Χρυσάφι πληρώσαμε το νέο πενταετές ομόλογο που εξέδωσε εχθές ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, με κόστος που συγκρίνεται μόνο με χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το νέο 5ετές ομόλογο που εξέδωσε χθες ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους αποτελεί μόνο «ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, και αποδεικνύει ότι η χώρα μας αποτελεί μια αγορά με αυξημένο ρίσκο στα μάτια των επενδυτών.
Το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε μέσω του 5ετούς ομολόγου 2,5 δισ. ευρώ (έναντι αρχικού στόχου για 2 δισ. ευρώ) με απόδοση 3,6%, η οποία είναι υπερδιπλάσια σε σχέση με τον αντίστοιχο ιταλικό τίτλο (1,557%) και πάνω από 7,5 φορές μεγαλύτερη συγκριτικά με τον πορτογαλικό (0,473%), ενώ το ετήσιο κουπόνι διαμορφώθηκε στο 3,45%. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είχε ατύπως βάλει τον πήχη στο 3,5%-3,6% αναφορικά με την απόδοση του νέου κρατικού τίτλου, επομένως οριακά πέτυχε τον στόχο του.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια “ακριβή” απόδοση, προτίμησε να πανηγυρίσει μόνο για την “ποιότητα” των επενδυτών που μπήκαν στην έκδοση.
Το παρασκήνιο της απόδοσης, τα hedge funds και η αμερικανική βοήθεια
Λίγο πριν κλείσει το βιβλίο προσφορών, φάνηκε ότι, χάρη στον μεγάλο όγκο προσφορών, που ξεπέρασαν τα 10 δισ. ευρώ, η απόδοση θα μπορούσε να περιοριστεί στην περιοχή του 3,3%-3,4%, ξεπερνώντας ακόμα και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις.
Ωστόσο, ο ΟΔΔΗΧ είχε ως πρωταρχικό στόχο να αυξήσει τη συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών (τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών και ταμείων, επενδυτικών οίκων κ.λπ.) στην έκδοση, μειώνοντας τη συμμετοχή των hedge funds, που κυνηγούν τις μεγάλες αποδόσεις με επιθετικές κινήσεις και ποντάρισμα σε ομόλογα υψηλού ρίσκου.
Ο στόχος επετεύχθη, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, η συμμετοχή των hedge funds διαμορφώθηκε μόλις στο 8%. Για να γίνει όμως αυτό, το Δημόσιο χρειάστηκε να πληρώσει “κάτι παραπάνω” στους μακροπρόθεσμους επενδυτές που προτιμήθηκαν και έτσι η απόδοση έφθασε τελικά το 3,6%.
Στον περιορισμό της συμμετοχής των κερδοσκοπικών funds στο νέο 5ετές ομόλογο συνέβαλαν καθοριστικά οι αμερικανικές τράπεζες, που προέβησαν σε σημαντικές αγορές. Άλλωστε, από τους έξι αναδόχους της έκδοσης, οι τέσσερις ήταν επενδυτικές τράπεζες με έδρα τις ΗΠΑ (Bank of America Merrill Lynch, Goldman Sachs, JPMorgan και Morgan Stanley) και μόνο οι δύο ευρωπαϊκές (HSBC και Société Générale Corporate Investment Bank).
H λήξη του ομολόγου, που υπόκειται στο Αγγλικό Δίκαιο, τοποθετείται στις 2 Απριλίου 2024 και η ημερομηνία διακανονισμού είναι η 5η Φεβρουαρίου.
Τα επόμενα βήματα
[more]
Η επιτυχία της χθεσινής έκδοσης θα κριθεί και από την μελλοντική πορεία των αποδόσεων, η οποία συνδέεται με την πορεία της οικονομίας. Επίσης, απομένει να φανεί στην πράξη κατά πόσο θα μπορέσει να ανοίξει τον δρόμο, ώστε να βγουν στις αγορές οι ελληνικές τράπεζες και οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις το προσεχές διάστημα.
Τα 2,5 δισ. ευρώ που άντλησε το Δημόσιο από τη χθεσινή έκδοση θα χρησιμοποιηθούν είτε για την αναχρηματοδότηση του 5ετούς τίτλου που είχε εκδοθεί επί κυβέρνησης Σαμαρά και λήγει τον Απρίλιο είτε για να προχωρήσει η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Και στις δύο περιπτώσεις το όφελος είναι ότι παλαιότερα και ακριβότερα δάνεια θα αντικατασταθούν από φθηνότερα, επιτυγχάνοντας έμμεση μείωση του δημοσίου χρέους.
Η στάση των οίκων αξιολόγησης
Ο δρόμος μέχρι την επενδυτική βαθμίδα (ΒΒΒ- και πάνω) είναι μακρύς ακόμα. Σύμφωνα με μετριοπαθείς προβλέψεις, για να φθάσει η Ελλάδα εκεί θα χρειαστούν τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια.
Όπως επισήμανε χθες το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, η Πορτογαλία χρειάστηκε 3,5 χρόνια για να επανέλθει σε επενδυτική βαθμίδα μετά το δικό της Μνημόνιο, ενώ η Κύπρος, σχεδόν τρία χρόνια μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, παραμένει οριακά χαμηλότερα.
«Το πρώτο βήμα εξόδου στις αγορές είναι θετικό, αλλά πρέπει να υπάρξει συνέχεια. Η μερική αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους από τις αγορές, ωσότου ανακτηθεί πλήρως η αξιολόγηση της επενδυτικής βαθμίδας, είναι απαραίτητη, όπως και η επιμονή σε μεταρρυθμιστικές πολιτικές για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης», επισήμανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας.
Προειδοποίησε ακόμα πως είναι σημαντικός ο κίνδυνος να παρερμηνευθεί η τρέχουσα ανάκαμψη ως το τέλος της κρίσης. Αν η επιστροφή στην «κανονικότητα» σημαίνει επιστροφή σε ένα εσωστρεφές και κρατικοδίαιτο πρότυπο ανάπτυξης, ένα νέο κύμα κρίσης θα είναι αναπόφευκτο».
[/more]
Από το newsroom του economico.gr σε συνεργασία με το newmoney