Η Ευρώπη είναι ευάλωτη και οι αυξήσεις για τα αμυντικά κονδύλια δεν είναι πανάκεια

Η Ευρώπη είναι ευάλωτη. Αυτό είναι ένα βασικό συμπέρασμα από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Και η Ευρώπη αντιδρά. Με πολλά χρήματα.

Η γερμανική κυβέρνηση, για παράδειγμα, έχει δημιουργήσει ένα ειδικό ταμείο 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για να καλύψει τα μεγαλύτερα κενά. Η Γερμανία προτιθεται να δαπανήσει το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, όπως ακριβώς είχαν διατυπώσει ως στόχο τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ το 2014.

Το 2% του ΑΕΠ

Το 2022, ωστόσο, μόνο τέσσερις από τους ευρωπαίους συμμάχους του ΝΑΤΟ είχαν πετύχει τον στόχο του 2%. Βέβαια, μπροστά στην πραγματικότητα του πολέμου της Ουκρανίας 20 κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν τώρα υποσχεθεί να αυξήσουν σημαντικά τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς τους.

Όμως, η νέα Έκθεση για την Ευρωπαϊκή Άμυνα της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια προειδοποιεί: Τα πρόσθετα κονδύλια είναι εξαιρετικά σημαντικά. Καθοριστικό είναι ωστόσο τα χρήματα να διατεθούν με το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα.

Παλιά και νέα μέσα

Για την έκθεσή της η Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου MSC, εξέτασε πρώτα προσεκτικά πως διεξάγεται ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οι συντάκτες της έκθεσης άντλησαν τρία κύρια διδάγματα από αυτό, λέει στην DW ο Λέοναρντ Σίτε, ο οποίος συμμετείχε στην σύνταξη της έκθεσης: «Το πρώτο είναι ότι τα λεγόμενα “παλιά στρατιωτικά μέσα” – δηλαδή τανκ, πυροβολικό, αντι-αεροπορική άμυνα συνεχίζουν να παίζουν μεγάλο ρόλο».

Το δεύτερο διδαγμα έρχεται φαινομενικά σε αντίθεση με το πρώτο, επειδή αφορά τον «νέο στρατιωτικό εξοπλισμό». Ο γερμανός ειδικός εξηγεί: «Βλέπουμε στην Ουκρανία ότι τα πολύ φθηνά drones και τα τηλεκατευθυμένα οπλικά συστήματα παίζουν επίσης τεράστιο ρόλο». Ως τρίτο δίδαγμα, οι συντάκτες του MSC τονίζουν «ότι η δορυφορική επικοινωνία είναι εξαιρετικά σημαντική: Αφενός για τον έλεγχο αυτών των drones, αλλά και την διασφάλιση επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων στρατιωτικών μονάδων», δήλωσε ο Σίτε.

Τα διδάγματα της Ουκρανίας

Ο ουκρανικός στρατός, για παράδειγμα, κάνει εκτεταμένη χρήση των δορυφόρων Star Link του Αμερικανού επιχειρηματία Έλον Μασκ. Η ΕΕ, εξηγεί ο ειδικός της MSC, θέλει μεσοπρόθεσμα να ανεξαρτητοποιηθεί από ιδιωτικές εταιρείες. Υπάρχει μια πρωτοβουλία της ΕΕ για εκτόξευση έως και 170 δορυφόρων, έτσι ώστε οι Ευρωπαίοι να πάψουν να εξαρτώνται από το εξωτερικό.

Αν αυτό επιτύχει θα αποτελούσε σπάνιο παράδειγμα επιτυχημένης συνεργασίας εντός της ΕΕ. Η συνεργασία είναι δύσκολη, ειδικά όσον αφορά τα εξοπλιστικά. Η ΕΕ δεν έχει ευρωπαϊκό στρατό. Τα 27 κράτη μέλη διατηρούν το καθένα δικό του εθνικό στρατό. Και σχεδόν δώδεκα χώρες της ΕΕ έχουν τη δική τους βιομηχανία εξοπλισμών.

