Θοδωρής Καλούδης

Ποια ζητήματα θα κρίνουν τις προσεχείς εκλογές. Οι μεγάλες πολιτικές κόντρα στα καυτά θέματα των νοικοκυριών

Του Θοδωρή Καλούδη

Όλες  – μα όλες – οι δημοσκοπήσεις, μας δίνουν τέσσερα δεδομένα αυτή τη στιγμή: Η Νέα Δημοκρατία είναι σταθερά το πρώτο κόμμα, με διαφορά. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρείται, μακράν, ο πιο κατάλληλος πολιτικός ηγέτης για πρωθυπουργός. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να ανακάμψει, αλλά έχει κατοχυρώσει τη θέση του δεύτερου κόμματος. Και αυτό, γιατί το ΠΑΣΟΚ, πέρα από τις πρώτες εντυπώσεις, δεν φαίνεται να αναπτύσσει δυναμική αμφισβήτησης του υφιστάμενου διπολισμού αλλά, υπό προϋποθέσεις, ίσως αποδειχτεί «κόμμα – ρυθμιστής» των εξελίξεων.

Με αυτή την εικόνα θα πορευτούμε στις ( διπλές μάλλον ) κάλπες και εκεί θα έχουμε «τα σπουδαία». Ποια είναι όμως τα ζητήματα τα οποία θα κρίνουν τις εκλογές;

Κατά τη γνώμη μου, τέσσερα ζητήματα:

Πρώτον και κυριότερο, ποιόν θεωρούν οι πολίτες πιο κατάλληλο να κρατήσει το τιμόνι της χώρας στα επόμενα δύσκολα χρόνια, σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον. Τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή τον Αλέξη Τσίπρα;

Δεύτερον και κρίσιμο σε ότι αφορά την ψήφο των πιο αδύναμων πολιτών: Πως θα εξελιχθούν οι τιμές στο καλάθι του νοικοκυριού, στους λογαριασμούς θέρμανσης και στα καύσιμα. Πόσο θα μετρήσει ενδεχόμενη αρνητική εξέλιξη στις τιμές καταναλωτή μπροστά στην κάλπη;

Τρίτον, επίσης σοβαρό: πως θα εξελιχθούν τα εθνικά θέματα; Πόσο θα μετρήσει στην απόφαση των ψηφοφόρων η αμυντική θωράκιση της χώρας από τον Μητσοτάκη οι αμυντικές συμφωνίες που πέτυχε με Γαλλία και ΗΠΑ και οι διεθνείς πρωτοβουλίες του για την γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδας και την ανάδειξη των απειλών του Ερντογάν σε ακανθώδες ζήτημα  για την Ατλαντική Συμμαχία και την ΕΕ. Και βεβαίως η αντίδρασή του σε ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο.

Τέταρτον, ποιόν θεωρούν ικανότερο να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες που ανοίγονται για την οικονομία, τόσο από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και από την «επενδυτική βαθμίδα» που διεκδικεί η χώρα, προσβλέποντας έτσι στην προσέλκυση σοβαρών ξένων κεφαλαίων.

Υπάρχει βέβαια και η αξιολόγηση του συνολικού κυβερνητικού έργου, που θα «μετρήσει» στην απόφαση των πολιτών. Κυρίως στην αντιμετώπιση της πανδημίας, τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, την υγεία, την οικονομία, τις επενδύσεις, την ψηφιοποίηση του κράτους, τις μεταρρυθμίσεις, τα εργατικά, την ασφάλεια, την παιδεία κλπ. Όπως επίσης και η εμπειρία του συνολικού αποτυπώματος που άφησε η δικυβέρνηση Τσίπρα και θα αφήσει η διακυβέρνηση Μητσοτάκη.

Αλλά γνωρίζουμε ότι αρκετοί ψηφοφόροι στην Ελλάδα δεν προσέρχονται στις κάλπες με νηφαλιότητα και κριτήρια ψύχραιμης αξιολόγησης των κυβερνήσεων ή με το ερώτημα “τι είναι σωστό για τον τόπο”. Ψηφίζουν υπό την επιρροή καταστάσεων που τους αφορούν «προσωπικά» και μάλιστα την τελευταία περίοδο πριν τις εκλογές.

Γι’ αυτό και η επίδοση της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της ακρίβειας και οι πολιτικές της σε θέματα κοινωνικής αλληλεγγύης θα είναι ουσιώδεις παράμετροι που – ίσως δεν κρίνουν, αλλά σίγουρα – θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα.

Καμία δημοσίευση για προβολή