Σημαντικός ο κίνδυνος να οδηγηθεί η Ελλάδα σε 4ο Μνημόνιο επισημαίνει ο επικεφαλής κορυφαίου “think tank”

Σημαντικό κίνδυνο να οδηγηθεί η Ελλάδα σε 4ο Μνημόνιο ύστερα από τέσσερα χρόνια διαβλέπει ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ινστιτούτου Bruegel, Ζολτ Ντάρβας, εφόσον τα επιτόκια δανεισμού της χώρας μας από τις αγορές παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, η ανάπτυξη είναι χαμηλότερη από τις προβλέψεις, η διεθνής οικονομία εμφανίσει επιβράδυνση και οι μεταμνημονιακές δεσμεύσεις δεν υλοποιηθούν.

[Το Ινστιτούτο Bruegel έχει έδρα τις Βρυξέλλες και θεωρείται ένα από τα καλύτερα think tank παγκοσμίως]

Όπως εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο έμπειρος αναλυτής του Ινστιτούτου που συμβουλεύει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, «υπάρχει πιθανότητα 1 προς 3 να μην πάνε καλά τα πράγματα και να χρειαστεί νέο πρόγραμμα». Ο κ. Ντάρβας χαρακτηρίζει λανθασμένη την απόφαση να μην εφαρμοστούν οι μειώσεις στις συντάξεις, συνιστά να εφαρμοστεί κανονικά η μείωση του αφορολόγητου ορίου από το 2020 και τονίζει ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή ώστε στη συνέχεια να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές.

Παράλληλα, επισημαίνει ότι, αντί για την «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια, η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε επιλέξει μια προληπτική γραμμή στήριξης του ESM ώστε να βελτιώσει την εμπιστοσύνη των αγορών προς την οικονομία. Καταλογίζει επίσης μεγάλες ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ για τη διαπραγμάτευση του α’ εξαμήνου του 2015, η οποία, όπως λέει, ανέκοψε την ανάκαμψη, ενώ κατακεραυνώνει τους Ευρωπαίους για την παταγώδη αποτυχία τους στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης.

– Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις του 2019 για την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία;

Για την Ευρώπη οι σημαντικότερες προκλήσεις προέρχονται από το εξωτερικό, εν μέρει λόγω των εμπορικών εντάσεων, ιδίως μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας, και εν μέρει λόγω της επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας, η οποία θα μπορούσε να έχει μεγάλο αντίκτυπο στην Ευρώπη. Παράλληλα, πρόκληση που δεν ξέρουμε ακόμα πώς θα εξελιχθεί αποτελεί το Brexit.

Ως προς την ελληνική οικονομία, το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα επιταχυνθεί η ανάπτυξη. Εάν είναι χαμηλότερη από τις προβλέψεις, θα προκύψουν σημαντικά δημοσιονομικά ζητήματα που θα δυσκολέψουν την επόμενη κυβέρνηση. Πιο σημαντικές προκλήσεις είναι η μείωση της ανεργίας, η βελτίωση του συστήματος υγείας και εκπαίδευσης και η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

[more]

– Θεωρείτε ρεαλιστική την πρόβλεψη του κρατικού προϋπολογισμού για ανάπτυξη 2,5% τη νέα χρονιά;

Η Ελλάδα υπέστη τεράστια οικονομική συρρίκνωση την περίοδο 2010-2015. Συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις ακολουθεί ισχυρή ανάκαμψη, αλλά είναι πολύ δύσκολο να κάνει κανείς ασφαλή πρόβλεψη.

– Οι επικείμενες εθνικές εκλογές εκτιμάτε ότι μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την οικονομία;

Δεν ανησυχώ ιδιαίτερα. Η Ελλάδα υπεραπέδωσε τα προηγούμενα χρόνια και ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ νομίζω ότι δεν είναι δύσκολο να επιτευχθεί το 2019. Επίσης, είτε επικρατήσει στις εκλογές η Ν.Δ. είτε ο ΣΥΡΙΖΑ, και τα δύο κόμματα έχουν αποδεχτεί το πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας, οπότε το πολιτικό ρίσκο δεν είναι υψηλό.

