Στουρνάρας: Σε επενδυτική βαθμίδα η Ελλάδα ως το 2023, ανάπτυξη ως 9% το 2021, πρέπει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός

Για όλες τις πτυχές της ελληνικής οικονομίας, τις προοπτικές της, αλλά και το κλίμα που διαμορφώνεται στην Εύρωπη μίλησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο Mega Channel.

Επενδυτική βαθμίδα και Ταμείο Ανάκαμψης

Κατ’ αρχάς, ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι η Ελλάδα θα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα σίγουρα το 2023, χωρίς να αποκλείεται αυτό να γίνει προς το τέλος του 2022, προσθέτοντας ότι οι τελευταίες εκτιμήσεις της ΤτΕ δείχνουν ρυθμό ανάπτυξης 8,5% έως 9% για το 2021 και εφικτό έναν ρυθμό 4,5% έως 5% για φέτος. Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι είναι πολύ σημαντικό να αποκτήσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα, γιατί δεν θα έχει μόνο το όφελος από την αγορά των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ αλλά και από την εισροή νέων κεφαλαίων στη χώρα.

Παράλληλα, τόνισε ότι ως το 2026 τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης θα αυξήσουν το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά περίπου 7%, τις επενδύσεις κατά περίπου 22% και τα φορολογικά έσοδα κατά σχεδόν 3%, και προέβλεψε ότι α δημιουργηθούν 200.000 νέες θέσεις εργασίας. «Μέχρι το 2026 το αναπτυξιακό αποτύπωμα του Ταμείου, σύμφωνα με τα υποδείγματα της ΤτΕ, είναι περίπου 7%. Είναι πάρα πολύ σημαντικό. Αλλά δεν ενισχύει μόνο αυτό. Ενισχύει τις επενδύσεις, πάνω από 22%. Ενισχύει την απασχόληση. Υπολογίζουμε ότι θα δημιουργηθούν γύρω στις 200.000 θέσεις εργασίας από τα χρήματα αυτά. Και τα φορολογικά έσοδα θα αυξηθούν γύρω στις 3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Άρα έχει ένα πολύ σημαντικό αποτύπωμα στην ανάπτυξη, στην απασχόληση και στα δημόσια έσοδα» είπε.

Το «δημοσιονομικό φρένο»

Για το 2022, ο κ. Στουρνάρας επισήμανε πως χάρη στο δημοσιονομικό φρένο σε ό,τι αφορά τα μέτρα για την πανδημία, το πρωτογενές έλλειμμα θα υποχωρήσει στο 1,5% από το 6,5% που είναι τώρα. Τόνισε, δε, ότι η δημοσιονομική συστολή δεν πρόκειται να έχει αντίκτυπο στους πολίτες γιατί, όπως εκτιμά, θα αντισταθμιστεί από τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα παραμείνουν υψηλοί. Όπως είπε, «η Ελλάδα είναι η χώρα που έδωσε ίσως τα περισσότερα χρήματα τηρουμένων των αναλογιών του μεγέθους της ως ποσοστό του ΑΕΠ για την πανδημία, από όλες τις άλλες χώρες στην Ευρωζώνη. Αναλόγως, το φρένο που πατάει το 2022 είναι μεγαλύτερο. Για αυτό και το πρωτογενές έλλειμμα θα πέσει από περίπου 6,5 ή 7% του ΑΕΠ σε περίπου 1 ή 1,5% του ΑΕΠ φέτος. Άρα λοιπόν η δημοσιονομική συστολή φέτος είναι εξίσου σημαντική με τη δημοσιονομική αύξηση που είχαμε το 2021 και το 2020».

Ωστόσο, τόνισε ότι «η δημοσιονομική συστολή δεν θα πιέσει τον κόσμο, γιατί αντικαθίσταται από τη σημαντική οικονομική ανάπτυξη που θα έχουμε και το 2022. Η ανάπτυξη το 2021 τελικά θα εκπλήξει, ίσως να πλησιάσει και το 9%. Εδώ στην ΤτΕ, οι τελευταίες εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα είναι γύρω στο 8,5 με 9%. Άρα, θα έχουμε μια πολύ μεγάλη ανάπτυξη το 2021, αλλά και το 2022 τα υποδείγματα μας δείχνουν ότι ένα 4,5 με 5% είναι εφικτό. Αυτή η ανάπτυξη θα λειτουργήσει ως γέφυρα στη δημοσιονομική συρρίκνωση που πρέπει οπωσδήποτε να γίνει για να μην έχουμε προβλήματα βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους».

Υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού

Στο πλαίσιο αυτό, ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε και στην αύξηση του κατώτατου μισθού, λέγοντας ότι σαφώς πρέπει να αυξηθεί, αλλά παράλληλα, υπογραμμίσε ότι δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνο η απώλεια της αγοραστικής δύναμης λόγω του πληθωρισμού και η αύξηση της παραγωγικότητα, αλλά και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σημείωσε ειδικότερα ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η αύξηση του ενεργειακού κόστους που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα.

Παράλληλα, για τον πληθωρισμό, ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε πως θα υποχωρήσει από τα μέσα του έτους. «Η πανδημία αύξησε τον πληθωρισμό γιατί δημιούργησε φραγμούς στην παραγωγή. Όταν η πανδημία φύγει, που φεύγει όπως φαίνεται, αυτοί οι φραγμοί θα αρθούν και άρα ο πληθωρισμός θα αρχίσει να μειώνεται από τα μέσα του έτους φέτος. Επομένως, στην Ευρώπη δεν βλέπουμε τον λόγο γιατί να γίνει αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, πέραν από την σταδιακή άρση των εκτάκτων μέτρων για την πανδημία», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Διαφορετικός αέρας στην Ευρώπη»

Για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ είπε ότι συμφωνεί απόλυτα με την επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία στέλνει μήνυμα ότι δεν θα γίνουν αυξήσεις επιτοκίων φέτος, ενώ αναφορικά με τις εξελίξεις στην Ευρώπη, είπε ότι «αρχίζει να φυσά ένας διαφορετικός αέρας. Είδα τη νέα γερμανική κυβέρνηση. Τελείως διαφορετικές δηλώσεις και κλίμα από την κυβέρνηση που είχαμε εμείς απέναντί μας κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, της δύσκολης εκείνης περιόδου, κατά την οποία εγώ ήμουν υπουργός Οικονομικών. Τα πράγματα φαίνονται αρκετά πιο ρεαλιστικά σήμερα, αρκετά πιο φιλικά προς τον ευρωπαϊκό Νότο».

Οσον αφορά τη συζήτηση για την αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων, ο κεντρικός τραπεζίτης είπε ότι στη γνωμοδότηση που ζητήθηκε από την ΕΚΤ πέρασε η θέση, την οποία υποστηρίζει και η Ελλάδα, ότι δεν πρέπει να ακολουθούνται φιλοκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές, δηλαδή να μην λαμβάνονται μέτρα λιτότητας σε περιόδους ύφεσης. Υπογράμμισε, δε, ότι «θεωρώ ότι ένα τέτοιο Ταμείο (σ.σ. το Ταμείο Ανάκαμψης) πρέπει να γίνει μόνιμο στην Ευρώπη. Να είναι ένας κεντρικός μηχανισμός επενδυτικός, ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη τη συνοχή, εξωτερικούς κλυδωνισμούς στις χώρες όπως αυτός της πανδημίας».

Καμία δημοσίευση για προβολή