Στουρνάρας: Η κλιματική αλλαγή και η πράσινη μετάβαση επηρεάζουν ήδη την χάραξη νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ

Η ΕΚΤ αναμένεται να καθιερώσει τη δημοσιοποίηση στοιχείων για την κλιματική αλλαγή ως νέο κριτήριο επιλεξιμότητας για τις εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής.

Γιάννης Στουρνάρας

Η κλιματική αλλαγή και η πράσινη μετάβαση συνιστούν ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα μακρο-οικονομικής σταθερότητας που ήρθαν για να μείνουν, προκαλώντας ήδη αξιόλογες οικονομικές επιπτώσεις, με συνέπειες στην χάραξη (και) της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης (ΕΚΤ, ECB).

Αυτό αναφέρει σε άρθρο του στην εφημερίδα “Καθημερινή” ο διοικητής της κεντρικής Τραπέζης Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, σύμφωνα με τον οποίο η κλιματική αλλαγή και η πράσινη μετάβαση αφορά οπωσδήποτε και στις κεντρικές τράπεζες επειδή αποτελούν πηγή αστάθειας και ευπάθειας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς μπορούν να επηρεάσουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και να δημιουργήσουν κλυδωνισμούς στη σταθερότητα των τιμών.

Ακολουθεί αυτούσιο το άρθρο του Έλληνα κεντρικού τραπεζίτη:

“Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, όσο και η πράσινη μετάβαση, έχουν σημαντικές μακροοικονομικές επιπτώσεις και δεν αποτελούν πρόβλημα κάποιου μακρινού μέλλοντος. Στόχος της νομισματικής πολιτικής είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα, ωστόσο η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τόσο βραχυχρόνια όσο και μακροχρόνια τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, καθιστώντας ολοένα και πιο δύσκολη τη σωστή αξιολόγηση των οικονομικών προοπτικών και ακολούθως τη χάραξη κατάλληλης νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες.

Ολοι έχουμε ρόλο να διαδραματίσουμε στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Βεβαίως, τον πρωταρχικό ρόλο έχουν οι εκλεγμένες κυβερνήσεις μέσω των φόρων, των επιδοτήσεων, των ρυθμιστικών κανόνων και των δημοσίων επενδύσεων. Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν και έχουν ήδη αναλάβει ενεργό δράση – πάντα βέβαια εντός των ορίων της εντολής τους και προς όφελος των κοινωνιών. Και αυτό διότι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το κλίμα αποτελούν πηγή αστάθειας και ευπάθειας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς μπορούν να επηρεάσουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και να δημιουργήσουν κλυδωνισμούς στη σταθερότητα των τιμών. Ετσι, οι κεντρικές τράπεζες λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για την ίδια τη λειτουργία τους, την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και βεβαίως τις εποπτικές τους αρμοδιότητες.

Το 2021, στο διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) υπήρξε συμφωνία πάνω σε ένα ολοκληρωμένο και φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την περαιτέρω ενσωμάτωση παραμέτρων σχετικών με την κλιματική αλλαγή στη στρατηγική νομισματικής πολιτικής και τη συστηματικότερη συνεκτίμηση των ζητημάτων βιωσιμότητας. Έκτοτε, σημειώνεται πρόοδος στην εφαρμογή αυτού του σχεδίου.

Επιπλέον, εφαρμόζεται η κοινή στάση από τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος –συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος – για την εφαρμογή αρχών βιώσιμων και υπεύθυνων επενδύσεων στη διαχείριση των χαρτοφυλακίων που δεν σχετίζονται με τη νομισματική πολιτική και τη δημοσιοποίηση στοιχείων που αφορούν το κλιματικό αποτύπωμα αυτών, ήδη από τον Μάρτιο του 2023. Επιπρόσθετα, η ΕΚΤ αναμένεται να καθιερώσει τη δημοσιοποίηση στοιχείων για την κλιματική αλλαγή ως νέο κριτήριο επιλεξιμότητας για τις εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό, διερευνά και τον καθορισμό ορίων στο μερίδιο περιουσιακών στοιχείων που εκδίδονται από οντότητες με υψηλό αποτύπωμα άνθρακα, που οι τράπεζες μπορούν να δεσμεύουν ως εξασφαλίσεις για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής.

Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες και οι εποπτικές αρχές έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για την εκτίμηση και ποσοτικοποίηση των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή και την ενσωμάτωσή τους στα συστήματα διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα σε μικρο- και μακρο-προληπτικό επίπεδο. Για παράδειγμα, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ έχει διενεργήσει ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για την εκτίμηση των χρηματοοικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στις σημαντικές τράπεζες στη Ζώνη του Ευρώ, ενώ ενθαρρύνει τις τράπεζες να ενσωματώσουν την αξιολόγηση των κλιματικών κινδύνων στις πιστοδοτικές διαδικασίες τους και στην εν γένει αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου.

Στην Τράπεζα της Ελλάδος η κλιματική αλλαγή και η βιωσιμότητα ήταν πάντα ψηλά στις προτεραιότητές της. Ξεκίνησε να ασχολείται με αυτά τα ζητήματα το 2009, όταν σύστησε μια διεπιστημονική επιτροπή, την Επιτροπή Μελέτης των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ). Εκτοτε επιδίδεται συστηματικά στην έρευνα, συμβάλλοντας και στη χάραξη πολιτικής, ώστε να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος και να διευκολυνθεί η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Επιπλέον, τον Ιούνιο του 2021 δημιούργησε το Κέντρο Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, με κύριο σκοπό τον συντονισμό των σχετικών δραστηριοτήτων της, ενώ τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, στο πλαίσιο της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP26), δεσμεύθηκε να συμβάλει, στο πλαίσιο της εντολής της, στην εφαρμογή της συμφωνίας των Παρισίων, με σχετικές ενέργειες και αντίστοιχο σχέδιο δράσης.

Επίσης, προάγει συστηματικά τη συνεργασία και τον συνεχή διάλογο με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τα ενδιαφερόμενα μέρη – για παράδειγμα, η Τράπεζα της Ελλάδος συμμετέχει στην ανάπτυξη σχετικών μελετών υπό τον συντονισμό του υπουργείου Οικονομικών και του υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες θα δημοσιοποιήσει τα πρώτα –ενδιάμεσα– αποτελέσματα των μελετών που γίνονται στο πλαίσιο των εργασιών της ΕΜΕΚΑ και του έργου Life AdaptivGreece για την υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής Προσαρμογής. Σε συνεργασία με την Ακαδημία Αθηνών θα παρουσιάσει επικαιροποιημένα στοιχεία προβλέψεων για την εξέλιξη της μεταβολής του κλίματος, ενώ οι πρώτοι τομείς για τους οποίους θα ανακοινώσει αποτελέσματα είναι οι τομείς της γεωργίας και των μεταφορών. Παράλληλα με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, θα παρουσιάσει στοιχεία και για την τρωτότητα, μια έννοια πολυδιάστατη που ενσωματώνει φυσικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, καθώς ο αποτελεσματικός σχεδιασμός εθνικής πολιτικής προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή δημιουργεί ανάγκες εκτίμησής της σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Μετά την πανδημία, το ύψος των υπερεθνικών πράσινων ομολόγων που έχουν εκδοθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση έχει αυξηθεί σημαντικά. Επομένως, θα μπορούσαν ενδεχομένως στο μέλλον τα πράσινα ομόλογα να αποτελούν τα βασικά στοιχεία ενός χαρτοφυλακίου ομολόγων του Ευρωσυστήματος.

Επιπλέον, άλλα εργαλεία νομισματικής πολιτικής που δυνητικά μπορούν να εξεταστούν, στο πλαίσιο μιας πιο πράσινης νομισματικής πολιτικής, είναι οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (targeted longer-term refinancing operations) για την αύξηση της πράσινης χρηματοδότησης ή τη μείωση των κινδύνων από δραστηριότητες που δεν συμβάλουν στην πράσινη μετάβαση.

Μια άλλη μεγάλη πρόκληση αποτελεί η ενσωμάτωση των κλιματικών παραμέτρων στην οικονομική ανάλυση. Η αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με τις μη γραμμικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής χρειάζονται βελτιωμένη μακροοικονομική ανάλυση και ενσωμάτωση στα μακροοικονομικά μοντέλα, ώστε οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη να είναι πιο ακριβείς. Αυτό θα βοηθήσει στην καλύτερη εκτίμηση των κινδύνων αλλά και των ευκαιριών που δημιουργεί η αλλαγή του κλίματος και η πράσινη μετάβαση.”

Καμία δημοσίευση για προβολή