– Εν όψει εκλογών, αναμένεται να βρεθούν ψηλά στην ατζέντα η μείωση των φόρων και το αν θα εφαρμοστεί η ψηφισμένη μείωση του αφορολόγητου ορίου από το 2020. Ποια είναι η γνώμη σας για τα θέματα αυτά;

Θεωρώ ότι η μείωση του αφορολόγητου ορίου πρέπει να εφαρμοστεί γιατί θα είναι ένα βήμα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Το πρόβλημα του φορολογικού συστήματος στην Ελλάδα είναι ότι οι φόροι είναι υπερβολικά υψηλοί, αλλά πολύ λίγοι πολίτες και εταιρείες πληρώνουν φόρους. Είναι πολύ καλύτερο να πληρώνουν όλοι με πολύ χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Ωστόσο, για να αντισταθμιστεί η απώλεια εσόδων από τη μείωση των συντελεστών θα πρέπει προηγουμένως να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή.

– Το άλλο προψηφισμένο μέτρο, η περικοπή των συντάξεων, ακυρώθηκε. Συμφωνείτε με την ακύρωση;

Κατά τη γνώμη μου, το ΔΝΤ έχει δίκιο στο θέμα αυτό. Όλοι μισούν τις περικοπές συντάξεων. Είναι τρομερό πράγμα. Εντούτοις, στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχουν δύο λόγοι που καθιστούν το μέτρο απαραίτητο: α) η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, γιατί δυστυχώς ο ελληνικός πληθυσμός γερνά γρήγορα, και β) η δίκαιη αντιμετώπιση παλαιών και νέων συνταξιούχων.

Πριν από λίγα χρόνια καθιερώθηκε νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων, ο οποίος δεν ισχύει για τους παλαιούς συνταξιούχους, που τώρα απέφυγαν τις μειώσεις.

– Μια σειρά από δικαστικές προσφυγές συνταξιούχων κατά των μειώσεων που τους επιβλήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια μπορεί να υποχρεώσει το Δημόσιο να καταβάλει αναδρομικά ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ. Ανησυχείτε γι’ αυτό;

Αναμφίβολα οι αποφάσεις του ΣτΕ πρέπει να γίνουν σεβαστές και να δοθούν αναδρομικά, αν το αποφασίσει το ΣτΕ. Ο κεντρικός στόχος της κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που θα μπορούσε να είναι πηγή χρηματοδότησης των αναδρομικών.

Φοβάστε «κίτρινες κάρτες» στη δεύτερη έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας, από την οποία εξαρτάται η πρώτη επιστροφή κερδών από τα ελληνικά ομόλογα της ΕΚΤ;

Νομίζω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα επισπεύσει την τελευταία στιγμή την υλοποίηση κάποιων μέτρων, θα επαναδιαπραγματευτεί κάποια άλλα και τελικά η έκθεση θα είναι θετική, όπως γινόταν και στις μνημονιακές αξιολογήσεις. Δεν νομίζω ότι η επιστροφή των κερδών των ομολόγων κινδυνεύει.

– Για την επιστροφή στις αγορές είστε αισιόδοξος;

Όχι, αλλά βραχυπρόθεσμα η έξοδος στις αγορές δεν είναι απολύτως απαραίτητη διότι υπάρχει το μαξιλάρι διαθεσίμων. Το κρίσιμο είναι τι θα γίνει ύστερα από 3-5 χρόνια, όταν θα αυξηθούν οι ετήσιες και μεσοπρόθεσμες ανάγκες δανεισμού με γρήγορο ρυθμό. Εάν τότε τα επιτόκια δανεισμού δεν πέσουν σε βιώσιμα επίπεδα, το Ελληνικό Δημόσιο θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα.

Δεν αποκλείω να χρειαστεί 4ο Μνημόνιο σε τέσσερα χρόνια από σήμερα, αν η ανάπτυξη είναι χαμηλότερη των προσδοκιών, αν η Ελλάδα δεν υλοποιήσει όλες τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις της και αν υπάρξει ευρωπαϊκή και παγκόσμια επιβράδυνση. Το βασικό σενάριο είναι ότι η Ελλάδα θα τα βγάλει κάπως πέρα, αλλά δίνω πιθανότητα 1 στα 3 να μην πάνε καλά τα πράγματα και να χρειαστεί νέο πρόγραμμα.