Κατακερματισμός

Η ευρωπαϊκή συνεργασία βρίσκεται σήμερα περισσότερο σε θεωρητικό παρά σε πρακτικό επίπεδο. Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, για παράδειγμα, τόνιζε ότι «οι προσπάθειες για κοινή άμυνα στην Ευρώπη πρέπει να αποκτήσουν κοινό παρανομαστή. Οφείλουμε να δώσουμε στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία μακροπρόθεσμες προοπτικές και να επιταχύνουμε την παραγωγή κοινών αμυντικών συστημάτων».

Στην πράξη όμως οι καλές προθέσεις γρήγορα συγκρούονται με εθνικούς εγωισμούς. Σύμφωνα με τον συντάκτη της έκθεσης Λέοναρντ Σίτε ο έντονος κατακερματισμός δεν οδηγεί μόνο σε περιττές πρόσθετες δαπάνες. Εκτοξεύει επίσης το κόστος για την άμυνα: «Το διαπιστώνουμε σε πολύ απλά πράγματα, όπως τα πυρομαχικά για το πυροβολικό. Δεν μπορείτε να χρησιμοποιείσετε γερμανικά πυρομαχικά στο πυροβολικό άλλων χωρών γιατί έχουν διαφορετικά στάνταρτ. Αυτό είναι παράλογο».

Διενέξεις

Αλλά ακόμα και εκεί που επιτυχάνει η συνεργασία συχνά υπάρχουν διενέξεις. Όπως για παράδειγμα, στο γερμανο-γαλλο-ισπανικό πρότζεκτ για το νέο μαχητικό FCAS: Ο εμπειρογνώμονας στον τομέα της άμυνας και πολιτικός του SPD Χανς Πέτερ Μπάρτελς παρατηρεί ότι η από κοινού ανάπτυξη ενός νέου συστήματος αεράμυνας έχει γίνει πεδίο συνεχούς διαμάχης σχετικά με ευρεσιτεχνίες, καταμερισμό εργασίας και αρμοδιότητες.

«Πρέπει να ξεφύγουμε από αυτό! Τέτοια έργα θα πρέπει να βρίσκονται στα χέρια μιας πραγματικά ευρωπαϊκής εταιρείας που φέρει τη συνολική ευθύνη», λέει ο γερμανός πολιτικός και πρόεδρος της Γερμανικής Εταιρείας Πολιτικής Ασφάλειας GSP. Να σημειωθεί, δε, ότι η Dassault διά του CEO της αντέδρασε στην προοπτική να συμμετάσχει στο πρόγραμμα και το Βέλγιο, με την αιτιολογία ότι έχει αγοράσει αμερικανικά F-35.

«Αν όχι τώρα, πότε;»

Ο πόλεμος της Ουκρανίας έκανε όλους τους εμπλεκόμενους να συνειδητοποιήσουν την επείγουσα ανάγκη μιας καλύτερης και, κυρίως, πιο αποτελεσματικής συνεργασίας. Ο Λέοναρντ Σίτε το βλέπει επίσης ως ευκαιρία:«Αν δεν βελτιώσουμε τώρα την ευρωπαϊκή συνεργασία, πότε θα το κάνουμε;». Ωστόσο, χώρες όπως η Γαλλία κατηγορούνται ότι έχουν ως μοναδικό ενδιαφέρον την ανάπτυξη της αμυντικής τους βιομηχανίας και όχι μια πιο ευρεία προσέγγιση στο ζήτημα της ευρωπαϊκής άμυνας.

Από την άλλη, η Γερμανία επιδιώκει να επενδύσει χρήματα -μαζί και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες- σε έτοιμα και δοκιμασμένα συστήματα (για παράδειγμα ανταεροπορικά και αντιπυραυλικά), προερχόμενα, ωστόσο, από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Το Παρίσι θεωρεί ότι η στρατηγική αυτή στην ουσία βλάπτει την Ευρώπη, γιατί την κάνει εξαρτημένη από τρίτες χώρες για κρίσιμες αμυντικές υποδομές. Και η γκρίνια συνεχίζεται…

με πληροφορίες από την Deutsche Welle

Καμία δημοσίευση για προβολή