Ο Μπάιντεν ρίχνει «χρήμα από το ελικόπτερο» και απογειώνει τις ΗΠΑ – Η Μέρκελ φοβάται και φρενάρει την Ευρώπη– Ποιος θα είναι ο νικητής στο παγκόσμιο crash test της πανδημίας;

Μπάιντεν Μέρκελ

Μπορούν τα πακέτα στήριξης-μαμούθ που ανακοινώνουν οι κυβερνήσεις για να στηρίξουν τις οικονομίες τους να προκαλέσουν νέα προβλήματα και να χρειαστούν στο μέλλον νέα μέτρα λιτότητας;

Αυτή είναι η κρίσιμη ερώτηση στην οποία καλούνται να απαντήσουν οι οικονομολόγοι και οι αναλυτές σε όλο τον πλανήτη.

Αν και όλοι αναγνωρίζουν ότι η πανδημία του κορονοϊού έπληξε σε τεράστιο βαθμό την παγκόσμια οικονομία και ορισμένοι κλάδοι απειλούνται με κατάρρευση (π.χ αερομεταφορές), άρα απαιτούνται κυβερνητικά προγράμματα στήριξης,  από την άλλη θεωρούν ότι τα εκτεταμένα προγράμματα στήριξης μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων και άνοδο των επιτοκίων.

Ο Μπάιντεν ρίχνει “χρήμα από το ελικόπτερο”

Οι ΗΠΑ ωστόσο είναι οι πρώτες που πήραν το ρίσκο: Εφόσον συνυπολογισθεί και το τελευταίο πακέτο του νέου προέδρου Τζο Μπάιντεν ύψους 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, τότε τα συνολικά ποσά που έχουν διατεθεί για την ενίσχυση της αμερικανικής οικονομίας, με τα έξι συνολικά πακέτα, αγγίζουν το αστρονομικό νούμερο των πέντε τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Η εντολή φαίνεται ότι είναι σαφής: τυπώστε χρήμα για να αντιμετωπίσουμε τώρα τις επιπτώσεις και θα δούμε τι θα γίνει στο μέλλον.

Την ίδια στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση, βυθισμένη για μια ακόμη φορά στην εσωστρέφεια της και τα κελεύσματα της Γερμανίας, φαίνεται αδύναμη να σχεδιάσει ένα εξίσου τολμηρό πρόγραμμα αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας.

Η Μέρκελ φοβάται το φάντασμα του πληθωρισμού

Είναι σαφές και στους πλέον αδαείς ότι η Γερμανία, ούτε στην αποδρομή της ηγεσίας Μέρκελ, δεν μπορεί να ξεπεράσει τις μεταπολεμικές της φοβίες, που διατρέχουν επί σειρά δεκαετιών την οικονομική πολιτική της, για άνοδο του πληθωρισμού. Γι αυτό το λόγο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι εκείνη που έχει αναλάβει τον ηγετικό, και συνάμα δύσκολο, ρόλο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας.

Η ΕΚΤ είναι επίσης εκείνη (και όχι η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης και της Γερμανίας) που σε κάθε ευκαιρία τονίζει ότι είναι έτοιμη να ρίξει στην μάχη όλα τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της προκειμένου να εξασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός κινείται προς την κατεύθυνση που έχει ορίσει ως στόχο (κάτω αλλά κοντά στο 2%).

Απέναντι στα τεράστια ποσά που διαθέτουν οι Αμερικανοί για την στήριξη της οικονομίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της πανδημίας με το πρόγραμμα PEPP  το οποίο προβλέπει κονδύλια ύψους 1,35 τρισεκατομμυρίων ευρώ για αγορές κρατικών ομολόγων (αρχικά ήταν μόλις 750 δισεκατομμύρια ευρώ) μέχρι το τέλος του 2022, με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που ίσχυε και πριν την επέλαση του κορονοϊού, και το οποίο ενισχύθηκε με 500 δισεκατομμύρια ευρώ, και με τα 750 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Την ίδια στιγμή πριν καν στεγνώσει το μελάνι από την υπογραφή του κ. Μπάιντεν στο πρόγραμμα δαπανών των 1,9 τρις δολαρίων, η Goldman Sachs αναφέρει σε έκθεσή της ότι ίσως το Μάιο υπάρξει και νέο πακέτο ύψους 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο ΟΟΣΑ προβλέπει εκτίναξη της αμερικανικής οικονομίας κατά 6,5%

Είναι δεδομένο ότι τα «πακέτα Μπάιντεν» θα δώσουν σημαντική ώθηση στην αμερικανική και τη διεθνή οικονομία. Ηδη, ο ΟΟΣΑ αναπροσάρμοσε την πρόβλεψη του για την αύξηση του αμερικανικού ΑΕΠ από 3,2% που προέβλεπε το Δεκέμβριο, σε 6,5%.

Από την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι θα ευνοηθούν περισσότερο οι πιο συνδεδεμένες οικονομίες όπως ο Καναδάς και το Μεξικό, αλλά και χώρες με μεγάλες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ από την Ευρώπη και την Νοτιανατολική Ασία.

Κάποιοι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι υπάρχει το ρίσκο οικονομικής υπερθέρμανσης στις ΗΠΑ η οποία θα οδηγήσει τις τιμές υψηλότερα, άρα θα δημιουργηθεί πληθωρισμός και μοιραία θα οδηγηθούμε σε αύξηση των επιτοκίων. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, υποστηρίζουν, θα δημιουργούσε προβλήματα στην ευρωζώνη.

Υπάρχει όμως και η πλευρά που υποστηρίζει ότι η πολιτική που υιοθετεί η κυβέρνηση Μπάιντεν απλώς βλέπει μπροστά. Και ανεβάζει τον πήχη για ανάλογες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και δημόσιες επενδύσεις και στις υπόλοιπες μεγάλες οικονομίες του πλανήτη. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως η Ευρώπη και, ειδικά η Γερμανία, δεν δείχνει έτοιμη να ακολουθήσει.

Καμία δημοσίευση για προβολή