– Άρα, δεν μπορούμε να μιλάμε για success story μετά το τέλος του 3ου Μνημονίου.

Η διαχείριση της ελληνικής κρίσης ήταν μια τεράστια αποτυχία. Σε καμία άλλη χώρα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν μειώθηκε το ΑΕΠ όσο στην Ελλάδα. Η κατάσταση του 2008 δεν ήταν βιώσιμη, ήταν αναπόφευκτο να υπάρξει ύφεση. Αλλά η ύφεση 25%, η ανεργία πάνω από 25% και η τεράστια μείωση των ονομαστικών μισθών αποδεικνύουν ότι τα προηγούμενα οκτώ χρόνια ήταν η απόλυτη αποτυχία.

– Ποιοι ευθύνονται γι’ αυτό;

Οι πολιτικές της Ελλάδας την περίοδο 2000-2009 οδήγησαν στην κρίση. Στη συνέχεια, όμως, η ευθύνη πρέπει να επιμεριστεί και θα επέρριπτα μεγαλύτερη ευθύνη στην πλευρά των δανειστών. Πέρα από την έλλειψη εμπειρίας, υπήρξαν τεράστιες αποτυχίες στον σχεδιασμό των προγραμμάτων.

Έκαναν υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις που οδήγησαν σε μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή και εμβάθυνση της κρίσης, ενώ παράλληλα καθυστέρησαν την αναδιάρθρωση χρέους και έδωσαν λαβή για συζητήσεις σχετικά με την πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.

Όσον αφορά στην πλευρά της Ελλάδας, πάντα έψαχνε τρόπο να παρακάμψει δεσμεύσεις και καθυστερούσε στην εφαρμογή τους. Επίσης, το α’ εξάμηνο του 2015 είχε σίγουρα μεγάλο κόστος, γιατί η σύγκρουση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές ανέκοψε την πορεία ανάκαμψης. Το 2014 είχε αρχίσει να εμφανίζεται ανάπτυξη και να δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας κάθε τρίμηνο.

– Ήταν σωστή επιλογή η «καθαρή έξοδος» από το 3ο Μνημόνιο;

Από οικονομική σκοπιά δεν ήταν. Από πολιτική σκοπιά, κανείς πολιτικός δεν θέλει να βρίσκεται σε πρόγραμμα προσαρμογής. Όλοι θέλουν να κερδίσουν τις εκλογές και η «καθαρή έξοδος» θεωρούν ότι μπορεί να τους βοηθήσει. Τα υψηλά επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας δείχνουν ότι οι αγορές έχουν περιορισμένη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της χώρας να σταθεί μόνη στα πόδια της. Μια προληπτική γραμμή θα βελτίωνε την εμπιστοσύνη προς την οικονομία.

– Εφόσον δεν προτιμήθηκε η προληπτική γραμμή, τι χρειάζεται τώρα;

Να ακολουθηθούν λογικές πολιτικές και να ολοκληρωθούν όλες οι μεταμνημονιακές δεσμεύσεις. Εάν ολοκληρωθούν εγκαίρως, αυτό θα είναι το καλύτερο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης.

– Οι πρόσφατες αποφάσεις για την εμβάθυνση της Ευρωζώνης είναι επαρκείς;

Θα μπορούσαν να γίνουν μεγαλύτερα βήματα. Κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται πανευρωπαϊκό σχήμα εγγύησης καταθέσεων, κάτι που δεν προβλέπω να προχωρά σύντομα, γιατί υπάρχει μεγάλη αντίσταση από ορισμένες χώρες. Ωστόσο, η τραπεζική ένωση λειτουργεί καλά και το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωζώνης θα μπορούσε να ξεπεράσει μια νέα οικονομική κρίση.

[/more]

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΘΕΜΑ

Περισσότερα νέα, ρεπορτάζ και αναλύσεις:[home]

Καμία δημοσίευση για προβολή