Τα ανελαστικά πλεονάματα είναι το θεμέλειο της σκληρής εποπτείας

    “Συζήτηση χωρίς αντικείμενο” χαρακτηρίζει αρμόδιο στέλεχος της Κομισιόν τις πληροφορίες που διαχέονται τελευταία όσον αφορά την “τύχη” των πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια και τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης με στόχο την απομείωσή τους.

    Ο λόγος που δεν τίθεται θέμα απομείωσης του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022 και του 2% μέχρι και το 2032 (!) έχει να κάνει με το ότι η οποιαδήποτε συρρίκνωσή τους επηρεάζει το χρέος και, κατά συνέπεια, το πακέτο της μετα-μνημονιακής συμφωνίας.

    Αυτό αναφέρεται σε ανάλυση του Γ. Αγγελή στο capital.gr

    Το θεμέλειο

    Η διασφάλιση της ανελαστικότητας αυτής της προϋπόθεσης, δηλαδή των προβλεπόμενων πρωτογενών πλεονασμάτων, είναι ο βασικός άξονας πάνω στον οποίο “χτίζεται” ο μηχανισμός ενισχυμένης εποπτείας. Σύμφωνα με παράγοντα της Κομισιόν στον οποίο απευθύνθηκε το “K”, o μηχανισμός αυτός θα έχει μεν τη σταθερή “τεχνική βοήθεια” και παρουσία του ΔΝΤ, αλλά θα στηριχθεί στις προβλεπόμενες από το αναθεωρημένο σύμφωνο σταθερότητας διαδικασίες, οι οποίες, σύμφωνα και με πρόσφατη δημόσια αναφορά του κ. Τσακαλώτου, θα απαιτούν ελέγχους ανά τρίμηνο.

    Οι ίδιοι κύκλοι επισημαίνουν ως ιδιαίτερα προβληματικό το να τίθεται εν αμφιβόλω η στόχευση των πρωτογενών πλεονασμάτων, καθώς πάνω σε αυτούς “χτίζεται” η αξιοπιστία ολόκληρου του οικοδομήματος της μετα-μνημονιακής συμφωνίας με τους “θεσμούς”.

    Το θέμα της αξιοπιστίας

    [more]

    Χαρακτηριστικό της άποψης που κυριαρχεί μεταξύ των ανθρώπων του επιτελείου του επιτρόπου Μοσκοβισί είναι ότι δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων “αν προηγουμένως δεν έχει πάρει διαπιστευτήρια αξιοπιστίας η εφαρμογή των στοιχείων του μετα-μνημονιακού πλαισίου συμφωνίας για δύο-τρία χρόνια. Και αυτό να έχει επιβεβαιωθεί στις αγορές από τις τιμές των ελληνικών ομολόγων…”.

    Η θέση αυτή είναι ήδη γνωστή στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και, για τον λόγο αυτό, η ηγεσία του ΥΠΟΙΚ εμφανίζεται σε απόκλιση πολλές φορές από αναφορές άλλων στελεχών της κυβέρνησης, που ταυτίζουν την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος με την απόλυτη ελευθερία επιλογών για την κυβέρνηση.
    Στο ΥΠΟΙΚ παραδέχονται ότι το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι η βάση των υπολογισμών που έχουν συγκροτήσει το πλαίσιο συμφωνίας στο οποίο θα πρέπει να στηριχθεί και η περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους. Και για τον λόγο αυτό, τουλάχιστον στον ορατό ορίζοντα, παραμένουν ανελαστικά.

    Ο ρόλος του ΔΝΤ

    Η δημοσιοποίηση των θέσεων του ΔΝΤ (στο επόμενο DSA) αναμένεται να διευκολύνει τη διαπραγμάτευση της τελικής συμφωνίας, καθώς –σύμφωνα με πληροφορίες που έχει δημοσιεύσει το “Κ” και το Capital.gr– έχει αναπροσαρμόσει τις εκτιμήσεις του, προσεγγίζοντας εκείνες της Ευρωζώνης. Μεταξύ των προσαρμογών που έχει ήδη κάνει το ΔΝΤ, καθοριστικής σημασίας είναι η προσαρμογή (μείωση) του μεσοσταθμικού επιτοκίου με το οποίο το Ταμείο εκτιμά ότι θα μπορεί να δανείζεται μακροπρόθεσμα το ελληνικό Δημόσιο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, η μεσοσταθμική πρόβλεψη του ΔΝΤ έχει μειωθεί κατά 2% και έχει πέσει στη ζώνη του 4,5%. Επίπεδο που ενισχύει τον βηματισμό προς τη βιωσιμότητα του χρέους.

    Ο συμβιβασμός με τη Γερμανία

    Η τάση αυτή, βέβαια, θα πρέπει να υποστηριχθεί από την περαιτέρω επιμήκυνση ενός “κομματιού” των δανείων του EFSF/ESM, τη χρήση των υπολοίπων του δανείου των 86 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή μέρους των “ακριβών” δανείων (το δάνειο του ΔΝΤ και το διακρατικό –GLF– δάνειο), αλλά και την αυτοματοποιημένη σύνδεση μέσω της γαλλικής πρότασης των ετήσιων πληρωμών εξυπηρέτησης του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης. Το πρώτο κομμάτι της ρύθμισης, αυτό που αφορά την επιμήκυνση και την αποπληρωμή δανείων, έχει σχεδόν αποκρυσταλλωθεί, με στόχο την απομείωση του χρέους κατά 25% του ΑΕΠ. Το δεύτερο, όμως, αυτό της “αυτοματοποίησης”, παραμένει ανοιχτό θέμα, στο οποίο αναζητείται συμβιβασμός μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ, με τη διαμεσολάβηση της Κομισιόν και του ESM.

    Όλα αυτά, όμως, έχουν ως βασική προϋπόθεση τη σταθερή πρόβλεψη που αφορά την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022 και 2% στη συνέχεια μέχρι το 2032.

    Είναι προφανές ότι το πρώτο σκέλος, αυτό που αφορά τον στόχο του 3,5%, είναι και το καθοριστικό, καθώς η επίτευξή του θα πρέπει να επιτευχθεί στη διάρκεια μιας εκλογικής περιόδου επανειλημμένων αναμετρήσεων μέχρι και τις αρχές του 2020

    [/more]

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ CAPITAL.GR

    Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
    Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

    Καμία δημοσίευση για προβολή