“Περήφανη” με Ευρωπαϊκή πρωτιά στους έμμεσους φόρους και τις εισφορές η Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι η χώρα με τη βαρύτερη έμμεση φορολογία στην Ευρωζώνη και θα παραμείνει στην 1η θέση και για το 2019. Τα πρωτεία αποκαλύπτονται από τα προσχέδια προϋπολογισμών που κατέθεσαν οι 19 χώρες-μέλη στην Κομισιόν στο πλαίσιο των διαδικασιών του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Για το 2018, οι φόροι «στην παραγωγή και στις εισαγωγές» –ένα καλάθι που περιλαμβάνει από τον ΦΠΑ μέχρι τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης– θα φτάσουν να αντιστοιχούν στην Ελλάδα στο 17,3% του ΑΕΠ, που είναι και το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των 19 χωρών-μελών.

Για το 2019, η Ελλάδα προβλέπει ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση θα παραμείνει άνω του 40% και ότι θα διαμορφωθεί στο 40,6%. Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνει στις πέντε χώρες με τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις και για την επόμενη χρονιά. Η μείωση του συντελεστή δεν οφείλεται στην ενεργοποίηση μέτρων ελάφρυνσης –άλλωστε η μόνη σχετική πρόβλεψη αφορά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 270 εκατ. ευρώ και των ασφαλιστικών εισφορών κατά περίπου 180 εκατ. ευρώ– αλλά στο γεγονός ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια με μεγαλύτερο ρυθμό συγκριτικά με τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.

Οπως προκύπτει από τις προβλέψεις των χωρών-μελών της Ζώνης του Ευρώ, η Ελλάδα θα παραμείνει στην πρώτη θέση και το 2019 με ποσοστό 17%, με τη Γαλλία και την Κύπρο να είναι οι μοναδικές χώρες που βρίσκονται κοντά στην ελληνική επίδοση.

Με τον πανευρωπαϊκό πρωταθλητισμό στην «άδικη» έμμεση φορολογία, η Ελλάδα στερείται φορολογικής δικαιοσύνης, γεγονός που αποδεικνύεται από ακόμη ένα στατιστικό εύρημα: είμαστε η χώρα με τη μεγαλύτερη διαφορά στην απόδοση της έμμεσης και της άμεσης φορολογίας.

Για το 2018, η διαφορά αυτή φτάνει στις 6,8 μονάδες. Δηλαδή, η έμμεση φορολογία επιβαρύνει τους πολίτες με φόρους που αντιστοιχούν στο 17,3% του ΑΕΠ και η άμεση φορολογία (φόροι στο εισόδημα και στην περιουσία όπου περιλαμβάνεται και ο ΕΝΦΙΑ) μόλις στο 10%. Διαφορά 7,3 μονάδων του ΑΕΠ δεν υπάρχει σε καμία άλλη χώρα-μέλος της Ευρωζώνης. Κοντά στην ελληνική «επίδοση» είναι μόνο η Κύπρος (με 6,9 ποσοστιαίες μονάδες), η Εσθονία (με 6,8 ποσοστιαίες μονάδες) και η Λετονία επίσης με 6,8 ποσοστιαίες μονάδες.

Τα δύο στατιστικά ευρήματα (πρωταθλητισμός στην έμμεση φορολογία και χαοτική διαφορά ανάμεσα στην έμμεση και στην άμεση, όχι μόνο για το παρόν αλλά και για το… μέλλον) αποτυπώνουν και τις παθογένειες της φορολογικής πολιτικής στην Ελλάδα. Οι εξωφρενικοί φορολογικοί συντελεστές στην άμεση φορολογία, με την επιβάρυνση να φτάνει ακόμη και στο 55% του δηλωθέντος εισοδήματος χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές, οδηγούν στην απόκρυψη των εισοδημάτων και στη «βύθιση» των εσόδων από την άμεση –και αναλογική– φορολογία, με αποτέλεσμα να αποτυπώνεται το «χάσμα» έμμεσης – άμεσης φορολογίας στη στατιστική.

Για το 2019, η Ελλάδα προβλέπει ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση θα παραμείνει άνω του 40% και ότι θα διαμορφωθεί στο 40,6%. Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνει στις πέντε χώρες με τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις και για την επόμενη χρονιά. Η μείωση του συντελεστή δεν οφείλεται στην ενεργοποίηση μέτρων ελάφρυνσης –άλλωστε η μόνη σχετική πρόβλεψη αφορά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 270 εκατ. ευρώ και των ασφαλιστικών εισφορών κατά περίπου 180 εκατ. ευρώ– αλλά στο γεγονός ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια με μεγαλύτερο ρυθμό συγκριτικά με τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.

Ασφαλιστικές εισφορές

Τη συνολική εικόνα έρχεται να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο και η στατιστική των ασφαλιστικών εισφορών.

Με συντελεστή 14,4% επί του ΑΕΠ για το άθροισμα εισφορών εργοδότη και εργαζομένου, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στην πρώτη 5άδα των χωρών-μελών της Ευρωζώνης για το 2018.

Μας ξεπερνούν η Γερμανία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ολλανδία και η Σλοβενία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το μέσο ποσοστό για την Ευρωζώνη διαμορφώνεται στο 12,4% για το 2018, με την Ελλάδα να είναι δύο ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο.

ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (ρεπορτάζ Θάνος Τσίρος)

Καμία δημοσίευση για προβολή