Τζιουζέπε Βέρντι:Το χορικό των Εβραίων σκλάβων της όπερας Ναμπούκο από τη Σκάλα του Μιλάνο ως τα γήπεδα ποδοσφαίρου

    Τζιουζέπε Βέρντι
    • Vapensiero” του Τζιουζέπε Βέρντι: Το χορικό των Εβραίων σκλάβων της όπερας Ναμπούκο από τη Σκάλα του Μιλάνο ως τα γήπεδα ποδοσφαίρου, τις διαμαρτυρίες κατά του Μπερλουσκόνι και τα νοσοκομεία για τον covid -19.  

    Ο Τζουζέπε Φορτουνίνο Φραντσέσκο Βέρντι  καταξιώθηκε ως ο μεγαλύτερος μουσικός συνθέτης όπερας του 19ου αιώνα, συνέθεσε 26 όπερες, αποδέχθηκε 13 παραγγελίες, ενώ απέρριψε πολύ περισσότερες. Υπήρξε ο λυρικότερος συνθέτης των μελοδραμάτων της Ιταλίας και  ένας από τους κορυφαίους συνθέτες στον χώρο της παγκοσμίου όπερας την οποία ανέδειξε σε κύριο είδος δημοσίου θεάματος στην Ιταλία του 19ου αιώνα.

    Ορισμένα από τα πλέον δημοφιλή τμήματα έργων του, όπως η άρια «La donna è mobile» από την όπερα «Ριγολέτο», το χορωδιακό «Va’ pensiero» από την όπερα «Ναμπούκο», το ντουέτο «Libiamo ne’ lieti calici» από την όπερα «Λα Τραβιάτα» και το εμβατήριο «Marcia Trionfale» από την όπερα «Aida», συγκαταλέγονται στα έργα που συνεγείρουν ευρύτερα ακροατήρια. Χρησιμοποιήθηκαν σε διαφημίσεις, πολιτικές συγκεντρώσεις, διαμαρτυρίες, γήπεδα και νίκες και σε πλήθος εκδηλώσεων.

     

    Ο Βέρντι γεννήθηκε στη Ρονκόλα, ένα  Δουκάτο της Πάρμας που τότε ανήκε στην Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία, το 1813. Ο πατέρας του, Κάρλο Τζουζέπε Βέρντι, ήταν ιδιοκτήτης πανδοχείου, αγράμματος και πολύ φτωχός για να δώσει στον γιο του πλήρη μόρφωση. Η μητέρα του, Λουίτζα Ουτίνι, ήταν επίσης αγράμματη και προτού παντρευτεί τον Κάρλο ασχολούταν με το γνέσιμο μαλλιού.

    Το αγόρι, όμως, έδειξε από νωρίς το μουσικό ταλέντο του και ήδη στα 12, ήταν οργανίστας στην εκκλησία του χωριού του. Ένας προμηθευτής του πατέρα Βέρντι, ο Αντόνιο Μπαρέτζι, που ήταν πλούσιος και φιλόμουσος, βλέποντας το ταλέντο του μικρού, τον πήρε μαζί του στο Μπουσέτο και ανέλαβε να στηρίξει τη μουσική εκπαίδευσή του.

    Η μόρφωση του μελλοντικού συνθέτη διευκολύνθηκε πολύ από τις επισκέψεις του στη μεγάλη βιβλιοθήκη της τοπικής σχολής των Ιησουιτών.  Έτσι, το νεαρό αγόρι μάθαινε πιάνο, κλαρινέτο, φλάουτο, μπάσο και κόρνο. Δεν ξεχνούσε το χωριό του όμως. Περπατούσε μέχρι εκεί ξυπόλητος, όπως υποστηρίζουν οι βιογράφοι, κάθε Κυριακή για να παίξει Όργανο στην εκκλησία.

    Όταν έγινε 18 ετών, έκανε αίτηση για να γραφτεί στο Ωδείο του Μιλάνου, όμως τον απέρριψαν γιατί είχε υπερβεί το όριο ηλικίας. Η ευκαιρία να συνθέσει την πρώτη του όπερα ήλθε το 1836, οπότε επέστρεψε και πάλι στο Μιλάνο.

