Το στοίχημα της εξαετίας – Τι πρέπει να κάνουν δημόσιος και ιδιωτικός τομέας- Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας μετά το φθινόπωρο

Γιατί η ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου εμφανίζεται καλύτερη της αναμενόμενης

Η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης την επόμενη εξαετία αποτελεί το στοίχημα όχι μόνο της κυβέρνησης και των αρμοδίων υπουργείων αλλά γενικότερα της ελληνικής κοινωνίας εφόσον θέλουμε να ζούμε σε μία χώρα που αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματά της και βρίσκει λύσεις.

Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της 10ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης περιείχε πικρές αλήθειες, που για μία ακόμη φορά επισημαίνονται από τους ξένους, οι οποίοι όμως παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις τόσο στην ελληνική οικονομία όσο και στην ελληνική κοινωνία.

Oι τρεις παράγοντας που “φρενάρουν” την ανάπτυξη

Και αν οι επισημάνσεις στο οικονομικό επίπεδο είναι λίγο πολύ αναμενόμενες, δηλαδή υψηλό δημόσιο χρέος,  μη εξυπηρετούμενα δάνεια και  υψηλή ανεργία, ξαφνιάζει η εμπεριστατωμένη ανάλυση για τις αιτίες που αναστέλλουν την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.

Η γήρανση του πληθυσμού, η εκροή εξειδικευμένων εργαζομένων (η απώλεια ελλήνων για χώρες του εξωτερικού,  brain drain)  και το απαξιωμένο κεφαλαιακό απόθεμα, μετά πολλά χρόνια συνεχών υψηλών επενδυτικών κενών, είναι κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι λόγοι που δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη της χώρας. Στην έκθεση τονίζεται ότι το επενδυτικό κενό το 2019 ήταν 21,7 δισεκατομμύρια ευρώ.

Είναι δεδομένο και γνωστό στους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» ότι τα επόμενα χρόνια θα απαιτηθούν περαιτέρω προσπάθειες και μεταρρυθμίσεις σε βασικούς τομείς της οικονομίας ώστε αυτή να μπορέσει να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς.

Η πρόκληση για τον ιδιωτικό τομέα και τις τράπεζες

Και δεν είναι μόνο η χαμηλή αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα στη χώρα μας που ενδεχομένως θέτει σε κίνδυνο την προβλεπόμενη δυναμική ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας τα αμέσως επόμενα χρόνια. Είναι και η ικανότητα του ιδιωτικού τομέα να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις για νέες και καινοτόμες επενδύσεις που θα διευκολύνουν την μετάβαση στην «πράσινη» και ψηφιακή εποχή. Είναι πολύ λίγος ο χρόνος που έχει στη διάθεσή του ο ιδιωτικός τομέας αλλά και το τραπεζικό σύστημα για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που έρχονται.

Η επιτυχής αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων θα διαψεύσει τις προβλέψεις τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και το ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης μετά την σημαντική ανάκαμψη του 2022 (+ 6%), στο 2,4% το 2023 και 1,7% το 2024. Ο μέσος ρυθμός έως το 2029 διαμορφώνεται στο 2% και στη συνέχεια πέφτει στο 1,5%. Η πρόβλεψη αυτή είναι περίπου ίδια και με αυτή του ΔΝΤ για  ρυθμό ανάπτυξης 1,4% μακροπρόθεσμα.

Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας μετά το φθινόπωρο

Οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης φέρνουν άλλα προβλήματα , όπως το ύψος του χρέους και η εξυπηρέτηση του. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να υπάρχουν  πρωτογενή πλεονάσματα 2,2% έως το 2060 για να εξυπηρετείται το χρέος και να είναι βιώσιμο.

Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά το φθινόπωρο θα υπάρξει νέα διαπραγμάτευση για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και στην κυβέρνηση ευελπιστούν ότι θα επιτευχθεί μια καλή συμφωνία δημοσιονομικών στόχων που δεν θα στραγγαλίζει την ανάπτυξη και θα ξεκαθαρίζει τους κανόνες που θα ισχύσουν τα επόμενα χρόνια. Μιας και η πανδημία έστειλε στον κάλαθο των αχρήστων την μεταμνημονιακή δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022.

Καμία δημοσίευση για προβολή