Οι πρώτες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις θα εφαρμοστούν σε ταξιδιωτικά γραφεία

Πλησιάζει η ώρα μηδέν για τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Αύριο Παρασκευή αναμένεται η απόφαση του Ανώτατου Συμβούλιου Εργασίας βάσει της οποίας θα έχουμε τις πρώτες συμβάσεις που θα κηρυχθούν με υπουργική απόφαση γενικώς υποχρεωτικές στο σύνολο του κλάδου.

Επιπλέον, να προστεθεί ότι λήγει σήμερα η προθεσμία εντός της οποίας όφειλαν οι εργοδοτικές οργανώσεις που έχουν υπογράψει τέσσερις κλαδικές συμβάσεις, για τους όρους εργασίας στα γραφεία ταξιδίων, στα ναυτιλιακά πρακτορεία και στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, στις πρακτορειακές επιχειρήσεις και στα ποντοπόρα φορτηγά πλοία, να καταθέσουν τον κατάλογο των μελών τους ώστε να διαπιστωθεί εάν η σύμβαση καλύπτει το 51% του συνόλου των εργαζομένων του κλάδου.

Στην περίπτωση που ισχύει κάτι τέτοιο, η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου θα επεκτείνει την ισχύ της σύμβασης στο σύνολο του κλάδου.

Πόσους αφορούν

Εκτιμάται ότι οι τέσσερις αυτές συμβάσεις αφορούν περίπου 30.000 με 35.000 εργαζομένους, προερχόμενους κυρίως από τα γραφεία ταξιδίων.

Σε δεύτερη φάση, θα τεθούν στο μικροσκόπιο του υπουργείου Εργασίας και του ΑΣΕ οι συμβάσεις που αφορούν τους εργαζομένους σε μεταλλευτικές επιχειρήσεις, λιγνιτωρυχεία, ορυχεία κλπ, και η οποία προβλέπει βασικούς μισθούς από 972 έως 1.060 ευρώ, τους μισθωτούς ηλεκτρολόγους, τους τεχνικούς ραδιοφώνου, τους τεχνίτες ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών καθώς και τους εργαζόμενους σε καπνοβιομηχανίες.

Στη σειρά όμως μπαίνει και η κλαδική σύμβαση των τραπεζών, που θεωρείται σχετικά εύκολη υπόθεση αφού αφορά τουλάχιστον το 70% των εργαζομένων.

Που θα κριθεί η διαδικασία

Κατά πολλούς, η τύχη της διαδικασίας θα κριθεί από τις μεγάλες κλαδικές συμβάσεις που περιλαμβάνουν σημαντικές αυξήσεις για χιλιάδες εργαζόμενους, όπως για παράδειγμα αυτή των ξενοδοχοϋπαλλήλων που υπεγράφη τον Μάρτιο του 2018 και ισχύει έως το τέλος του 2019. Η σύμβαση προβλέπει βασικούς μισθούς 780 έως 850 ευρώ για φέτος και αύξηση 1,5% για το 2019. Στον κλάδο απασχολούνται περίπου 136.000 εργαζόμενοι και οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποί τους εκτιμούν πως περίπου οι 70.000 (δηλαδή το 51,47%) καλύπτονται από τη σύμβαση.

Αν και η βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, μέσα από την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων αλλά και την αύξηση του κατώτατου μισθού, αποτελεί μία από τις κορυφαίες δεσμεύσεις της κυβέρνησης, εκπρόσωποι των εργοδοτικών φορέων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου επισημαίνοντας, αφενός, ότι απαιτούνται προσεκτικά βήματα, ιδιαίτερα στη σημερινή εύθραυστη κατάσταση της οικονομίας.

Στην κατεύθυνση αυτή είναι χαρακτηριστική η αναφορά του προέδρου του ΣΕΒ Θεόδωρου Φέσσα, σε άρθρο του στην «Καθημερινή», ότι «το ενδεχόμενο ξήλωμα των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας δυναμιτίζει τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας, ιδιαίτερα αν επικρατήσει η λανθασμένη άποψη ότι η βιώσιμη ανάπτυξη μπορεί να στηριχθεί όχι τόσο στην αύξηση της προσφοράς μέσω της ανταγωνιστικότητας και των κερδοφόρων επενδύσεων αλλά στην αύξηση της ζήτησης μέσω πολιτικών αναδιανομής του εισοδήματος».

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης επισημαίνει ότι τα τελευταία χρόνια τριπλασιάστηκαν οι χαμηλόμισθοι, αφού οι «καλές δουλειές» αναπληρώθηκαν με θέσεις χαμηλών αποδοχών μεταξύ 600 και 800 ευρώ.

Οι αμοιβές σήμερα

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Ινστιτούτο της ΕΣΕΕ (ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ), οι αμοιβές των περίπου 2 εκατ. εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα κυμαίνονται ως εξής:

έως 250 ευρώ, 220.000 ή 11%,

από 251-500 ευρώ, 290.000 ή 14,5%,

από 501-750 ευρώ, 400.000 ή 20%,

από 751-1.000 ευρώ, 300.000 ή 15%,

από 1.001-1.500 ευρώ, 412.000 ή 21%,

από 1.501-2.000 ευρώ, 168.000 ή 8,5%,

από 2.001-5.000 ευρώ, 170.000 ή 9%

και άνω των 5.000 ευρώ, 25.000 ή 1%.

Οι ασφαλισμένοι εργαζόμενοι με μισθό έως 600 ευρώ στο τέλος του 2017 ήταν 673.000 ή 34%, το 2014 ήταν 530.000 ή 31,5% και το 2009 ήταν 239.000 ή 14%.

 

Καμία δημοσίευση για προβολή