Οι millennials τα μεγάλα θύματα της κρίσης – Έκθεση του ΟΟΣΑ τονίζει ότι η μεσαία τάξη “χάνει συνεχώς ταχύτητα”

Οι νέοι ηλικίας 17-35 ετών, οι γνωστοί ως millennials, πληρώνουν το τίμημα της πίεσης που δέχεται εδώ και τριάντα χρόνια η μεσαία τάξη και, σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές, οι θέσεις εργασίας τους είναι λιγότερο σταθερές, σύμφωνα με μια έκθεση του ΟΟΣΑ που δόθηκε χθες βράδυ στη δημοσιότητα.

“Σήμερα, η μεσαία τάξη θυμίζει ολοένα και περισσότερο πλοίο που ταξιδεύει σε ταραγμένα νερά”, παραδέχτηκε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ Άνχελ Γκουρία, σε μια ανακοίνωσή του, με την ευκαιρία της έκθεσης αυτής που παρουσιάστηκε σε συνεργασία με το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNDP) στη Νέα Υόρκη.

Η έκθεση φέρει τον τίτλο “Υπό πίεση: οι μεσαίες τάξεις χάνουν ταχύτητα” και διαπιστώνει ότι στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, επτά στους δέκα μπέιμπι-μπούμερς (η γενιά αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) κατάφερναν να αναρριχηθούν στη μεσαία τάξη σε ηλικία 20 ετών. Για τους μιλένιαλ (ή “Γενιά Υ”) όμως αυτό ισχύει μόνο για έξι στους δέκα.

“Εκείνη η γενιά επωφελήθηκε επίσης από πιο σταθερές θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια του εργασιακού της βίου, σε σύγκριση με τη νεότερη γενιά”, συνεχίζει η έκθεση η οποία παρατηρεί “μια αποδυνάμωση της οικονομικής επιρροής της μεσαίας τάξης” από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά. “Τα εισοδήματά τους μετά βίας αυξήθηκαν στις χώρες του ΟΟΣΑ” και “το κόστος των βασικών ειδών για τις μεσαίες τάξεις αυξήθηκε περισσότερο από τον πληθωρισμό”, συνεχίζει η έκθεση.

Το ένα στα πέντε νοικοκυριά αυτής της κοινωνικής τάξης “δαπανά περισσότερα απ’ όσα κερδίζει”. Η κατάσταση αυτή θεωρείται ακόμη πιο ανησυχητική δεδομένου ότι η μεσαία τάξη είναι επίσης υπερχρεωμένη σε υψηλότερο βαθμό από την κατώτερη ή την ανώτερη.

“Τις δύο τελευταίες δεκαετίες το κόστος στέγασης αυξήθηκε τρεις φορές γρηγορότερα από το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών”, εξήγησε ο ΟΟΣΑ.

Τα τελευταία 30 χρόνια, η μεσαία τάξη συρρικνώθηκε επίσης από το 64% στο 61% του συνολικού πληθυσμού, εκτιμά εξάλλου ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ασφάλειας που εδώ και καιρό ζητά μια πιο ισόνομη κατανομή των εισοδημάτων.

Ο ΟΟΣΑ υπενθύμισε ότι η μεσαία τάξη είναι κρίσιμης σημασίας για την οικονομία: “στηρίζει την κατανάλωση, δίνει το έναυσμα για σημαντικές επενδύσεις στην εκπαίδευση, την υγεία και τη στέγαση και παίζει καθοριστικό ρόλο στη στήριξη της κοινωνικής πρόνοιας” μέσω της φορολόγησής της.

Ο Γκουρία εκτίμησε ότι, λόγω της κατάστασης αυτής, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να πράξουν περισσότερα, “να ακούν τις ανησυχίες των πολιτών τους αλλά επίσης να προστατεύουν και να προωθούν το επίπεδο διαβίωσης της μεσαίας τάξης”.

Τα εισοδηματικά επίπεδα των νοικοκυριών της μεσαίας τάξης διαφέρον βέβαια από χώρα σε χώρα, καθώς υπολογίζονται με βάση το διάμεσο εισόδημα κάθε χώρας. Για να ανήκει στη μεσαία τάξη, ένα πρόσωπο που ζει μόνο του θα έπρεπε να έχει ετήσιο εισόδημα από 3.757 έως 10.019 δολάρια στο Μεξικό και από 26.482 δολάρια έως 70.620 δολάρια στο Λουξεμβούργο (τα ποσά υπολογίζονται λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στην αγοραστική δύναμη το 2010). Στην Ελλάδα, τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης για ένα μονοπρόσωπο νοικοκυριό κυμαίνονται από 7.894 έως 21.050 δολάρια και είναι τα χαμηλότερα μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ.

Το διάμεσο εισόδημα μειώθηκε ή αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό χαμηλότερο από 1% σε 21 από τις 36 χώρες του ΟΟΣΑ μετά το 2008. Στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Μεξικό, τη Σλοβενία και την Ισπανία, τα διάμεσα εισοδήματα στα μέσα της δεκαετίας του 2010 ήταν σημαντικά χαμηλότερα από ότι το 2008, αφού ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η μείωση ανερχόταν σε σχεδόν 6% ανά έτος. Μόνο σε έξι χώρες του ΟΟΣΑ η αύξηση του διάμεσου εισοδήματος ξεπέρασε κατά μέσο όρο το 2% ανά έτος.

Περισσότερες ειδήσεις, ρεπορτάζ και αναλύσεις [home]

Καμία δημοσίευση για προβολή