομικής κατάστασης σε υγιή πλαίσια, γεγονός που θα οδηγήσει σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% και 3,4% του ΑΕΠ αντίστοιχα το 2019-20.

Το ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης ανήλθε στο 181,1% του ΑΕΠ το 2018 και  η Fitch αναμένει σημαντική μείωσή του στο 161% του ΑΕΠ έως το 2021, με βάση τα διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα, τη μέση αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2% και τα χαμηλά επιτόκια.

Παρά το γεγονός ότι ο όγκος του χρέους της γενικής κυβέρνησης θα παραμείνει υψηλός, υπάρχουν παράγοντες που στηρίζουν τη βιωσιμότητά του. Τα ρευστά διαθέσιμα της Ελλάδας είναι υψηλά, φτάνοντας τα 26,8 δισ. ευρώ (14% του ΑΕΠ) τον Δεκέμβριο του 2018 και έχουν παραμείνει ανέπαφα από το τέλος του προγράμματος του ESM, τον Αύγουστο του 2018. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες είναι χαμηλές και οι εκτιμήσεις της Fitch (που περιλαμβάνουν πλήρη μετακύλιση των εντόκων γραμματίων) υποδεικνύουν ότι η Ελλάδα θα χρηματοδοτείται πλήρως έως το 2022-23, αποκτώντας σημαντική δικλείδα ασφαλείας έναντι τυχόν κινδύνων χρηματοδότησης για μια παρατεταμένη περίοδο.

Κατά την άποψη της Fitch, το υφιστάμενο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής ενδέχεται να μην είναι διατηρήσιμο μεσοπρόθεσμα. Η δημοσιονομική προσαρμογή από το 2016 έχει βασιστεί κυρίως στα φορολογικά έσοδα και την υπο-εκτέλεση του ΠΔΕ. Η νέα κυβέρνηση κληρονομεί την πρόκληση να επανεξισορροπήσει το μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής χωρίς να υπονομεύσει τη δέσμευση στους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές. Η ανάκληση της απόφασης για μείωση του αφορολόγητου από την προηγούμενη κυβέρνηση καθιστά δύσκολη την επανεξισορρόπηση της δημοσιονομικής πολιτικής με την εκπλήρωση του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2022), ιδιαίτερα όταν οι φόροι περικόπτονται.

Η Νέα Δημοκρατία έχει δηλώσει ότι θα επιθυμούσε μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα κατά τουλάχιστον 1 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ, περίπτωση η οποία δεν θα αναιρούσε την ανάγκη για εμφάνιση υψηλών (αν και μειωμένων κατ’ ολίγον) πλεονασμάτων. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να εκπληρώσει τους στόχους για το 2019 και το 2020, αλλά σχεδιάζει να τους επαναδιαπραγματευτεί από το 2021 και μετά.

[/more]

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις: [home]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Καμία δημοσίευση για προβολή