Θοδωρής Καλούδης

Η παραίνεση Αλεβιζάτου προς Τσίπρα να αποκηρύξει τη βία και η μοναδική ευκαιρία του να ξανακερδίσει στη Βουλή τον συνταγματικό ρόλο του

 

Του Θοδωρή Καλούδη

Ο Νίκος Αλιβιζάτος είναι διαπρεπής Συνταγματολόγος και, δίχως να έχει «κομματική ταυτότητα», η δημόσια παρουσία του τον τοποθετεί στον δημοκρατικό προοδευτικό χώρο. (Μάλιστα το Ποτάμι τον είχε προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας – και το ΚΙ.ΝΑΛ τον είχε υποστηρίξει – απέναντι στον Προκόπη Παυλόπουλο, ενώ είχε αποδεχτεί επίσης την τιμητική τελευταία θέση στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του Ποταμιού)

Η χθεσινή παρέμβασή του – με ένα αιχμηρό άρθρο στην «Καθημερινή» – με την οποία αναδεικνύει την ουσιαστική συμπόρευση του ΣΥΡΙΖΑ με τον Δημήτρη Κουφοντίνα και καταλογίζει στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «έκδηλη συμπάθεια στην πολιτική βία», θεωρείται κρίσιμη για τον δημόσιο διάλογο στις δύσκολες αυτές μέρες.

Ο κ. Αλιβιζάτος, αφού υπενθυμίζει μια σειρά ευνοϊκών διατάξεων, που είχε ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, «ειδικά για τον αρχιτρομοκράτη Κουφοντίνα», όπως επίσης και «κάποιες άλλες διατάξεις του κ. Παρασκευόπουλου, που αντιμετώπιζαν ευνοϊκά τους διαδηλωτές όταν τα σπάνε» αναρωτιέται, στη συνέχεια, «πού οφείλεται η έκδηλη αυτή συμπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ προς την πολιτική βία».

Η απάντηση που δίνει είναι η εξής:

  • «Θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά το δημοψήφισμα του 2015, έδωσε σοβαρά δείγματα ωρίμανσης. Όσο και αν αμαυρώνουν την εικόνα που άφησε υποθέσεις όπως οι τηλεοπτικές άδειες και η δράση του κ. Παπαγγελόπουλου, δεν ήταν αυτές που έδωσαν τον τόνο στη διακυβέρνησή του. Σήμερα, ωστόσο, λες και μετάνιωσε για τη «δεξιά» παρέκκλισή του και αισθάνεται την ανάγκη να απολογηθεί. Δεν εξηγείται διαφορετικά η σχεδόν ανοιχτή συμπόρευσή του με τους θιασώτες της βίας».

Ειδικότερα δε για την υπόθεση Κουφοντίνα, ο κ. Αλιβιζάτος σημειώνει:

  • «Η υπόθεση, είναι αμιγώς πολιτική. Με αυτό το δεδομένο διερωτώμαι: Είναι, μα είναι δυνατό, τραβώντας τα πράγματα ώς τα άκρα, ο έγκλειστος να είναι αυτός που καθορίζει την ημερήσια διάταξη, την agenda της πολιτικής αντιπαράθεσης; Γιατί, ας μην κοροϊδευόμαστε, με την ουσιαστική συμπόρευση του ΣΥΡΙΖΑ με τον Κουφοντίνα δεν έχουμε πια να κάνουμε με την αντιπαράθεση ενός τρομοκράτη, από τη μια μεριά, και της κυβέρνησης από την άλλη. Βρισκόμαστε ξανά, όπως το 2008 και το 2011, ενώπιον μιας ακόμη εκδοχής της προνεωτερικής σύγκρουσης Δεξιάς και Αριστεράς για την ανοχή που θα πρέπει να επιδεικνύεται στην πολιτική βία»

Και καταλήγει ο κ. Αλιβιζάτος:

«Αν η υπόθεση Κουφοντίνα αντιμετωπισθεί στις πραγματικές της διαστάσεις, αν δηλαδή θεωρηθεί ως σύγκρουση ενός περιθωριακού ρεύματος ιδεών κάποιων αμετανόητων υποστηρικτών της ένοπλης βίας με τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, νομίζω ότι η ένταση θα πέσει. Για να γίνει όμως αυτό, την κύρια ευθύνη τη φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι καιρός να το αντιληφθεί ο κ. Τσίπρας.»

***

Αυτή η παραίνεση Αλιβιζάτου προς Τσίπρα είναι και η ουσία της παρέμβασής του. Γιατί δεν είναι μόνο η συμπόρευση με «κάποιους αμετανόητους  υποστηρικτές της ένοπλης βίας» που οδηγούν σε φαινόμενα (όπως αυτά της Νέας Σμύρνης) – τα οποία τελικά δεν μπορεί να ελέγξει. Είναι και η μετωπική τυφλή και αντικοινωνική αντιπολίτευση που έχει επιλέξει να ασκεί ο πρόεδρος  του ΣΥΡΙΖΑ.

Το εκρηκτικό μίγμα της «συμπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ προς την πολιτική βία» και της  πολιτικής κερδοσκοπίας του αρχηγού του στη δυστυχία του κόσμου, με την οικονομική και ψυχολογική πίεση που του ασκεί η πανδημία, θίγει καταλυτικά την πολιτική αξιοπιστία του κ. Τσίπρα και ακυρώνει το συνταγματικό ρόλο του ως Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Αύριο, στη συζήτηση στη Βουλή, ο κ. Τσίπρας έχει μια μοναδική ευκαιρία, να ξεκαθαρίσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι ο ίδιος και το κόμμα του αποκηρύσσει την πολιτική βία και την ανωμαλία. Και ως ένας θεσμικός παράγων –  που άλλωστε έχει κυβερνήσει τη χώρα – θεωρεί καθήκον του να αντιπολιτεύεται σκληρά μεν, με γνώμονα όμως την αναζήτηση λύσεων στα προβλήματα του τόπου. Αν επιμείνει στη στρατηγική της έντασης θα είναι άξιος της τύχης του…

 

Καμία δημοσίευση για προβολή