    «Ο Ομπέρτο», κόμης του Σαν Μπονιφάτσιο, ανέβηκε τελικά το 1839 στη «Σκάλα» και είχε τόσο μεγάλη επιτυχία, ώστε να του εξασφαλίσει μία παραγγελία για τρία έργα. Το πρώτο ήταν η κωμική όπερα «Μιας μέρας βασιλιάς», που ανέβηκε το 1840 στη Σκάλα του Μιλάνου. Σημείωσε παταγώδη αποτυχία και κατέβηκε αμέσως μετά την πρεμιέρα της. O Βέρντι, μέσα σε διάστημα δύο ετών είχε χάσει την κόρη του Βιρτζίνια Μαρία Λουίζα σε ηλικία 17 μηνών , τον γιο του Ιτσίλιο Ρομάνο, σε ηλικία 15 μηνών και τέλος τη γυναίκα του Μαργαρίτα, σε ηλικία 26 ετών, από εγκεφαλίτιδα. Στο τέλος  έπεσε σε μαύρη απελπισία και ορκίστηκε να μην ξαναγράψει όπερα.

    Vapensiero

    Ο διευθυντής της Σκάλας του Μιλάνου τον απάλλαξε από το συμβόλαιό του, αλλά όταν έκρινε ότι έκλεισαν οι πληγές, του έδωσε ένα λιμπρέτο βασισμένο στην ιστορία του Ναβουχοδονόσορα Β’. (Ναμπούκο). Σχεδόν τον εξανάγκασε να γράψει και άλλη όπερα εναποθέτοντας το λιμπρέτο στα χέρια του. Ο Βέρντι το διάβασε με κρύα καρδιά, ώσπου έφθασε στα λόγια των Εβραίων σκλάβων (Va Pensiero). Εκεί ανακάλυψε ότι είχε απαλλαγεί από τις αναστολές του καθώς, όπως  είπε, «άκουγε τις λέξεις να τραγουδούν».

    Τζιουζέπε Βέρντι

    Τζιουζέπε Βέρντι

    Στην πρώτη πρόβα οι εργαζόμενοι στο θέατρο, εξέφρασαν την έγκρισή τους, κατόπιν κτυπούσαν στο δάπεδο και τα σετ με τα εργαλεία τους, ώστε να δημιουργήσουν μια ακόμη πιο θορυβώδη διαδήλωση. Το  «VaPensiero» («πήγαινε σκέψη»), απόσπασμα από την τρίτη πράξη της όπερας ,ήταν η μελωδία που έγινε τελικά ο ύμνος της ιταλικής ενότητας. Το ανέβασμα του Ναμπούκο το 1842 είχε τεράστια επιτυχία και εδραίωσε τη φήμη του Βέρντι στην Ιταλία. Στην πρεμιέρα του έργου, τον ρόλο της κακιάς “Αμπιγκαίλε” ερμήνευσε η δημοφιλής εκείνη την εποχή σοπράνο Τζουζεπίνα Στρεπόνι, η οποία θα γινόταν η δεύτερη σύζυγός του το 1859.

    Va, pensiero, sull’ali dorate;                                                                                
    va, ti posa sui clivi, sui colli,
    ove olezzano tepide e molli
    l’aure dolci del suolo natal!

    Πήγαινε σκέψη, πάνω σε χρυσωμένα φτερά·
    πήγαινε και κάθισε στις πλαγιές και στους λόφους
    όπου, ευωδιάζουν απαλές και ήπιες,
    γλυκιές αύρες του πατρώου εδάφους!

    Η κίνηση υπέρ της απελευθέρωσης και της Ένωσης της Ιταλίας

    • Το Ναμπούκο και το Vapensiero ήταν η αρχή μιας θριαμβευτικής σταδιοδρομίας που συνδέθηκε πολύ στενά με τις προσπάθειες για την πολιτική ένωση της Ιταλίας.

    Ο Βέρντι είχε γεννηθεί σε μία διαμελισμένη Ιταλία. Γεννημένος Γάλλος πολίτης, ζούσε τώρα ως αλλοδαπός στο κατεχόμενο από τους Αυστριακούς Μιλάνο. Το κοινό του Ναμπούκο διέκρινε, μέσα από την προσευχή των αιχμαλωτισμένων Εβραίων για απελευθέρωση, τις δικές του ελπίδες να απαλλαγεί από τον ζυγό της αυστριακής αυτοκρατορίας.

    Κάποια χρόνια αργότερα, στα 1859, ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ, βασιλιάς της Σαβοΐας ένας μετριοπαθής μονάρχης που τασσόταν υπέρ μιας μορφής συνταγματικής μοναρχίας, διαδέχτηκε τον Αλβέρτο στο θρόνο της Σαρδηνίας κι έκανε τον Καμίλο Καβούρ πρωθυπουργό του, έχοντας ως κοινό τους όνειρό την ένωση της Ιταλίας σε ένα κράτος.

