Το μεγάλο δίλημμα της κυβέρνησης Μπάιντεν, τα F-16, η Τουρκία και η «σκληρή γραμμή» του Κογκρέσου

Με αφορμή το αίτημα της Τουρκίας προς τις ΗΠΑ για την αγορά νέων και την αναβάθμιση παλαιότερων μαχητικών F-16, φαίνεται ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν βρίσκεται μπροστά σε ένα -σχεδόν ιδεολογικό- δίλημμα, όσον αφορά στις πωλήσεις οπλικών συστημάτων σε άλλες χώρες.

Τα παράπονα των διπλωματών

Σύμφωνα με εκτενές ρεπορτάζ του Politico, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πρόσφατα δέχθηκε τηλεγράφημα από πρέσβεις των ΗΠΑ, κυρίως, αλλά όχι μόνο, από χώρες της Μέσης Ανατολής, στο οποίο ο υπουργός Άντονι Μπλίνκεν καλείτο να επιταχύνει τις διαδικασίες πώλησης όπλων σε χώρες συμμάχους και εταίρους της Αμερικής, ασκώντας, μάλιστα, κριτική στο όλο σύστημα, το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, έχει γίνει πολύ πολύπλοκο και αργό, προκαλώντας ενόχληση στις χώρες που αναμένουν να λάβουν τα οπλικά συστήματα.

Μάλιστα, οι Αμερικανοί διπλωμάτες έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου ότι, αν η όλη διαδικασία δεν απλοποιηθεί και επιταχυνθεί, υπάρχει ο κίνδυνος οι χώρες αυτές να στραφούν προς τη Ρωσία ή την Κίνα, προκειμένου να αποκτήσουν τα αμυντικά συστήματα που επιθυμούν, κάτι που, προφανώς η Ουάσινγκτον δεν θα ήθελε να συμβεί. Τόνιζαν, δεν ότι γίνονται διαρκώς παραλήπτες παραπόνων -όπως και οι στρατιωτικοί των ΗΠΑ- από κυβερνήσεις που περιμένουν χωρίς αποτέλεσμα να προχωρήσουν οι παραλαβές οπλικών συστημάτων.

Το δίλημμα Μπάιντεν

Το πρόβλημα, το οποίο πιο πάνω περιγράφηκε ως ιδεολογικό, είναι ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επί διακυβέρνησης Μπάιντεν έχει θέσει στην προμετωπίδα των προτεραιοτήτων του το ζήτημα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ πολλές χώρες-πελάτες των αμυντικών βιομηχανιών των ΗΠΑ κατηγορούνται για παραβιάσεις -συχνά βαρύτατες- των δικαιωμάτων αυτών. Και, κάπως έτσι, προκύπτει το δίλημμα: χρησιμοποιεί η Ουάσινγκτον τις πωλήσεις όπλων ως «μοχλό» για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή προχωρεί κανονικά θέτοντας ως μείζονα προτεραιότητα την ασφάλεια;

Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι άνθρωποι εντός του Λευκού Οίκου, του Στέιτ και του Πενταγώνου υποστηρίζει ότι οι πωλήσεις όπλων θα ενισχύσουν την οικονομία των ΗΠΑ και θα σφυρηλατήσουν ισχυρότερους δεσμούς μεταξύ ΗΠΑ και άλλων κρατών, αντισταθμίζοντας έτσι την επιρροή της Κίνας. Αλλά το ζήτημα είναι ευρύτερο, καθώς μέλη του Κογκρέσου είναι αποφασισμένα να καθυστερήσουν τις πωλήσεις όπλων που προωθεί ο Λευκός Οίκος επειδή το κράτος αποδέκτης έχει χαμηλό ιστορικό επιδόσεων στα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το τουρκικό ζήτημα

Σημειώνει, δε, ότι ο Γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, που είναι πρόεδρος της πανίσχυρης Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων, εξακολουθεί να αντιτίθεται στην πώληση μαχητικών F-16 στην Τουρκία εξαιτίας της στροφής προς τον απολυταρχισμό του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (και όχι μόνο…). Μάλιστα, ο Μενέντεζ έχει βρει και συμμάχους στο πρόσωπο μελών του Κογκρέσου που καλούν την κυβέρνηση να μην πουλήσει τα όπλα στην Τουρκία, περιγράφοντας την αντισυμμαχική της συμπεριφορά έναντι της Ελλάδας, αλλά και γενικότερα έναντι δυνάμεων που έχουν συνεργαστεί αρμονικά στο παρελθόν με τις ΗΠΑ.

Πάντως, αξιωματούχος εξέφρασε παράπονα στο Politico ότι ορισμένοι από τους βοηθούς στο Κογκρέσο που αντιτάχθηκαν στις αμφιλεγόμενες πωλήσεις είναι τώρα Υφυπουργοί είτε στο State Department είτε στο Υπουργείο Αμύνης επιβραδύνοντας κατά συνέπεια τις αποφάσεις για τη μεταφορά όπλων. Άλλος αξιωματούχος, όμως, δήλωσε ότι το τηλεγράφημα των πρέσβεων δεν είχε κάποιο αντίκτυπο. Καταβάλλονται προσπάθειες μέσα στη Διοίκηση προκειμένου να γίνουν πιο αποτελεσματικές οι διαδικασίες, αλλά αυτές οι προσπάθειες βρίσκονται σε αρχικό στάδιο.

Καμία δημοσίευση για προβολή