Κορονοϊός: Προβληματισμός για την Θεσσαλονίκη – Βαρύ το ιϊκό φορτίο στα λύματα – Γιατί δεν υποχωρεί η πανδημία –Οι εξηγήσεις που δίνουν οι ειδικοί

Κρονοϊός Θεσσαλονίκη

Μετά από τέσσερις και πλέον εβδομάδες lockdown η Θεσσαλονίκη παραμένει σε οριακό σημείο ως προς την διασπορά του κορονοϊού και οι ενδείξεις στα λύματα σημαίνουν νέο συναγερμό στις υγειονομικές αρχές.

Η έρευνα του ΑΠΘ στα λύματα σε συνεργασία με την ΕΥΑΘ, δείχνει μείωση μεν του ιικού φορτίου στην πόλη, αλλά σε βαθμό πολύ μικρότερο απ’ ό,τι αναμενόταν. Τις τελευταίες μέρες, μάλιστα, καταγράφεται ξανά σταθεροποίηση των δεικτών αντί για αποκλιμάκωση – γεγονός που προβληματίζει έντονα τους επιστήμονες και πυροδοτεί φόβους για νέα έξαρση της πανδημίας.

Πρύτανης ΑΠΘ: “Ανησυχητικές οι ενδείξεις στα λύματα”

Χαρακτηριστικά, ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «ανησυχούμε ιδιαίτερα για τα αποτελέσματα των τελευταίων μετρήσεων στα λύματα, καθώς δείχνουν πως έχει σταματήσει η βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας σε σημείο επικίνδυνο.

Έχοντας στον νου τη διεθνή εμπειρία, με βάση και τις μετρήσεις εξορθολογισμού στα λύματα που κάνουμε για τις Βρυξέλλες, το ‘Αμστερνταμ και το Παρίσι, μπορούμε να πούμε πως η κατάσταση είναι πολύ οριακή για την πόλη, καθώς μπορεί πολύ εύκολα η τάση στη μέτρηση του ιικού φορτίου να γυρίσει και πάλι αυξητικά και μάλιστα με εκθετικό ρυθμό.

Και επειδή το σημείο εκκίνησης αυτή τη φορά είναι υψηλό μπορεί η κατάσταση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο».

Στο διάγραμμα, που αποτυπώνει τις μετρήσεις του ιικού φορτίου στα λύματα της Θεσσαλονίκης από την αρχή της επιδημιολογικής έξαρσης, παρατηρείται πως στις τελευταίες τέσσερις δειγματοληψίες – από τις 25 Νοεμβρίου έως και τις 2 Δεκεμβρίου – έχει ανακοπεί η τάση μείωσης που ξεκίνησε να καταγράφεται στις τέσσερις προγενέστερες μετρήσεις, των δειγματοληψιών από 16 έως 23 Νοεμβρίου.

Γιατί δεν μειώνονται τα κρούσματα

Η διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ αναζητεί τεκμηριωμένες απαντήσεις, στο ερώτημα γιατί η κατάσταση στη Θεσσαλονίκη δεν βελτιώνεται, όπως θα περίμενε κανείς μετά την επιβολή των αυστηρών περιοριστικών μέτρων.

«Το πολύ υψηλό ιικό φορτίο είναι η κυριότερη αιτία για τους αργούς ρυθμούς αποκλιμάκωσης από τη στιγμή που ελήφθησαν τα μέτρα. Όσο πιο υψηλό το ιικό φορτίο, τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται τα μέτρα για να αποδώσουν.

Αυτό είναι σαφές και επιπλέον θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το δεδομένο ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν από τον Νοέμβριο, δεν ήταν εξ αρχής αντίστοιχα εκείνων της περασμένης άνοιξης.

Είναι επίσης εμφανής στην κίνηση που υπάρχει στους δρόμους, μία μεγαλύτερη χαλαρότητα των πολιτών, σε σχέση με τον περασμένο Απρίλιο, που εξηγείται μεν από την κόπωση που έχει επέλθει, όμως σε καμία περίπτωση δε δικαιολογείται», επεσήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ, δίνοντας μία ερμηνεία για την επιδημιολογική εικόνα της πόλης.

