Έφυγε από τη ζωή ο δημοσιογράφος Βαγγέλης Σιαφάκας. Υπήρξε μαχητικό στέλεχος του “Ρήγα Φεραίου” στα χρόνια της δικτατορίας

Έφυγε από τη ζωή ο δημοσιογράφος Βαγγέλης Σιαφάκας

 

Την τελευταία του πνοή άφησε σε ηλικία 69 ετών ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Βαγγέλης Σιαφάκας. Ένας γλυκός, χαρούμενος άνθρωπος, ένας σπουδαίος δημοσιογράφος της παλιάς σχολής, ένας αγωνιστής της Δημοκρατίας, ο Βαγγέλης Σιαφάκας, έφυγε από κοντά μας σήμερα. Αντίο πικρό.

Ο Βαγγέλης Σιαφάκας γεννήθηκε στα Γιάννενα στις 7 Νοεμβρίου του 1952. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στη Φλωρεντία, αλλά επέλεξε τη δημοσιογραφία. Ξεκίνησε από την εφημερίδα Αυγή, διετέλεσε διευθυντικό στέλεχος στους ραδιοφωνικούς σταθμούς ΑΘΗΝΑ 9.84 και FLASH, καθώς στους τηλεοπτικούς σταθμούς MEGA και ANT1. Επέστρεψε στην έντυπη δημοσιογραφία ως αρχισυντάκτης και μετέπειτα διευθυντής σύνταξης της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας (1999-2011), ενώ υπήρξε τακτικός αρθρογράφος σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά.

Το 2013 ανέλαβε τα καθήκοντα του ειδικού συμβούλου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ήταν στέλεχος του “Ρήγα Φεραίου” από τα χρόνια της Δικτατορίας και μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της οργάνωσης έως το 1977.

Τον Οκτώβριο του 2016 κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο “Με μια χιλιάρα καβασάκι”.

Ένα από τα τελευταία κείμενα του Βαγγέλη 

Το ανέβασε ο ίδιος στη σελίδα του στο facebook sστις 17 του τελευταίου (του) Νοέμβρη:

Μη ξεχνάς το παιδί που αγαπούσες
(ή το Πολυτεχνείο ζει)
*************************************
Εμένα ως γνωστόν μου αρέσουν οι ιστοριούλες. Απλών ανθρώπων, αντιηρωικές στο πραγματικό μέτρο ακόμη και ηρωικών εξεγέρσεων. Έφτασε η ώρα να σας πω πως έζησε ο Δ.Κ τις δραματικές ώρες μετά την είσοδο του τανκ στο Πολυτεχνείο. Μου τα αφηγήθηκε ο ίδιος ένα μήνα αργότερα.
-Βγαίνοντας από την πύλη, υπήρχαν φαντάροι που μας έλεγαν «παιδιά δεξιά που δεν έχει πολλούς αστυνομικούς» ….
-Και πήγες δεξιά;
-Τρελός είσαι. Ήμουν σίγουρος πως ήταν μπλόφα
(Να σημειώσω εδώ πως ο Δ.Κ νέος παίκτης της πόκας, είχε υποφέρει από μπλόφες που έτρωγε)
-Και πήγες αριστερά;
-Όχι ,κάθετα μπροστά όπου διαπίστωσα από το ξύλο που έφαγα πως ήταν παρατεταγμένοι, ασφαλίτες, αστυνομικοί, ΕΣΑτζήδες, όλα τα σώματα του στρατού, ΚΥΠατζήδες. Μόνο τα ΤΕΑ δεν ήταν….
-Και τι έγινε;
-Μετά την κλωτσοπατινάδα, τις γροθιές με έχωσαν σε μια κλούβα που απ ‘ότι έβλεπα κατέληξε στην Μεσογείων που τότε ήταν τα γραφεία της ΓΑΔΑ. Με το που ανοίγει η πόρτα βλέπω ένα «διάδρομο» που είχαν φτιάξει οι μπάτσοι και έπρεπε να περάσουμε ανάμεσα. Παρατήρησα πως όσοι επιχειρούσαν να τρέξουν έτρωγαν περισσότερο ξύλο. Έκανα λοιπόν την σατανική σκέψη να προχωρήσω αργά και κάπου πριν την είσοδο στο κτίριο να αρχίσω να τρέχω…
-Και έπιασε;
-Τι να πιάσει ρε μαλάκα. Ο «διάδρομος» των μπάτσων ήταν μέχρι τον πέμπτο όροφο….
-Το ξύλο της αρκούδας, δηλαδή.
-Τέλος πάντως όταν μας έβαλαν στα κελιά ησυχάσαμε κάπως.
-Πότε έφυγες;
– Εδώ αρχίζει το δεύτερο μέρος του δράματος. Αγνοούσα πως είχε κινητοποιηθεί ο πατέρας μου με τα ισχυρά μέσα που διέθετε στο σώμα. Το απόγευμα της επομένης με φωνάζουν μου ρίχνουν ένα χεστήριο πως με αυτό που κάνω εκθέτω την εθνικοφροσύνη και μου λένε πως για τελευταία φορά είμαι ελεύθερος και πως την επομένη δεν θα με σώζει ούτε ο Παπαδόπουλος.
-Όλα καλά λοιπόν;
-Περίμενε δεν τέλειωσε. Βγαίνω στην Μεσογείων. Τα πάντα σκοτεινά είχε αρχίσει η απαγόρευση κυκλοφορίας και τότε κατάλαβα πως δεν φορούσα, κάπου θα μου τα έσπασαν από τις γροθιές ,τα γυαλιά μου. Τέσσερις βαθμοί μυωπίας δεν έβλεπα τίποτα. Τότε ήταν που μπήκε η σκέψη πως με άφησαν για να με πυροβολήσουν παρακάτω…
-Και τι έκανες;
-Γύρισα στη ΓΑΔΑ και τους ζήτησα να κοιμηθώ εκεί το βράδυ και να φύγω το πρωί.
-Και έγινε αποδεκτό το… αίτημα;
-Μου είπαν «ξεκουμπίσου από εδώ βρε αρχίδι»
Όσοι έχουν την περιέργεια που κατέληξε εκείνο το μαρτυρικό βράδυ ο ΔΚ το παραθέτω, αν και δεν έχει και μεγάλη σημασία. Στο σπίτι μιας συμφοιτήτριας του , των Φοιτητικών Επιτροπών Αγώνα που θυμήθηκε την ύστατη στιγμή ,πως έμενε πολύ κοντά στην ΓΑΔΑ.
*** Αυτή η ιστορία είναι γραμμένη για όσους ξεχνούν πως όλα αυτά που γιορτάζουμε σήμερα έγιναν από παιδιά ακόμη και 19 χρόνων ,όπως ο ΔΚ, που στάθηκαν στο ύψος τους όταν η ιστορική στιγμή τους έφερε στο προσκήνιο. Για εκείνους που νομίζουν πως η χούντα δεν τελείωσε το ’73 αλλά συνεχίζεται και σήμερα. Κυρίως όμως για τους ομοτράπεζους μιας παρτίδας «κούκου μονού» όταν θα ρωτήσω τον ΔΚ να μας πει για την … «μπλόφα» δίπλα στην ρημαγμένη είσοδο του Πολυτεχνείου το 1973.”

Καμία δημοσίευση για προβολή