FT: Γιατί οι αυξήσεις των επιτοκίων δεν βοηθούν στην πάταξη του πληθωρισμού

Οι κεντρικές τράπεζες καθυστέρησαν να λάβουν δράση αλλά τελικά αντέδρασαν στο πληθωριστικό κύμα και προέταξαν ως κεντρικό εργαλείο τις αυξήσεις των επιτοκίων προκειμένου να ανακόψουν τον πληθωρισμό.

Και μπορεί η ιλιγγιώδης πορεία του να έχει φρενάρει ωστόσο δεν μπορούμε ακόμα να λέμε ότι κατάφερε να φτάσει το 2%, στόχο που έχουν θέσει οι κεντρικές τράπεζες. Για την ακρίβεια, ο στόχος αυτός φαίνεται να αργεί ακόμα.

Ενδεικτικά, ούτε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), Τζέρομ Πάουελ, ούτε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον στόχο του 2% πριν από τις αρχές του 2025.

Παράλληλα, ενώ οι βασικοί δείκτες των τιμών των καταναλωτών έχουν υποχωρήσει, η ανησυχία των κεντρικών τραπεζών αφορά τον δομικό πληθωρισμό, τις στενές αγορές εργασίας και τις πιέσεις στον τομέα των υπηρεσιών. Αυτοί οι παράγοντες θεωρούνται «προφητικοί», μια απόδειξη ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται για αρκετό καιρό ακόμη.

Τι εξηγεί επομένως την επιμονή του πληθωρισμού παρά τις αυξήσεις των επιτοκίων;

Οι Financial Times εντοπίζουν τέσσερις παράγοντες:

Αργούν να φανούν τα αποτελέσματα της νομισματικής πολιτικής

Η νομισματική πολιτική έρχεται πάντα με καθυστέρηση. Παράλληλα χρειάζονται περίπου 18 μήνες για να φανεί πλήρως ο αντίκτυπος, στις δαπάνες και τις τιμές, της αύξησης των επιτοκίων κατά μία μονάδα.

Οι κεντρικές τράπεζες ξεκίνησαν πριν από ενάμιση χρόνο να αυξάνουν τα επιτόκια, όμως άρχισαν να περιορίζουν ενεργά την οικονομία μόλις πριν από λίγους μήνες.

Ορισμένοι αξιωματούχοι και οικονομολόγοι πιστεύουν ότι τα αποτελέσματα θα αργήσουν πολύ περισσότερο να φανούν και το αποτέλεσμα της σύσφιξης θα είναι λιγότερο επιδραστικό. Το επιχείρημά τους είναι ότι παρά το αυξανόμενο κόστος δανεισμού, η ανάπτυξη έχει αποδειχθεί εκπληκτικά ανθεκτική, ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών που αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής παραγωγής στις περισσότερες οικονομίες.

Επίσης η μακροπρόθεσμη μετατόπιση από τη μεταποίηση προς τις υπηρεσίες, που απαιτούν λιγότερα κεφάλαια, θα μπορούσε ακόμα να σημαίνει βραδύτερη μετάδοση την συνεπειών της πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής.

Οι τάσεις στην αγορά στέγης

Οι αλλαγές στην αγορά στέγης μπορεί να είναι καίριας σημασίας για να εξηγήσουν γιατί οι αυξήσεις των επιτοκίων χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να είναι αποτελεσματικές.

Σε αρκετές χώρες, το ποσοστό των νοικοκυριών που είτε ζουν σε ιδιόκτητη κατοικία είτε νοικιάζουν έχει αυξηθεί. Τα στεγαστικά δάνεια με σταθερό επιτόκιο- που δεν επηρεάζεται από τις αυξήσεις επιτοκίων- είναι πλέον πιο δημοφιλή από τα ευέλικτα, όπου τα υψηλότερα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας τροφοδοτούνται σχεδόν αμέσως από τη δύναμη των νοικοκυριών.

Οι στενές αγορές εργασίας

Οι επακόλουθες επιπτώσεις της πανδημίας στις προσλήψεις εξακολουθούν να είναι αισθητές. Παραμένουν σημαντικές ελλείψεις εργατικού δυναμικού, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών, ενισχύοντας τις αυξήσεις των μισθών που με τη σειρά τους τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.

Τα λάθη των τραπεζιτών

Η αρχική επιμονή των κεντρικών τραπεζών ότι η αύξηση του πληθωρισμού θα είναι προσωρινή οδήγησε σε καθυστερημένη δράση από μέρους τους. Μέχρι να αναλάβουν δράση ο πληθωρισμός κινούνταν ήδη σε υψηλότερους ρυθμούς και είχε εξελιχθεί σε ένα ευρύ φαινόμενα της οικονομίας επηρεάζοντας σχεδόν όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες, πράγμα που έκανε ακόμα πιο δύσκολο την αντιμετώπισή του.

Όπως είχε προειδοποιήσει Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, εάν τα επιτόκια αυξηθούν λίγο ή καθυστερήσει πολύ η επίδρασή τους, οι χώρες μπορεί να καταλήξουν σε ένα περιβάλλον όπου ο υψηλός πληθωρισμός θα είναι ο κανόνας.

Ο κίνδυνος πλέον είναι ότι η επίτευξη του στόχου για πληθωρισμό στο 2% μπορεί να αναγκάσει τους κεντρικούς τραπεζίτες να αυξήσουν το κόστος δανεισμού σε σημείο που θα θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

 

Καμία δημοσίευση για προβολή