Οι οικιακή μετάδοση, οι λαϊκές αγορές, τα λεωφορεία

Επιπρόσθετα, έθεσε και τις εξής παραμέτρους: «Όταν αποφασίστηκε η αναστολή των περισσότερων δραστηριοτήτων και τα μέλη των οικογενειών βρέθηκαν όλα μαζί κλεισμένα στα σπίτια, αυτό δημιούργησε και νέες εστίες, καθώς υπήρχαν ήδη πάρα πολλοί ασυμπτωματικοί φορείς στην κοινότητα και μέσα στον ίδιο χώρο δημιουργήθηκαν νέες επιμολύνσεις.

Επίσης, ένα ακόμη ζήτημα που ίσως δεν αντιμετωπίστηκε επαρκώς αφορά χώρους εν δυνάμει υπερμετάδοσης του ιού και κυρίως τα λεωφορεία και τις λαϊκές αγορές. Ίσως θα μπορούσαν να ληφθούν περαιτέρω μέτρα εκεί, υπάρχουν λύσεις που έχουν εφαρμοστεί επιτυχώς σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, λύσεις που θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε άμεσα, όπως για παράδειγμα η προσωρινή ένταξη τουριστικών λεωφορείων στον στόλο του ΟΑΣΘ για την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών, όπως το μεγαλύτερο άπλωμα των πάγκων στις λαϊκές αγορές κλπ», τόνισε ο πρύτανης.

Μη αυστηρή τήρηση των μέτρων

«Η εκτίμηση που επιβεβαιώνεται και από τους ελέγχους στα δείγματα που λαμβάνουμε στο Εργαστήριο από νοσοκομεία και δομές μέσω του ΕΟΔΥ, είναι πως υπάρχει σταθεροποίηση των κρουσμάτων σε υψηλά επίπεδα, δεν υπάρχει η μείωση που αναμέναμε και αυτό ίσως οφείλεται στη μη αυστηρή τήρηση των μέτρων», είναι η ερμηνεία που δίνει για την επιδημιολογική εικόνα της Θεσσαλονίκης η Διευθύντρια του Α’ Εργαστηρίου Μικροβιολογίας του ΑΠΘ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, καθηγήτρια ‘Αννα Παπά Κονιδάρη. «Αν ήμασταν όλοι πιο συνεπείς, αν τηρούσαμε με μεγαλύτερη ευλάβεια τα μέτρα η εικόνα θα ήταν καλύτερη», δήλωσε η κ. Παπά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Αργή η αποκλιμάκωση

«Η αποκλιμάκωση της επιδημίας στη Θεσσαλονίκη είναι πάρα πολύ αργή εξαιτίας του γεγονότος ότι το λεγόμενο lockdown, ο εγκλεισμός επιβλήθηκε αρκετά αργά, όταν είχε ήδη υπάρξει μεγάλη διασπορά του ιού στην πόλη», είναι η εκτίμηση του καθηγητή Πνευμονολογίαςτου ΑΠΘ και Διευθυντή της Κλινικής Αναπνευστικής Ανεπάρκειας στον Νοσοκομείο Παπανικολάου, Γιάννη Κιουμή.

«Μια εκλαϊκευμένη άποψη για το lockdown είναι ότι στην πραγματικότητα κλεινόμαστε στα σπίτια μας με την υπόθεση ότι αφήνουμε τον κορονοϊό από έξω. Αν αργήσει να εφαρμοστεί το lockdown, όταν κλείνουμε την εξώπορτα του σπιτιού ο κορονοϊός είναι ήδη πολύ πιθανό ότι βρίσκεται μέσα στα δωμάτια, που σημαίνει ότι έχει αρχίσει ένας επιδημικός κύκλος μέσα στην ίδια την οικογένεια. Αυτό αποτυπώνεται και στα κρούσματα και φυσικά και στα λύματα», δήλωσε ο κ. Κιουμής στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Πρόσθεσε, δε, ότι «μια δεύτερη εξήγηση – όχι εναλλακτική, αλλά που προστίθεται στην προηγούμενη – είναι ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός ασυμπτωματικών ασθενών στην κοινότητα, σε ποσοστό που δεν το γνωρίζουμε», καθώς «υπάρχουν διεθνείς μελέτες ότι μπορεί να είναι από 3 έως 10 φορές μεγαλύτερος ο πραγματικός αριθμός των φορέων από αυτούς που έχουν διαγνωστεί».

Πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Καμία δημοσίευση για προβολή