Αργεντινή: Δικαστικό “μπλόκο” στα σχέδια του Ακρο-Φιλελεύθερου προέδρου για σαρωτικές αλλαγές στην εργατική νομοθεσία

Η δικαστική απόφαση αποτελεί την πρώτη ήττα του κ.Μιλέι - έστω και αν αποδεχθεί προσωρινή - ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Δεκέμβριο με μεγάλη μεταρρυθμιστική ορμή.

Δικαστικό

Τις μεταρρυθμίσεις εργατικής νομοθεσίας που περιέχει σαρωτικό διάταγμα του Ακρο-Φιλελεύθερου νέου προέδρου της Αργεντινής, Χαβιέ Μιλέι, ανέστειλε χθες η Δικαιοσύνη της Λατινο-Αμερικανικής χώρας, εμποδίζοντας προς το παρόν τα σχέδια του.

Συγεκριμένα, δευτεροβάθμιο Εργατοδικείο στο οποίο προσέφυγε η συνομοσπονδία εργατικών συνδικάτων CGT – η μεγαλύτερη της χώρας – επέβαλε “συντηρητικό μέτρο” με το οποίο αναστέλλει την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου “Εργασία” του πολυεπίπεδου, αμφιλεγόμενου διατάγματος της 20ής Δεκεμβρίου, εν αναμονή της εξέτασής τους σε βάθος στο Κοινοβούλιο της Αργεντινής. Η αναστολή θα ισχύσει μέχρι να ληφθεί “οριστική απόφαση” για το ζήτημα που εγείρεται, τόνισαν οι δικαστές στην απόφασή τους, το κείμενο της οποίας μεταδόθηκε από διάφορα ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένου του επίσημου πρακτορείου ειδήσεων TELAM.

Η δικαστική απόφαση αποτελεί την πρώτη ήττα του κ.Μιλέι – έστω και αν αποδεχθεί προσωρινή – ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Δεκέμβριο με μεγάλη μεταρρυθμιστική ορμή. Η κυβέρνηση “θα ασκήσει έφεση”, όπως επιβεβαίωσε ο Ροδόλφο Μπάρα, ο “γενικός εισαγγελέας” στον οποίο ανατέθηκε ο έλεγχος της νομιμότητας και η νομική υπεράσπιση του κράτους.

Ο πρόεδρος Μιλέι, που ανέλαβε την εξουσία τη 10η Δεκεμβρίου, παρουσίασε δέκα ημέρες αργότερα “αναγκαίο” και “επείγον” διάταγμα με το οποίο προχωρά σε μαζική απορρύθμιση-απελευθέρωση της οικονομίας, τροποποιώντας ή καταργώντας περισσότερους από 300 κανόνες που αφορούν ιδίως στην εργασία, στον καθορισμό των τιμών ειδών πρώτης ανάγκης, στο πλαφόν στα ενοίκια, στην ιδιωτικοποίηση δημοσίων επιχειρήσεων, στους κανόνες που διέπουν τις εξαγωγές και τις εισαγωγές.

Παρουσιάζοντας το επίμαχο διάταγμα, ο κ.Μιλέι είχε αναφερθεί στην ανάγκη η χώρα να μπει σε “δρόμο προς την ανοικοδόμηση”, την αποκατάσταση της “ατομικής ελευθερίας και αυτονομίας” και του “αφοπλισμού του τεράστιου αριθμόυ κανονισμών που συγκρατούν, εμποδίζουν και αποτρέπουν την οικονομική ανάπτυξη”. Το διάταγμα αυτό, από τεχνική άποψη έχει ήδη τεθεί σε ισχύ, αλλά θα πρέπει να εγκριθεί μεταγενέστερα από το κοινοβούλιο, όπου το κόμμα του προέδρου δεν είναι παρά τρίτη δύναμη. Ωστόσο, πυροδότησε έντονες αντεγκλήσεις νομικών για το κατά πόσον είναι Συνταγματικό ή όχι και έγινε αντικείμενο δέκα και πλέον προσφυγών στη Δικαιοσύνη, συμπεριλαμβανομένης αυτής της CGT την περασμένη εβδομάδα.

Οι διαστάσεις της μεταρρύθμισης του εργατικού Δικαίου, που προκαλούν τη μεγαλύτερη πολεμική, αφορούν στην επέκταση της περιόδου μαθητείας από τους 3 στους 8 μήνες, τη μείωση των αποζημιώσεων σε περιπτώσεις απολύσεων, τον περιορισμό του δικαιώματος στην απεργία, την πιθανότητα απόλυσης σε περιπτώσεις παρεμπόδισης της λειτουργίας ή κατάληψης χώρων εργασίας κ.α.. Μεταξύ άλλων επιχειρημάτων, οι εργατοδίκες ανέφεραν πως το διάταγμα δεν τεκμηριώνει επαρκώς ποιοί είναι οι “επείγοντες” λόγοι για την αποφυγή της οφειλόμενης επέμβασης της νομοθετικής εξουσίας στη διαδικασία αλλαγής του εργατικού Δικαίου, καθώς και ότι κάποια από τα μέτρα που περιλαμβάνει έχουν “κατασταλτική ή τιμωρητική φύση”.

Τονίζουν ακόμη ότι “δεν εξηγείται πώς οι μεταρρυθμίσεις, αν εφαρμοστούν αμέσως, πέραν της ομαλής νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας, θα μπορούσαν να διορθώσουν την κατάσταση” και να τονώσουν την επίσημη απασχόληση “a fortiori, με δεδομένο ότι το ίδιο το διάταγμα υπογραμμίζει πως η απασχόληση παραμένει στάσιμη εδώ και 12 χρόνια”.

Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη είναι ο ένας από τους τρεις άξονες του αγώνα της αντιπολίτευσης – οι άλλοι δύο είναι ο δρόμος και το Κοινοβούλιο – εναντίον της φιλελεύθερης “επανάστασης” που ευαγγελίζεται ο Ακρο-Φιλελεύθερος νέος πρόεδρος, ειδικά του σαρωτικού διατάγματος που παρακάμπτει το Κοινοβούλιο. Η CGT προκήρυξε απεργία και μαζική κινητοποίηση εναντίον της “αντεργατικής” μεταρρύθμισης την 24η Ιανουαρίου, με άλλα λόγια στο συντομότερο χρονικό διάστημα – μόλις ενάμισι μήνα – αφότου ανέλαβε καθήκοντα κυβέρνηση έπειτα από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, πριν από σαράντα χρόνια.

Καμία δημοσίευση για προβολή