Οι ΗΠΑ παραμένουν η αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη του επιχειρείν, παρά τις προσπάθειες της Κίνας να αμφισβητήσει την οικονομική ηγεμονία τους.
Το 2022, μόνο οι τέσσερις από τις 20 μεγαλύτερες εισηγμένες επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο (με βάση την κεφαλαιοποίησή τους), είχαν την βάση τους εκτός αμερικανικών συνόρων. Πρόκειται για τον γίγαντα του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας Aramco (στη δεύτερη θέση), την κινεζική τηλεπικοινωνιακή Tencent (στην 11η θέση), την ταϊβανέζικη εταιρεία ημιαγωγών TSMC (14η θέση) και τον γαλλικό όμιλο της πολυτέλειας LVMH (στην 15η θέση).
Η αμερικανική κυριαρχία είναι σαρωτική
Στο top100 των διεθνών επιχειρήσεων: η Κίνα έχει 11, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο έχουν από 5 η κάθε μία, η Ελβετία έχει 3, ενώ η Ινδία, η Ολλανδία και το Χονγκ Κονγκ έχουν από δύο. Μία εταιρεία έχουν η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Ν. Κορέα, η Ταϊβάν, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Δανία, η Ιρλανδία, η Σ. Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η Ευρώπη υποχωρεί…
Κοιτάζοντας τα στοιχεία, κανείς δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει ότι η Ευρώπη έχει χάσει το ειδικό βάρος που είχε μέχρι και σχετικά πρόσφατα στο παγκόσμιο επιχειρείν. Πριν από την παγκόσμια κρίση του 2008, περίπου οι μισές (για την ακρίβεια οι 46) από τις 100 μεγαλύτερες επιχειρήσεις του πλανήτη είχαν την έδρα τους στην Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου). Σήμερα, μόλις 15 από τις 100 μεγαλύτερες εταιρείες είναι ευρωπαϊκές.
Το κοινό στοιχείο στους λιγοστούς επιχειρηματικούς γίγαντες της Ευρώπης είναι η παράδοση: Η LVMH ελέγχει μερικά brand names της πολυτέλειας που μετρούν πάνω από έναν αιώνα ζωής, η ελβετική Nestlé (23η στην παγκόσμια κατάταξη και δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρώπη) ιδρύθηκε το 1866, ενώ η φαρμακευτική Novo Nordisk της Δανίας λειτουργεί από τη δεκαετία του 1920.
- Με πληροφορίες από το moneyreview.gr