    Σταδιακά η κίνηση υπέρ της απελευθέρωσης και της Ένωσης της Ιταλίας, πήρε μορφή στο πρόσωπο του Βίκτορα Εμμανουήλ, ο οποίος συνδέθηκε φιλικά με τον Βέρντι. Ο Βέρντι ήταν συνειδητά πολιτικοποιημένος και γνώριζε ότι το σύνθημα «Viva V.E.R.D.I.» στους τοίχους των σπιτιών στη Βόρεια Ιταλία, που έκανε τους Αυστριακούς να απορούν, είχε ιδιαίτερη σημασία για τους Ιταλούς εθνικιστές πατριώτες, καθώς το ακρωνύμιο «V.E.R.D.I.» σήμαινε «Vittorio Emanuele, Re d’ Italia», δηλαδή «Βίκτωρ Εμμανουήλ, Βασιλιάς της Ιταλίας».

    Αυτό το κρυφό επαναστατικό μήνυμα που δέσποζε στους τοίχους της Ιταλίας τη δεκαετία του 1860, καλούσε τους Ιταλούς σε επανάσταση και ενοποίηση. Όταν το 1861 η Ιταλία έγινε Έθνος-κράτος, ο Βέρντι εκλέχθηκε βουλευτής και παρέμεινε στη θέση ως το 1865, παραμερίζοντας το γράψιμο και τη μουσική. Στο υπόλοιπο της ζωής του, ο Βέρντι ήταν σεβαστός ως ο συνθέτης του «Il Risorgimento» [«Η Αναζωπύρωση»] που έφερε την ένωση της Ιταλίας. Το 1874 ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Β’ τον διόρισε γερουσιαστή.

    Η διαθήκη και το τέλος

    Στις 14 Μαΐου 1900, ο Βέρντι υπέγραψε τη διαθήκη του στο Μιλάνο, με την οποία όρισε μοναδική του κληρονόμο του την «ξαδέρφη του Μαρία», η οποία στην πραγματικότητα ονομάζονταν Filomena. Με τη διαθήκη του Βέρντι, ο οίκος ευγηρίας «La casa di riposo» για αναξιοπαθούντες μουσικούς τον οποίο δημιούργησε ο ίδιος, κληρονόμησε τα πνευματικά δικαιώματα όλων των έργων του. Η τελευταία του επιθυμία ήταν «Όχι τυμπανοκρουσίες στην κηδεία μου».

    Στις 21 Ιανουαρίου 1901, ο Βέρντι υπέστη καρδιακή προσβολή, στο Grand Hotel του Μιλάνο όπου διέμενε. Ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου απομάκρυνε τους υπόλοιπους πελάτες του, η αστυνομία απαγόρευε να περνούν από το δρόμο μπροστά στο ξενοδοχείο για να εξασφαλίζει την ηρεμία του ασθενούς, και το βασιλικό ζεύγος της Ιταλίας είχε συνεχή ενημέρωση για την κατάσταση της υγείας του.

    Ο τάφος του Βέρντι

    Ο Βέρντι πέθανε το πρωί της 27ης Ιανουαρίου και τα περισσότερα καταστήματα της Ιταλικής πόλης παρέμειναν κλειστά σε ένδειξη πένθους. Η νεκρώσιμη ακολουθία του, στις 29 Ιανουαρίου 1901, αποτέλεσε αφορμή για τη μεγαλύτερη καλλιτεχνική συνένωση στην ιστορία της Ιταλίας, καθώς ορχήστρες και χορωδίες από ολόκληρη την επικράτεια ενώθηκαν στο Μιλάνο υπό τη διεύθυνση του Αρτούρο Τοσκανίνι. Περισσότερα από 300.000 άτομα τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, διασχίζοντας τους δρόμους του Μιλάνο, τραγουδώντας το «Va’ Pensiero». Τάφηκε σε κρύπτη του ιδρύματος «Casa di riposo», δίπλα από τη δεύτερη σύζυγό του Τζουζεπίνα.

    Ρικάρντο Μούτι : Ο «μαέστρος» 

    Ο Μούτι γεννήθηκε στη Νάπολη το 1941, αλλά πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στη Μολφέττα, κοντά στο Μπάρι. Ο πατέρας του ήταν γιατρός στη Μολφέττα  και ερασιτέχνης τραγουδιστής. Και η μητέρα του όμως, μία Ναπολιτάνα, ήταν επαγγελματίας τραγουδίστρια. Καθώς γράφεται στην αυτοβιογραφία του Ρικάρντο , ήταν «οικογενειακό σχέδιο» τα παιδιά να γεννηθούν στη Νάπολη. Εκτός από τη δουλειά του στη Σκάλα του Μιλάνου, όπου υπήρξε μουσικός διευθυντής επί 19 ολόκληρα χρόνια μέχρι μια σειρά μακιαβελισμών να τον οδηγήσει σε παραίτηση, ο Μούτι υπήρξε μαέστρος σε παραστάσεις όπερας με την Ορχήστρα της Φιλαδέλφειας και σε παραγωγές στα λυρικά θέατρα πολλών πόλεων. Ο Μούτι έχει επίσης διευθύνει την ορχήστρα στην -παγκοσμίως τηλεοπτικά μεταδιδόμενη- Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Βιέννης το 1993, το 1997, το 2000, το 2004, το 2018 και το 2021.

