Τέλος εποχής: Ο Ρούπερτ Μέρντοχ παραιτήθηκε από πρόεδρος της Fox Corporation και της News Corp.

Ο Ρούπερτ Μέρντοχ παραιτήθηκε από πρόεδρος της Fox Corporation και εκτελεστικός πρόεδρος της News Corp, όπως ανακοίνωσαν οι εταιρείες.

Στο ρόλο αυτό, ήταν υπεύθυνος για ορισμένες από τις πιο γνωστές ειδησεογραφικές μάρκες στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αυστραλία. Η επίσημη μετάβαση θα πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο, με τον γιο του Λάχλαν να αναλαμβάνει τον έλεγχο και των δύο οργανισμών. Σε δήλωσή του σήμερα, ο 92χρονος μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης δήλωσε ότι είναι καλά στην υγεία του και ότι είναι “πραγματικά υπερήφανος για όσα έχουμε επιτύχει συλλογικά μέσα στις δεκαετίες“.

Ο Μέρντοχ ξεκίνησε την καριέρα του στις εφημερίδες σε ηλικία 22 ετών, όταν κληρονόμησε το μισό μερίδιο σε δύο εφημερίδες της Αδελαΐδας. Στη συνέχεια έγινε ο ισχυρότερος μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης στον κόσμο. Ο Μέρντοχ δήλωσε ότι θα αναλάβει τη θέση του επίτιμου προέδρου της Fox Corporation και της News Corp, για τις οποίες τόνισε ότι “σφίζουν από υγεία, όπως κι εγώ“. “Σε ολόκληρη την επαγγελματική μου ζωή, ασχολούμαι καθημερινά με τις ειδήσεις και τις ιδέες και αυτό δεν θα αλλάξει“, δήλωσε.

Επίθεση στις ελίτ

Αλλά“, συμπλήρωσε, “είναι η κατάλληλη στιγμή για μένα να αναλάβω διαφορετικούς ρόλους, γνωρίζοντας ότι έχουμε πραγματικά ταλαντούχες ομάδες και έναν παθιασμένο ηγέτη με αρχές, τον Λάχλαν, ο οποίος θα γίνει ο μοναδικός πρόεδρος και των δύο εταιρειών“. Σε επιστολή του ευχαριστεί “τους οδηγούς φορτηγών που διανέμουν τις εφημερίδες μας, τις καθαρίστριες που μοχθούν όταν έχουμε φύγει από το γραφείο, τους βοηθούς που μας υποστηρίζουν ή τους εξειδικευμένους χειριστές πίσω από τις κάμερες ή τον κώδικα του υπολογιστή“, ευχαριστώντας τους για την “καθημερινή τους αφοσίωση“.

Σημειώνεται ότι ο μεγιστάνας των ΜΜΕ στην επιστολή του προειδοποίησε ότι “η μάχη για την ελευθερία του λόγου και, τελικά, την ελευθερία της σκέψης, δεν ήταν ποτέ πιο έντονη“, προσθέτοντας ότι ο πατέρας του, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης εφημερίδων στην Αυστραλία που συνέβαλαν στην έναρξη της αυτοκρατορίας του στα ΜΜΕ, “πίστευε ακράδαντα στην ελευθερία“, λέει, προσθέτοντας ότι ο διάδοχός του Λάχλαν “είναι απολύτως αφοσιωμένος στον σκοπό αυτό” και προσθέτοντας ότι “οι ιδιοτελείς γραφειοκρατίες επιδιώκουν να φιμώσουν όσους αμφισβητούν την προέλευση και τον σκοπό τους. Οι ελίτ περιφρονούν ανοιχτά όσους δεν είναι μέλη της σπάνιας τάξης τους. Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης συνεργάζονται με αυτές τις ελίτ, προωθώντας πολιτικές αφηγήσεις αντί να επιδιώκουν την αλήθεια“.

Ο διάδοχος Λάχλαν

Ο Λάχλαν Μέρντοχ, ο μεγαλύτερος γιος του Ρούπερτ Μέρντοχ, ο οποίος αναλαμβάνει πρόεδρος και των δύο εταιρειών, εξήρε την “αξιοσημείωτη 70ετή καριέρα” του πατέρα του. “Τον ευχαριστούμε για το όραμά του, το πρωτοποριακό του πνεύμα, την ακλόνητη αποφασιστικότητά του και τη διαρκή κληρονομιά που αφήνει στις εταιρείες που ίδρυσε και στους αμέτρητους ανθρώπους που επηρέασε“, ανέφερε σε δήλωσή του. “Είμαστε ευγνώμονες που θα υπηρετήσει ως επίτιμος πρόεδρος και γνωρίζουμε ότι θα συνεχίσει να παρέχει πολύτιμες συμβουλές και στις δύο εταιρείες“.

Ο Λάχλαν Μέρντοχ επέστρεψε στην οικογενειακή επιχείρηση το 2014 μετά από μια απότομη αποχώρηση σχεδόν μια δεκαετία νωρίτερα, η οποία είχε αφήσει τον άλλο γιο του Ρούπερτ Μέρντοχ, τον Τζέιμς, σε πλεονεκτική θέση για τη διαδοχή. Ο Λάχλαν Μέρντοχ είχε διατελέσει εκτελεστικός πρόεδρος της Fox corporation και της Nova Entertainment και λέγεται ότι συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην απόσχιση της FOX από την 21st Century Fox. Ηγήθηκε επίσης του τρόπου με τον οποίο η FOX έγινε αυτόνομη δημόσια εταιρεία. Η περιουσία του εκτιμάται ότι θα είναι περίπου 3,3 δισ. δολάρια το 2023, σύμφωνα με το Australian Financial Review.

Σημειώνεται ότι το Fox News, το ειδησεογραφικό δίκτυο που ανήκει στην αυτοκρατορία των Μέρντοχ πλήρωσε αποζημίωση 800 εκατ. δολαρίων φέτος, μετά από μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση από την εταιρεία μηχανών ψήφου Dominion, για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2020. Επίσης, το 2011 ο Μέρντοχ είχε υποχρεωθεί να κλείσει την εφημερίδα News of the World, όταν αποκαλύφθηκε ότι η εφημερίδα είχε κάνει παράνομες παρακολουθήσεις προσώπων στη Βρετανία, και ότι είχε υποκλέψει τηλέφωνα οικογενειών στρατιωτών που είχαν σκοτωθεί σε μάχες.

Καμία δημοσίευση για προβολή