“Στρατηγικά ανταλλάγματα και απτές διασφαλίσεις” ζητά η Ελλάδα από τις ΗΠΑ για τις Αμερικανικές βάσεις

Οι ΗΠΑ επιλέγουν την Σούδα ως σταθερό πυλώνα της στρατιωτικής ισχύος τους στην Μεσόγειο.

“Στρατηγικά ανταλλάγματα και απτές διασφαλίσεις” και όχι μόνο ρητορικές διαβεβαιώσεις για τη στήριξη έναντι πιθανής απειλής από την Τουρκία επιδιώκει η Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις για την αλλαγή των όρων της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) ανάμεσα στην Αθήνα και την Ουάσιγκτον.

Στις συνομιλίες που θα έχουν τον Οκτώβριο στην Αθήνα, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας θα θέσει υπ’ όψιν του ομολόγου του Μάικ Πομπέο όλες τις ελληνικές ευαισθησίες και, κυρίως, τις προϋποθέσεις που εκτιμά η κυβέρνηση ότι πρέπει να εκπληρώνονται, ώστε οι διευκολύνσεις που παρέχει η Ελλάδα στις ΗΠΑ να αποκτήσουν “μια διαφορετική, πιο στέρεη νομική βάση”.

Υπενθυμίζεται ότι οι δύο άνδρες ήδη έχουν συναντηθεί μία φορά στην Ουάσιγκτον τον περασμένο Ιούλιο, όπου και διαπιστώθηκε σύμπνοια απόψεων για τα σημαντικότερα θέματα που αφορούν την περιοχή. Οι συζητήσεις δεν θα εξαντληθούν στις επαφές που θα έχει ο κ. Πομπέο στην Αθήνα με τον Ελληνα ομόλογό του και τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά θα ακολουθήσουν τεχνικές συζητήσεις για τον τρόπο με τον οποίο η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα θα αποκτήσει ένα νέο πλαίσιο.

Για την Αθήνα η ανανέωση της συμφωνίας δεν θεωρείται ένας πιεστικός «μονόδρομος», αλλά μια καλή ευκαιρία να παρουσιαστούν στην Ουάσιγκτον οι πολύ σοβαρές ανάγκες και προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η βασική ποιοτική αλλαγή που επιθυμεί να επιτύχει η ελληνική κυβέρνηση σε σύγκριση με τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, είναι να αντιστραφεί η λογική της «αυτόβουλης» παραχώρησης οποιασδήποτε διευκόλυνσης ζητούσαν οι ΗΠΑ τα προηγούμενα χρόνια δίχως κανένα αντάλλαγμα.

  • Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι η επιβεβαίωση της στρατηγικής συμμαχίας της Ελλάδας με τις ΗΠΑ από ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί την πλέον εμφατική προσυπογραφή της απαρέγκλιτα ατλαντικής πορείας της χώρας. Ωστόσο εκτιμούν ότι τα ελληνικά συμφέροντα μπορεί να εξυπηρετηθούν πολύ καλύτερα από μια συμφωνία που θα καταρτιστεί επί ίσοις όροις.

Επί της αρχής, στην Αθήνα είναι απολύτως αντιληπτό ότι η μονοετής ανανέωση μιας συμφωνίας του 1990 αποτελεί μια ποικιλοτρόπως ξεπερασμένη πρακτική. Στο υπουργείο Εξωτερικών επιθυμούν το νέο, πιθανώς πολυετές, πλαίσιο να κινείται επί πολύ συγκεκριμένων τεχνικών παραμέτρων, αλλά και της κοινής παραδοχής ότι η Ελλάδα και οι ΗΠΑ είναι δεσμευμένες στην οικοδόμηση μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής σχέσης.

Η γεωγραφική διασπορά των Αμερικανικών βάσεων

Η Ελλάδα αποτελεί τη δυτική απόληξη της πολύ σημαντικής τριμερούς συνεργασίας με την Κυπριακή Δημοκρατία και το Ισραήλ και είναι εξαιρετικά σημαντικό να διαθέτει τις δυνατότητες να υποστηρίξει εμπράκτως τις υποχρεώσεις που δημιουργεί αυτό το συμμαχικό σχήμα, το οποίο απολαύει της πολιτικής στήριξης και ενθάρρυνσης της Ουάσιγκτον. Ενα από τα ζητήματα που δημιουργείται εκ των πραγμάτων αφορά και τη γεωγραφική διασπορά των νέων βάσεων, όπως αυτές θα διαμορφωθούν μετά τη νέα συμφωνία.

Ο πρέσβης των ΗΠΑ Τζέφρεϊ Πάιατ, στην πρόσφατη συνέντευξή του στην «Κ» (21/7), ήταν σαφής σε κάτι που είναι γνωστό στους Ελληνες και στους Αμερικανούς στρατιωτικούς.

Η βάση της Σούδας έχει ήδη αγγίξει τα όρια των δυνατοτήτων της, γι’ αυτό και απαιτείται η δημιουργία νέων διευκολύνσεων για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις. Ως μία από τις προφανείς λύσεις θεωρείται η Λάρισα, όπου ήδη σταθμεύουν αμερικανικά UAV, ενώ η χρήση του λιμένα της Αλεξανδρούπολης για τη μετακίνηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Μεσόγειο προς την Ανατολική Ευρώπη είναι ιδιαίτερα σημαντική.

Από το newsroom του economico.gr με πληροφορίες από την “Καθημερινή” (ρεπορτάζ Βασίλης Νέδος)

 

Καμία δημοσίευση για προβολή