    Ρικάρντο Μούτι

    Τη νύχτα της 12ης Μαρτίου 2011, το Teatro dell’ Opera της Ρώμης είχε πρεμιέρα της όπερας Ναμπούκο, με μαέστρο τον Μούτι. Μετά το τέλος του χορωδιακού “Va’ pensiero”, το οποίο περιέχει τους στίχους “Oh mia patria, sì bella e perduta” («Ω, χώρα μου, τόσο όμορφη και τόσο χαμένη»), το κοινό χειροκρότησε «με ιδιαίτερη εγκαρδιότητα».

    Ο Μούτι, παραβαίνοντας το πρωτόκολο της όπερας, στράφηκε προς το ακροατήριο και εκφώνησε έναν μικρό λόγο, αναφερόμενος στις δραστικές περικοπές του προϋπολογισμού που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι  και που θα επηρέαζαν ιδιαίτερα τη χρηματοδότηση των τεχνών. Ο Μούτι μίλησε για την ανάγκη να κρατηθεί ο πολιτισμός ζωντανός στην Ιταλία, παρακινούμενος, όπως δήλωσε αργότερα, από την πίστη ότι «…η θανάτωση του πολιτισμού σε μια χώρα όπως η Ιταλία είναι ένα έγκλημα κατά της κοινωνίας. Ο πολιτισμός είναι η πνευματική κόλα που κρατά τον λαό ενωμένο».

    Στη συνέχεια, ο Μούτι κάλεσε το ακροατήριο να συμμετάσχει στην επανάληψη του χορωδιακού “Va’ pensiero”. Το κοινό της όπερας πράγματι σηκώθηκε και τραγούδησε μαζί με την επί σκηνής χορωδία. Ο Μούτι θυμάται ότι το «80% του κοινού γνώριζε τους στίχους» και τραγούδησε, ενώ «κάποια από τα μέλη της χορωδίας είχαν δακρύσει». Ο Μούτι, είχε ήδη δηλώσει πως ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που είχε διευθύνει χορωδία και κοινό μαζί και επίσης η τελευταία.

    «Ο Τζιουζέπε Βέρντι είναι ένας συνθέτης απολύτως ικανός να απογυμνώσει και να μιλήσει για τα πάθη και τον πόνο μας, για τις ευχές και τα ελαττώματά μας κι αυτός είναι ένας από τους λόγους της παγκοσμιότητάς του: θα είναι για πάντα επίκαιρος. Όσο ο άνθρωπος έχει τα ίδια χαρακτηριστικά και δεν μοιάζει με φιγούρα του «Σταρ Τρεκ», κάθε γενιά θα ανακαλύπτει στη μουσική του Βέρντι μία κουβέντα παρηγοριάς.», Ρικάρντο Μούτι

    Ο ΙΣΠΑΝΟΣ

    • Δείτε τα συγκλονιστικά 8 λεπτά από το Teatro dell’ Opera της Ρώμηςτο 2011 όπου το κοινό χειροκροτεί για πάνω από 2 λεπτά, ο Μούτι βγάζει το μικρό του λόγο και στο τέλος κοινό και χορωδία τραγουδούν το “Va’ Pensiero” https://www.youtube.com/watch?v=G_gmtO6JnRs
    • Δείτε ένα happening το 2013, (200 χρόνια από τη γέννηση του Βέρντι ) στην καρδιά της πόλης Μπρέσια. Μια ιδέα του καλλιτέχνη Alessandra Dosselli με την απαραίτητη συνεργασία της χορωδίας της πόλης. https://www.youtube.com/watch?v=Pqfbp3AAcmU
    • Δείτε τη Διεθνή Χορωδία Όπερας που την περίοδο 2020-2021 έχει αναστείλει τις παραστάσεις και τις συναυλίες. Όμως δεν παρέμεινε χωρίς φωνή. Αφιερωμένο  σε όλο το ιατρικό και υγειονομικό προσωπικό που είχε δεσμευτεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης Covid-19 στα νοσοκομεία της Ιταλίας. https://www.youtube.com/watch?v=VubAWDQ3gco

     

     

    Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
    Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

    Καμία δημοσίευση για προβολή